Στην πρόταση-πρόσκληση του Αντώνη Σκιαθά να επιμεληθώ επτά ποιήματα για τα Χριστούγεννα, ανταποκρίθηκα θετικά και άμεσα. Άλλωστε τα Χριστούγεννα ταιριάζουν με την Ποίηση και εν γενει τη Λογοτεχνία· αφήστε που ταιριάζουν και με τα μαλλιά μου.
Επτά ποιήματα για τα Χριστούγεννα, λοιπόν. Ποιήματα Ελλήνων και ξένων ποιητών που αγαπώ. Δεν είναι χαρούμενα, μα και οι γιορτές δεν είναι αμιγώς χαρούμενες· στο βάθος τους υπάρχει η λύπη για τους απόντες μας, μια θλιμμένη ματαιότητα, η πίκρα του πρόσκαιρου και φευγαλέου.
Στα τρία εξ αυτών (Πεσσόα, Σέξτον, Ώντεν), «ποντάροντας» στο κατανοητικό και συγχωρητικό πνευμα των Χριστουγέννων, επιχείρησα τη μετάφραση.
Εύχομαι καλές γιορτές. Με ατσαλένια υγεία, ακατάβλητη διάθεση και απαστράπτουσα Ποίηση.
Μίλτος Σαχτούρης, Τα λυπημένα Χριστούγεννα των ποιητών
Στην Ελένη Θ. Κωνσταντινίδη
Είναι τα λυπημένα Χριστούγεννα 1987
είναι τα χαρούμενα Χριστούγεννα 1987
ναι, τα χαρούμενα Χριστούγεννα 1987!
σκέπτομαι τόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα…
Α! ναι είναι πάρα πολλά.
Πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ο Διονύσιος Σολωμὸς
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ο Νίκος Ἐγγονόπουλος
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ο Μπουζιάνης
πόσα ο Σκλάβος
πόσα ο Καρυωτάκης
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα
πέρασε ο Σκαλκώτας
πόσα
πόσα
Δυστυχισμένα Χριστούγεννα Ποιητών.
Καταβύθιση (1990)
Κώστας Μόντης, Χριστουγεννιάτικες κάρτες
Και πάλι λες δεν είναι δυνατό
όλες αυτές οι ευχές να ψεύδονται
και πάλι λες δεν είναι δυνατή
τέτοια πανταχόθεν σύμπτωση,
δεν είναι δυνατή τέτοια πανταχόθεν συμπαιγνία.
Και τοτ᾽ εν ειναλίη Κύπρω (1974)
Γιάννης Βαρβέρης, Ιδεώδης σύγχυση για τις ημέρες των εορτών
Αμνός γεννάται
δοξάσατε
το βρέφος ψήνεται
στον οβελία.
Συγγενείς απορούν
ανάμεσα στο θηλασμό
και στο φαγοπότι
Τσότρες κρασί
κυκλοφορούν στον ώμο
νοσοκόμων
για ευωχία μετάγγισης.
Χριστούγεννα στο νεκροθάλαμο
και Πάσχα στη θερμοκοιτίδα.
Τι βολικά δυσνόητες οι γιορτές
χωρίς το θαύμα.
Ο άνθρωπος μόνος (2009)
ε.ε. κάμμινγκς [μικρό δεντράκι]
μικρό δεντράκι
σιωπηλό χριστουγεννιάτικο μικρό δεντράκι
είσαι τόσο μικρό
μοιάζεις περισσότερο με λουλούδι
ποιος σε βρήκε στο πράσινο δάσος
και λυπήθηκες πολύ που σε πήραν από κει;
κοίτα θα σε παρηγορήσω
γιατί πολύ γλυκά μυρίζεις
θα φιλήσω τη δροσερή σου φλούδα
και γλυκά θα σε νανουρίσω στην αγκαλιά μου
όπως θα’κανε η μητέρα σου,
μόνο μη φοβάσαι
δες τις πούλιες
που όλο τον χρόνο κοιμούνται σ’ένα σκοτεινό κουτί
και ονειρεύονται κάποιος να τις βγάλει και να τις αφήσει να λάμψουν
τις μπάλες τις γιρλάντες χρυσές και κόκκινες τις χνουδωτές κλωστές,
σήκωσε τα μικρά σου μπράτσα
και όλα σε σένα θα τα δώσω να τα κρατήσεις
κάθε δάχτυλο θα’χει το δαχτυλίδι του
και δεν θα υπάρχει ούτε ένα κομμάτι σκοτεινό ή θλιμμένο
τότε όταν θα’σαι ολότελα ντυμένο
θα σταθείς στο παράθυρο για να σε δουν όλοι
και με τι μάτια θα σε θαυμάζουν!
ω θα’σαι πολύ περήφανο
και η μικρή μου αδελφή κι εγώ θα ενώσουμε τα χέρια
και κοιτάζοντας το όμορφό μας δέντρο
θα χορέψουμε και θα τραγουδήσουμε
«Noel Noel»
(1922)
Μετάφραση: Χ. Βλαβιανός
Φερνάντο Πεσσόα, Βρέχει και είναι Χριστούγεννα.
Βρέχει και είναι Χριστούγεννα.
Στο Βορρά, είναι καλύτερα:
Υπάρχει το χιόνι, που είναι κακό.
(Μα και το κρύο, που είναι χειρότερο.)
Και όλοι είναι χαρούμενοι πολύ
Γιατί αυτό απαιτεί η μέρα.
Βρέχει τα φετινά Χριστούγεννα.
Και είναι καλύτερα απ’το να χιόνιζε.
Αφού ακόμα κι έτσι, υπάρχουν τα Χριστούγεννα.
Γιατί όταν κρυώνω
Δεν νοιώθω τη γιορτή.
Αφήνω τα αισθήματα σ’ αυτούς που γιορτάζουν
Και τα Χριστούγεννα, σ’αυτούς που τα γέννησαν
Γιατί, αν γράψω άλλη μια στροφή,
Τα πόδια μου θα ξεπαγιάσουν.
Δε θέλω να είμαι αχάριστος
Μα, κάτω από αυτόν, τον μαύρο ουρανό,
Το μόνο δώρο που έλαβα
Ήταν αυτό που μου’δωσε η βροχή.
(1930)
Μετάφραση: Αγγελική Πεχλιβάνη
Ανν Σεξτον, Παραμονή Πρωτοχρονιάς.
Ω κοφτερό διαμάντι, μάνα μου!
Δεν εκτίμησα την αξία
των μορφασμών τού προσώπου και της ψυχής σου
—το δώρο εκείνο που έχασα.
Γλυκό μου κορίτσι, τάφε μου,
κυρά μου με τα πολύτιμα δάχτυλα
το πορτρέτο σου τρεμόπαιζε όλη νύχτα
δίπλα στα λαμπιόνια του δέντρου.
Το πρόσωπό σου ήρεμο σαν φεγγάρι
πάνω σε μια θάλασσα ανθρώπινη
δέσποζε στη συγκέντρωση της οικογένειας.
Τα δώδεκα εγγόνια
που φοράς στον καρπό,
ένα μωρό τριών μηνών,
μια γενναία επιταγή που δεν υπέγραψες ποτέ,
ένα μωρό με κόκκινα μαλλιά που χόρευε τουίστ,
οι κόρες σου που μεγαλώνουν,
σύζυγοι και νοικοκυρές καλές,
που αποφεύγουν το πορτραίτο σου,
όμως μιμούνται τη ζωή σου.
Αργότερα, μετά το πάρτυ,
αφού κοιμήθηκε το σπίτι,
ξαγρύπνησα πίνοντας το χριστουγεννιάτικο μπράντυ,
βλέποντας την εικόνα σου,
αφήνοντας το δέντρο να αναβοσβήνει.
Αστράφταν τα λαμπιόνια.
Έφτιαχναν φωτοστέφανο πάνω στο μέτωπό σου.
Υπήρχε μια κυψέλη,
μπλε, κίτρινη, πράσινη, κόκκινη·
η καθεμιά με το δικό της τον χυμό, η καθεμιά καυτή και ζωντανή
να ορμάει στο πρόσωπό σου. Αλλά εσύ δεν σάλεψες.
Συνέχισα να βλέπω, πιέζοντας τον εαυτό μου,
περιμένοντας, ακούραστη, τριάντα-πεντε.
Ήθελα τα μάτια σου, σαν τις σκιές
δυο μικρών πουλιών, να αλλάξουν.
Μα δε μεγάλωσαν.
Το χαμόγελο που με σάρωνε, όλο πνεύμα
και χάρη, ήταν ανίκητο.
Για ώρες κοιτούσα το πρόσωπό σου
μα δε μπορούσα τις ρίζες να του βγάλω..
Και τότε είδα πώς ο ήλιος έπεφτε πάνω στο κόκκινο πουλόβερ σου,
στον μαραμένο σου λαιμό,
στο κακοβαμμένο δέρμα σου, στο ροζ χρώμα της σάρκας.
Εσένα που με όριζες, σε είδα όπως ήσουν.
Και σκέφτηκα το σώμα σου
όπως κάποιος σκέφτεται τον φόνο —
Τότε είπα Μαρία —
Μαρία, Μαρία, συγχώρεσέ με
κι ύστερα ακούμπησα ένα δώρο για το παιδί,
το τελευταίο που γέννησα πριν απ’το θάνατό σου·
κι ύστερα άγγιξα το στήθος μου
κι ύστερα άγγιξα το πάτωμα
κι ύστερα πάλι τον μαστό μου
σαν να ήταν ένας από τους δικούς σου.
(1964)
Μετάφραση: Αγγελική Πεχλιβάνη
Ουίσταν Ώντεν, Επί του παρόντος: Χριστουγεννιάτικο Ορατόριο
(Απόσπασμα)
Λοιπόν, αυτό ήταν. Τώρα πρέπει να ξεμοντάρουμε το δέντρο,
να βάλουμε τα στολίδια πίσω στα κουτιά τους
–κάποια έσπασαν– και να τα κουβαλήσουμε στη σοφίτα.
Το πουρνάρι και το γκι πρέπει να κατεβούν και να καούν,
και τα παιδιά να ετοιμαστούν για το σχολείο.
Θα βγάλουμε την υπόλοιπη βδομάδα με τα φαγητά
που έμειναν και θα ξαναζεσταθουν –όχι ότι έχουμε όρεξη πολλή,
έχοντας πιει τόσο. Έχοντας ξενυχτήσει τόσο,
προσπαθησει τόσο – και αρκετά ανεπιτυχώς–
να αγαπήσουμε όλους τους συγγενείς· και γενικά
έχουμε υπερεκτιμήσει τις δυνάμεις μας. Ακόμα μια φορά
όπως τα προηγούμενα χρόνια, είδαμε το πραγματικό Όραμα και αποτύχαμε.
Μόνο ως δυνατότητα το εκλάβαμε, σαν εν δυνάμει.
Και πάλι Τον αποδιώξαμε.
[…]Το Χριστουγεννιάτικο Τραπέζι είναι ήδη μια θολή ανάμνηση[…]
…………………………………………………………………………………..
[…]Μοιάζει να μίκρυνε μέσα στις γιορτές. Οι δρόμοι
είναι πολύ στενότεροι από όσο θυμόμασταν· είχαμε ξεχάσει
ότι το γραφείο ήταν τόσο καταθλιπτικό. Για εκείνους που έχουν δει
το Βρέφος, ακόμα και αμυδρά ακόμα και με δυσπιστία,
Ο Παρών Χρόνος είναι, κατά μία έννοια, ο πιο δύσκολος χρόνος απ’ όλους.
(1944)
Μετάφραση: Αγγελική Πεχλιβάνη