Περιτύλιγμα
Ολόχρυσο και γιορτινό το περιτύλιγμα
Με κάτι λουλουδάκια κατακόκκινα πάνω σε μίσχους λεπτεπίλεπτους
Προμήνυε του δώρου την αξία την ανάλογη
και έκανε την καρδιά να ριγά σε κάθε του θόρυβο
κάθε που γίνονταν προσπάθεια αποκάλυψης
Ανατρίχιαζα με τούτο τον ήχο
Ίσως γιατί…
Κάτι υποσυνείδητο φτερούγιζε μέσα μου
σαν ο πίθος των Δαναΐδων άδειαζε
Η φαντασία καβαλούσε το άρμα της
που το΄σερναν μοναχά του Αχιλλέα τα άλογα
Αθάνατα, μα τι τα θες
Το δάκρυ τους ακόμα κρατά το χώμα υγρό.
Κάλπαζε η λαχτάρα, θέριευε η προσμονή
Και η αθωότητα σφύριζε αδιάφορα
στου φθόνου τα ευθύβολα βλέμματα
Κι όμως…
Κάτι υποσυνείδητο φτερούγιζε μέσα μου
σαν ο πίθος των Δαναΐδων άδειαζε
Τα στοιχήματα ουδέποτε μ΄ ένοιαξαν
Η βεβαιότητα κέρδιζε έδαφος
καθώς ακουμπούσε σε μαρμάρινες πλάκες
Γιορτινό, κατακόκκινο περιτύλιγμα
Με ανθάκια σε μίσχους λεπτεπίλεπτους
Που υπογράφανε στα μεταξένια φύλλα της καρδιάς
του δώρου την αξία την ανάλογη
Ένας ήχος ασθενής μα ρυθμικός ακούστηκε
Ένα εκκρεμές, ένα ρολόι, ένα χρονόμετρο
Επιτραπέζιο θα είναι το παιγνίδι
Προσμονή και λαχτάρα μεγαλύτερες
Γιατί μόνος ποιος θέλει να παίζει;
Αλλά πάλι…
Κάτι υποσυνείδητο φτερούγιζε μέσα μου
Σαν ο πίθος των Δαναΐδων άδειαζε.
Αποκάλυψη στου σπηλαίου τον αντίλαλο
τη στιγμή που μια βόμβα ωρολογιακή απασφάλιζε.
Καταθέτω στεφάνι από τότε
στου ενστίκτου το βαρύτιμο τρόπαιο
χωρίς το χρυσό και γιορτινό περιτύλιγμα