Scroll Top

Karoly Fellinger – Εννέα ποιήματα – Μετάφραση: Μανώλης Αλυγιζάκης

Ο Κάρολυ Φελλίνγκερ γεννήθηκε στη Bratislava, και τώρα ζει στη Jelka.Κατά τη διάρκεια του Γυμνασίου στο Hungarian Academic Grammar School of Galanta, ήταν εκδότης του σχολικού περιοδικού και ιδρυτικό μέλος της τριμηνιαίας επιθεώρησης Words of Jelka μεταξύ 1993 και 2003. Έχει δημοσιεύσει δεκαοκτώ βιβλία στα ουγγρικά μέχρι στιγμής. Τα περισσότερα από αυτά είναι ποιητικές συλλογές για ενήλικες και παιδιά. Ως μυθογράφος έχει συλλέξει ιστορίες και θρύλους της περιοχής Matyusford.Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί στα σερβικά, γαλλικά, ρωσικά, σλοβακικά, αγγλικά, γερμανικά, ρουμανικά και τουρκικά. Του έχει απονεμηθεί δύο φορές το Golden Opus Prize και το βραβείο Imre Forbath για την καλύτερη ποιητική συλλογή γραμμένη στα ουγγρικά το 2014. Είναι μέλος της Ένωσης Ούγγρων Συγγραφέων της Σλοβακίας και της Ένωσης Ούγγρων Συγγραφέων.

*

Born in Bratislava, Karoly Fellinger has lived in Jelka since his childhood. During his high school years in the Hungarian Academic Grammar School of Galanta, he was editor of the school Journal and the founding member of the quarterly review Words of Jelka between 1993 and 2003. He has published eighteen books in Hungarian so far. Most of them care collections of poetry for adults and children. As a mythographer he has collected tales and legends of Matyusford Region. His poems have been translated and published in Serbian, French, Russian, Slovak, English, German, Romanian and Turkish. He has been awarded the Golden Opus Prize twice, and the Imre Forbath Prize for best collection of poetry written in Hungarian in 2014.
He’s a member of the Hungarian Writer’s Association of Slovakia and the Hungarian Writer’s Association.

ΡΑΠΤΟΜΗΧΑΝΗ

Ο νους του σαν ραπτομηχανή
απ’ τον ίσκιο του έραψε ένα πανί
που θα χρησιμοποιούσε να τον ντύσει
και ξάφνου σαν μάγος τράβηξε
το κάλυμμα της παλιάς ραπτομηχανής
και διαπίστωσε πως τίποτα δεν υπήρχε
στη θέση της
σίγουρα, ακόμα και σήμερα
τίποτα δεν υπάρχει κάτω απ’ το κάλυμμα

SEWING MACHINE

His brain, like a Singer sewing machine
tried to make a cloth from his shadow
which he could use to cover it, then as
a magician suddenly snatches the sheet
off the worn-out old sewing machine
there was nothing left there;
to be sure, today still there is nothing.

*

ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ

Μια ερεθισμένη
πράσινη κιρσώδης φλέβα
είναι σαν πυρκαγιά.
Ο ίσκιος του Γιάννου γραπώθηκε
απ’ την κρεμάστρα
καθώς το φως
απορρίπτει το χρόνο
όπως το φίδι το δέρμα του

το αιμόφυρτο κεφάλι του ψαριού
ψάχνει για τη θάλασσα
τσιτώνοντας τα σχέδια του χαλιού
που μετά τα κρύβει από κάτω

το χοχλάδι πέφτει απ’ το χέρι στο χώμα
το χοχλάδι πέφτοντας
κάνει κάτι αναμενόμενο
κι η Μοίρα ένα ενυδρείο
σε σχήμα ψαριού

ο αμνός κρύβει στα μάτια του
ανέγγιχτο το μήλο
απαγορευμένο δέντρο
συνέχεια παράγει
ανέγγιχτα μήλα

πέτρινη η ματιά
που λιώνει κάτω απ’ τη γλώσσα
του Γιάννου

ALTAR

The inflamed
green varicose vein
is like wild fire.
Janos’ shadow got caught
on the coat hanger and
the light sheds time
like a snake.

Bloody head of the fish
spies from the sea
pecking up
the patterns on the carpet, then
sweeping them under.

A pebble that falls back down on the ground
the pebble that falls back down
acts out of character and
Fate is an aquarium
in the shape of a fish.

Lamb, in its eyes
untouched apple-cores
forbidden tree
producing
untouched apple-cores.

Stone is an icy look
that melts under
Janos’ tongue.

*

ΠΡΟΒΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

Στάλες βροχής σαν λεπιδόπτερα
ερευνούν τον γεμάτο τρύπες ουρανό
και με τη ματιά τους τον μπαλώνουν

πάντα πέφτουν στα πόδια τους
σαν μάγισσες που `γιναν γάτες
με τα νύχια τους
που έκοψε η γειτόνισσα μου Γιανόσκα

κι έγινα ήρωας
την πιο απρόσμενη στιγμή
καθώς ο Γιάννος μας φαντάζεται
το θάνατό του
και καταγράφει σχετικά σενάρια

DEATH REHEARSAL

The raindrops, like moths
stare at the sky full of holes
and patch it up with their look

they always land on their feet, like
witches changed into cats
whose claws are cut off
by our neighbor Janoska

who turns into a hero
at the most unexpected moment
when our Janos imagines
his own death and
scribbles several drafts about it.

*

Η ΑΛΛΗ

Αν κοιτάζω βαθιά στα σκούρα γαλανά μάτια της Τζούλης
ανακαλύπτω ένα τυφλό άντρα
έναν άντρα που γεννήθηκε τυφλός

τα πολλαπλά άδεια σπιρτόκουτα
δεν χωρούν στη βαλίτσα του
αλλά καταφέρνει τελικά να την κλείσει
και μετά ψάχνει στην τσέπη του
και βγάζει έναν αναπτήρα, τον ανάβει
αρκετές φορές με τρόπο δείχνοντας
πως ένα νέο βαπόρι θα πλησιάσει την ακτή.

Αν κοιτάξω βαθιά στα σκούρα γαλανά μάτια της Τζούλης
ο τυφλός άντρας με περιμένει
μόνο εμένα εμπιστεύεται
είμαι η μόνη του ελπίδα
περιμένει να του πω περισσότερα για τη Τζούλη
κάτι καλό, κι αμελητέα υπέροχο
κι έτσι με τα μάτια χαμηλωμένα
επαινώ τα ολόφωτα μάτια της Τζούλης
καθώς ο άντρας αρχίζει να βλέπει, νομίζω
μ’ έχει δει να κλαίω κάπου
παρ’ όλο που αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

THE OTHER

If I look into Juli’s dark blue eyes
I find a blind man
a man born blind
the many empty match boxes don’t fit
into his suitcase, he manages
to close it anyway, then he reaches
into his cigar pocket and pulls out
a gas lighter, lighting it several times,
visibly and wisely signaling that
a new boat is going to approach the shore.

If I look inti Juli’s deep blue eyes
the blind man waits for me
he trusts only me
I’m the last straw for him
he expects me to tell him more about Juli
something good and recklessly beautiful
so now with eyes cast down, I praise
Juli’s clear eyes, while
the man begins to see, I believe
he ha seen me weep somewhere,
but that really is another story.

*

ΕΣΠΕΡΙΝΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Στο έσχατο του κόσμου
η σκέψη αποκτά φτερά
αλλά ας υπομένει τον Γιάννο
που μόλις είπε να ξεκουραστεί
και παρατηρεί στον ύπνο του
ότι έχει μεγαλώσει μούσι
κοιτάζει την ανοιχτή πόρτα του κλουβιού
κι η ντροπή του καλύπτεται
απ’ τον πολυλογά μπλε παπαγάλο
παραγεμισμένο με πριονίδια

EVENING RESPONSE

At the very end of the world
thought grows wings of its own
but let it bear Janos
who has just lied down to rest
he watches
having grown a beard in his sleep
he gazes the open door of the cage
his embarrassment is hidden
by the talking blue parrot
stuffed with wood chips.

*

ΥΔΡΟΡΟΗ

Ι

Επειδή ο Γιάννος πήγε για ύπνο
εκείνη ακριβώς την ώρα
τώρα ονειρεύεται πεινασμένους ονειροκρίτες
κι όχι μάταια
αφού μόνο το παιδί που γεννήθηκε τυφλό
είναι σε τέτοιες στιγμές σχετικά αόρατο

Ο Γιάννος μπορεί να μάθει
ν’ ανακαλύψει παρατηρώντας
ότι κανείς δεν μπορεί να προκαλεί την ελπίδα

κι ότι η ελπίδα πάντα υπάρχει
αφού κι ακόμα ο Θεός
μας μπερδεύει τα πράγματα

GUTTER

I

Because Janos fell asleep at the exact time
he’s dreaming now of hungry dream-readers
not in vain
for only the child born blind
can still be invisible

at such times, Janos can learn that
by observing,
he could discover
that one could no longer defy hope

and that hope is always there
and that even God messes
things up for us.

ΙΙ

Ο Γιάννος μέσα στον καθρέφτη
περιμένει την Τζούλη
που όταν σταθεί μπροστά του
και κάτσει στην πλαστική καρέκλα
που βρίσκεται εκεί
σαν να την είχαν τοποθετήσει επίτηδες,
μπορεί να την ζωγραφίσει εκ μνήμης
δίχως να βλέπει αν είναι γυμνή ή ντυμένη

κι αλήθεια ο Γιάννος ζωγραφίζει τη Τζούλη
με την πλάτη του προς τον καθρέφτη
κι απεικονίζει εξαίσια το φόρεμά της
κι επίσης το χρώμα των μαλλιών της

II

Janos is waiting for Juli behind the mirror,
so when she arrives in front of
the mirror she can sit on the
plastic chair that was put there
as has been pre-arranged, he
can paint her from memory
not seeing whether she is naked or dressed
though Janos paints Juli with his back to the mirror
catching the dress spot on, as well as the colour of
her hair

ΙΙΙ

Όταν ο Γιάννος φεύγει
κλειδώνει την πόρτα του σπιτιού
στην πραγματικότητα κλειδώνει
τον εαυτό του απ’ έξω
είναι απ’ αυτούς που κάνουν
σπίτι τους το κάθε παράτολμο όνειρό τους
ανάμεσα στα φαντάσματά του.

Όταν γυρίζει πίσω τα φαντάσματα
βιαστικά κλείνουν ερμητικά
την σιδερένια πόρτα του σπιτιού του σκύλου
παρ’ όλο που ο σκύλος τους εγκατέλειψε
τώρα και πολύν καιρό

III

When Janos leaves home
he locks the door with the key
in truth he locks himself our
he’s someone who finds a home
among his wild dreams, among his ghosts.
When he returns they quickly secure the dreadfully
creaking iron door of the dog-house
though the dog left a long time ago.

*

ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Στον παράδεισο των επιθυμιών
στο μαγικό Παλάτι της περιέργειας
ποιος σερβιτόρος ή μάγειρας
θα ήταν πιο κατάλληλος
που γι’ αυτόν ο Γιάννος
έγραψε ένα πολύ καλό συστατικό γράμμα
καθώς ονειρευόταν την τελειότητα
και τις δεσμεύσεις όταν η βασική
έννοια των πραγμάτων γινόταν
όλο και πιο παχιά, σοφή και αδιατάραχτη
σαν το σκουλήκι μέσα στο μήλο

TALE

In the paradise of desires
the Wonder Palace of magic
who else could the waitress be
the skillful cook, than
reality itself for whom
Janos, the very last of the last
candid poets, gave a good letter of
recommendation
when he dreamt of
perfection and commitment
when the essential nature of things
grew fatter and fatter, wise and undisturbed
like a worm in the red apple.

*

ΑΝ

Η Τζούλη σήμερα δεσπόζει στο ποίημα
σαν ο Γιάννος έφερε τ’ όνομα του Θεού
στα χείλη του, διαγράφοντας τ’ όνομα
της Τζούλης πάνω απ’ του Θεού
παρ’ όλο που η Τζούλη δεν γνωρίζει
τίποτε για όλα αυτά, σε τέτοιες στιγμές
τον κοιτάζει από πάνω ως κάτω
και του ζητά μετά τη δουλειά του
να ταχτοποιήσει το χώρο

κι ο Γιάννος αφού δεν ξέρει αν αυτό αλλάξει
καθόλου το ποίημά του το διαβάζει
μερικές φορές κατανοεί ότι τίποτε
δεν χρειάζεται ν’ αλλαχθεί
παρ’ όλο που μετά απ’ αυτό η Τζούλη
του φέρεται σαν να `ναι ο Θεός της
κι εκείνος σαν να νιώθει κάποια ενοχή
υποχρεώνεται συχνά να υπακούει

IF

Juli appears in the poem today, if
Janos were serious about not taking the
Lord’s name in vain, crossing out Juli’s
name above God’s, although Juli knows
nothing about the whole thing, at such times
she gives Janos a good dressing down
demanding that he wash up after himself
though Janos is curious whether his poem
will change as a consequence
although after he reads several times
he realises that actually nothing
has changed
although it seems that since then Juli
has been attending on him like
the almighty, and
as if tormented by pangs of conscience
he feels it is right to obey at times.

*

ΑΔΕΞΙΑ

Ο Γιάννος επαναστατεί αδέξια: ανάβει
το φως, κοιτάζει έντονα το φωτιστικό
λείπει μια λάμπα από μια υποδοχή
που το βρίσκει παράξενο και κάνει
νόημα πως συμφωνεί
νιώθει πως τα μισά απ’ τα στολίδια
του περσινού Χριστουγεννιάτικου δέντρου
κρύβονται κάτω απ’ το κρεβάτι
ψάχνει για την κατάλληλη υποδοχή
που ξαφνικά σιγά σιγά απομακρύνεται
μέχρι που φτάνει στο ταβάνι
όπου και πολλαπλασιάζεται
κι ο Γιάννος εκνευρίζεται σε σημείο
που πηδώντας προς το ταβάνι
ανάβει το φως με το κεφάλι του

CLUMSILY

Janos rebels clumsily: turns on
the light, stares at the chandelier,
the bulb is missing from the socket
he finds it odd and he nods
he has the feeling that more than half of
last year’s Christmas tree decorations
are under the bed, he looks for the
proper connector, but suddenly it
crawls away, inching along,
it multiplies on the ceiling,
Janos goes nuts, he leaps up
and full to the brim
he turns on the bulb with his head.

Μετάφραση: Μανώλη Αλυγιζάκη//Translated by Manolis Aligizakis

______________________________________________

Ο Μανώλης Αλυγιζάκης, Κρητικός-Καναδός ποιητής, συγγραφέας και μεταφραστής. Είναι ο πιο πολυγραφέστατος συγγραφέας-ποιητής και μεταφραστής της ελληνικής διασποράς. Σε ηλικία έντεκα χρονών αντέγραψε το πασίγνωστο επικό-ρομαντικό ποίημα ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ που τελευταία εκδόθηκε σε περιορισμένο αριθμό 100 αριθμημένων αντιτύπων και είναι διαθέσιμο στην τιμή των 5.000 δολλαρίων Καναδά για τους εκλεκτικούς συλλέκτες σπανίων βιβλίων: το πιο ακριβό βιβλίο του είδους του στον κόσμο. Τελευταία έγινε επίτιμος καθηγητής και συνεργάτης της International Arts Academy και του απονεμήθει ο τιμητικός τίτλος Master of the Arts in Literature. Ξεχωρίζει για τη δυνατότητά του να κομίζει εικόνες και ιδέες με πλούσιο και συνειρμικό τρόπο που αγγίζουν βαθιά τον αναγνώστη.
Γεννήθηκε στο χωριό Κολυμπάρι δυτικά από τα Χανιά της Κρήτης το 1947. Όταν ήταν ακόμα σε παιδική ηλικία η οικογένεια του μετακόμισε πρώτα στη Θεσσαλονίκη και μετά στην Αθήνα όπου σπούδασε παίρνοντας πτυχίο Πολιτικών Επιστημών από το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία για δυο χρόνια κι ύστερα μετανάστευσε στο Βανκούβερ του Καναδά όπου ζει έως τώρα και παρακολούθησε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Σαϊμον Φρεϊζερ.
Έχει γράψει τρία μυθιστορήματα, ένα μεγάλο αριθμό βιβλίων ποίησης που άρχισαν να εκδίδονται τα τελευταία χρόνια, αρκετά άρθρα, διηγήματα και μελέτες στα αγγλικά και στα ελληνικά που έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, ανθολογίες και εφημερίδες στον Καναδά, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Μεγάλη Βρετανία, στην Αυστραλία, Ρουμανία, Αυστρία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Λίβανο, Σουηδία, Βραζιλία, Πακιστάν και στην Ελλάδα.
Η ποίηση του έχει μεταφραστεί στη Ρουμανική γλώσσα, στη Σουηδική, στην Ουγγρική, στην Αραβική, στα Ισπανικά, στα Γαλλικά, στα Γερμανικά, στη Σερβική, στην Πορτογαλική, Τουρκική, και στη Ρώσικη γλώσσα, στα Ουκρανικά, στα Ιαπωνικά, στα Κινέζικα, στα Ιταλικά, κι έχει παρουσιαστεί σε διάφορους φορείς των χωρών αυτών.
Η μετάφραση του στα αγγλικά Απάντων Γιώργου Σεφέρη, κατέληξε στις βραχείες λίστες των Ελληνικών Βραβείων Λογοτεχνίας για εκδόσεις του 2012.Το Σεπτέμβριο του 2017 βραβεύθηκε με το Πρώτο Βραβείο Ποίησης στο Διεθνές Φεστιβάλ Μιχαήλ Εμινέσκου, στην Κραϊόβα της Ρουμανίας.