Η ΟΠΤΑΣΙΑ
Κατάκοιτα ήδη
τα πέταλα της γιορτής
κι αίφνης αντίκρυ του
ανάμεσα στα κύματα
μια οπτασία
Πάει κάτι να πει
κάτι ν’ αποκριθεί
μα όπως κεραία που κεραυνός
την τσακίζει
αποσυντονίζεται
και πια στο μυαλό του
μια εικόνα θολή
και μες στο μυαλό του
μια φωνή ακαθόριστη
Πάντα μας περιμένει ένα θαύμα
και πάντα μας βρίσκει απροετοίμαστους
(ανέκδοτο)