Η ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ «ΜΗ ΜΕ ΛΗΣΜΟΝΕΙ»
Ναι ήταν έρωτας. Από την αρχή όλα περιστρέφονταν γύρω από εμένα και τη Μαριάννα, η καλύτερα γύρω από αυτό το πλάσμα που προέκυπτε από την ένωσή μας, με τα μακριά λυτά μαλλιά, τα δύο ζευγάρια λευκά χέρια και τα τέσσερα πόδια που έτρεχε στο δάσος, κατρακυλούσε στους βράχους, οσμιζόταν την καταιγίδα και βρεχόταν ως το κόκαλο ουρλιάζοντας και γελώντας. Ανέμελη, αθώα, σκληρή η παιδική ηλικία που μας ένωνε και μας χώριζε, που μας συγκολλούσε και μας διέλυε, που μας ξέσκιζε και μας τέντωνε για να μεγαλώσουμε μαζί, κολλητά, με μία ανάσα, με έναν πόνο, με το ίδιο αίμα από τα έμμηνα στα εσώρουχά μας.
Όσο για τον Τιμόθεο, τυπικά η Μαριάννα τον είδε πρώτη. Η αφήγηση της γνωριμίας τους φθείρεται όσο περνούν τα χρόνια, κατά μία εκδοχή γνωρίστηκαν πάνω σε ένα αερόστατο και κατά μία άλλη σε μία παραλία όπου εκκολάπτονταν αυγά χελώνας. Η Μαριάννα δεν απομακρύνθηκε από μένα όταν γνώρισε τον Τιμόθεο. Αντίθετα ποτέ δεν λαχταρούσαμε περισσότερο η μία την άλλη, όσο την περίοδο που η Μαριάννα ερωτεύτηκε τον Τιμόθεο. Ένα τηλεφωνικό καλώδιο ήταν ο ομφάλιος λώρος που μας συνέδεε συνέχεια, σαν όλη τους η ιστορία να ανασχηματιζόταν και να γεννιόταν κάθε φορά ανάλογα με τις λέξεις που ανταλλάσαμε.
Ο Τιμόθεος αποτελούσε εκείνη τη σπάνια περίπτωση άντρα που τα παπούτσια του ταίριαζαν σαν γάντι στα πόδια του. Είχε την ήρεμη συγκατάβαση του ανθρώπου που ζει αρμονικά μέσα στο κάδρο που έχουν κρεμάσει στον τοίχο οι άλλοι γι’ αυτόν. Συνδύαζε μία ήπια φιλοσοφημένη στωικότητα με μία άγρια τρυφερότητα που ανάβλυζε από κάθε πόρο του εύσωμου κορμιού του. Η Μαριάννα βούλιαζε μέσα στην ανεξάντλητη αγάπη με την οποία την περιέβαλε συγκαταβατικά, αλλά γενναιόδωρα. Το πάντα αδύνατό της κορμί με τις αυστηρές γωνίες και τα τρίγωνα μπόρεσε επιτέλους να διευρυνθεί μέσα στη φαντασία της γεωμετρίας. Δεν λέω ότι ποτέ σχημάτισε κύκλο μαζί του, αλλά απέκτησε μία ελαστικότητα που της επέτρεπε να εγκολπώνεται διάφορα σχήματα και αυτό ήταν ήδη πάρα πολύ γι’ αυτήν.
Όταν κοιμήθηκα για πρώτη φορά με τον Τιμόθεο ήταν μία μέρα που έβρεχε. Οι σταγόνες σχημάτιζαν ασημένιες αράχνες στα τζάμια. Η Μαριάννα έλειπε για μερικές μέρες. Συνόδευε τους μαθητές της σε μία εκπαιδευτική εκδρομή. Ο Τιμόθεος είχε έρθει σπίτι για να με βοηθήσει στη διδακτορική μου διατριβή με θέμα τη βραχύχρονη παραμονή της πεταλούδας «μη με λησμόνει» στη γη. (Πρόκειται για ένα μοναδικό είδος διάφανης πεταλούδας που τα φτερά της μοιάζουν με κύματα της θάλασσας).
Όταν η Μαριάννα επέστρεψε και βρεθήκαμε οι δυο μας, της εξομολογήθηκα αυτό που συνέβη με τον Τιμόθεο και αυτή με έβαλε να της περιγράψω με κάθε λεπτομέρεια την ερωτική μας πράξη. Ένιωθα πως κρατούσε ένα μεγεθυντικό φακό που έκανε τα σκοτεινά της μάτια να μοιάζουν με αυτά ενός πελώριου εντόμου. Δεν της είπα πολλά. Δεν μαρτύρησα για παράδειγμα την έκπληξή μου όταν κατάλαβα πόσο πολύ έλκυε η άσχημη εξωτερική μου εμφάνιση τον Τιμόθεο. Το υπέρβαρο σώμα μου, το λιπαρό μου δέρμα, τα σταχτιά σαν ποντίκια, πολύ κοντά το ένα με το άλλο μάτια μου και το στραβό μου στόμα που φούσκωνε μόνο από τη μία πλευρά του χείλους μου, τον ερέθιζαν. Δεν της είπα ότι εκείνο το βράδυ διαδέχθηκαν πολλές ακόμα νύχτες με τον Τιμόθεο. Είχαμε μάλιστα υιοθετήσει και ένα τελετουργικό. Στις δώδεκα ακριβώς έδενα τα μάτια μου, καθόμουν στον καναπέ και άφηνα ανοιχτή την εξώπορτα. Ο Τιμόθεος έμπαινε μέσα στο δωμάτιο και με πλησίαζε. Καθόταν μαζί μου στον καναπέ και με ανέπνεε. Έβαζε τη μύτη του σε όλες τις κοιλότητες του σώματός μου και ρουφούσε ηδονικά τη μυρωδιά του κορμιού μου. Έπειτα έμπαινε μέσα μου και είχαμε μαζί πολλούς ταυτόχρονους οργασμούς. Ύστερα με φιλούσε και έφευγε χωρίς ούτε μία στιγμή να βγάλω το μαντήλι από τα μάτια μου.
Ένα βράδυ ένιωσα τον αέρα γύρω μου πηχτό και συμπαγή. Άκουσα το οικείο λαχάνιασμα των παπουτσιών του Τιμόθεου πάνω στο χαλί μου. Παράλληλα όμως είχα την αίσθηση και μίας άλλης πιο αδιόρατης παρουσίας. Σαν μία πεταλούδα «μη με λησμόνει» να είχε μόλις αγγίξει τα μαλλιά μου.
Ποτέ ο Τιμόθεος δεν ήταν πιο παθιασμένος και ταυτόχρονα πιο σκληρός μαζί μου. Ποτέ δεν μου είχε δοθεί τόσο πολύ, ούτε όμως ποτέ με είχε απαρνηθεί τόσο απόλυτα. Όταν τελειώσαμε, για πρώτη φορά έσπασα την τελετουργία και ξεσκέπασα τα μάτια μου. Αντίκρισα τότε μπροστά μου τη Μαριάννα με το φλογισμένο της βλέμμα καρφωμένο πάνω μου. Ξαφνικά απλώθηκε η νύχτα στον κόσμο μου.
Τελικά ήταν έρωτας. Όχι ανάμεσα στον Τιμόθεο και τη Μαριάννα ούτε ανάμεσα σε μένα και τον Τιμόθεο. Αλλά ανάμεσα σε μένα και τη Μαριάννα.
Δεν τους ξαναείδα ποτέ. Μόνο στο νυχτερινό ουρανό κάποια βράδια αντικρίζω τα μάτια της Μαριάννας να ανάβουν για μια στιγμή και ύστερα μετεωρίτες να σπάζουν σε χιλιάδες φωτεινά κομμάτια καθώς προσκρούουν στη γη.
* Η Χλόη Κουτσουμπέλη, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1962, σπούδασε Νομική, δούλεψε στον τραπεζικό τομέα. Έχει εκδώσει εννέα ποιητικές συλλογές, δύο μυθιστορήματα, δύο θεατρικά έργα. Έχει συνεργαστεί με πολλά έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά, ποιήματά της μεταφράστηκαν και συμπεριλήφθηκαν σε πολλές ελληνικές και ξενόγλωσσες ανθολογίες. Είναι αντιπρόεδρος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης και μέλος του Κύκλου Ποιητών και της Εταιρείας Συγγραφέων. Η ποιητική της συλλογή με τίτλο Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης, εκδόσεις Γαβριηλίδη 2016, τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Σύντομα από τις εκδόσεις Πόλις θα εκδοθεί η δέκατη ποιητική της συλλογή με τίτλο Η γυμνή μοναξιά του ποιητή Όμικρον.
Πίνακας: My Wife Naked Looking at her own Body which is Transformed into Steps Three Vertebrae of a Column Sky and Architecture 1945, Salvador Dali, 80 x 66 cm, Oil Painting on Canvas