Ο Χαρίλαος Νικολαΐδης (γεννηθείς το 1986) ανήκει στη βιολογική γενιά των ποιητών που γεννήθηκαν από το 1975 έως το 1990 (Δήμητρα Αγγέλου, Γ. Αλισάνογλου, Θ. Βολκώφ, Θ. Γαλανάκης, Χ. Γαρουνιάτης, Ε. Γιώσα, Μ. Γκανά, Κ. Γλυνιαδάκη, Π. Γκολίτσης, Α. Γρίβα, Γ. Δούκας, Λ. Καλλέργη, Α. Κορδάς, Ι. Ντούμη, Γ. Στίγκας, Χ. Ψαρράςκ.ά). Πρόκειται για ποιητές κοσμοπολίτες, γλωσσομαθείς και άρα με γνώση απ΄το πρωτότυπο της ξένης λογοτεχνίας, ιδίως της αγγλοσαξωνικής (πολλοί εξ αυτών έχουν να επιδείξουν και μεταφραστικό έργο), που έχουν παράλληλες πορείες και, διαισθητικά μιλώντας, μια κάποια διάδραση. Δεν γνωρίζω, ούτε είναι υπό εξέταση θέμα της συγκεκριμένης παρουσίασης, αν η ιστορία της λογοτεχνίας –σταθμίζοντας μελλοντικά τα κοινά ποιητικά χαρακτηριστικά αυτών των ποιητών και τις ιδεολογικές και κοινωνικές παραμέτρους γέννησης των ποιημάτων τους–τους κατατάξει σε μια ενιαία ποιητική γενιά (π.χ. της διαψευσμένης ευημερίας, ή κάτι παρόμοια ηχηρό)το σίγουρο είναι πως οι προαναφερθέντες ποιητές θα απασχολήσουν, mutatis mutandis και άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, τη νεοελληνική γραμματολογία.
Το Ανθρώπινο Δικαίωμα είναι το τρίτο βιβλίο του 35χρονου ποιητή. Αποτελείται από σαράντα σελίδες, είκοσι τέσσερα ποιήματα, τετρακόσιες πενήντα λέξεις (μαζί με τους τίτλους) και δέκα πέντε επίθετα. Γιατί αυτή η αριθμολαγνεία; Μα γιατί (και) μ’αυτόν τον τρόπο αποδεικνύεται ότι η αφαιρετικότητα και η σχεδόν πυρηνική ποιητική πύκνωση του Νικολαΐδη–που στις προηγούμενες συλλογές του είχαν διαγραφεί ως τάση ή και ως παιγνιώδης επιλογή– συνιστούν τα βασικά του γνωρίσματα και αναπόσπαστα στοιχεία του συγκροτηθέντος -πλέον- ποιητικού του ύφους. Με μια γλώσσα απέριττη (κυριαρχούν τα ρήματα και τα ουσιαστικά), ευθύβολη και δραστική, χωρίς γλωσσικές ναρκισσιστικές “φιοριτούρες”, “ποιεί” το ποιητικό του σύμπαν.
Ταυτότητα
Δεν υπήρξα
ποτέ
Αντώνης,
Βασίλης,
ούτε καν
Γεράσιμος.
Από
παιδί
ήμουν
το σύμπαν
που έμενε
μόνο του
στο
διάλειμμα.
Μοιάζει με γλύπτη που αφαιρεί από το πρόπλασμα του έργου του οτιδήποτε το περιττό και πλεονάζον, με στόχο να αναδειχθεί το ουσιώδες.
Τα ποιήματα του Χ. Νικολαΐδη, στην εν λόγω συλλογή, έχουν ιδιότυπη μορφή: υψώνονται κατακόρυφα, ραδινότατα αναπτύγματα (ο στίχος αποτελείται από μια ή δυο λέξεις), που θυμίζουν την εικαστική αποτύπωση κάποιων ποιημάτων του Εγγονόπουλου. Αυτή η μορφική παραδοξότητα, αυτός ο μορφικός “αιφνιδιασμός”, δεν είναι ένα εύρημα που εξαντλεί τη δυναμική του σε στιγμιαία οπτικά αντανακλαστικά, δηλαδή σε δονήσεις επιφανείας. Οι ιδεολογικές και αισθητικές δονήσεις που μας προσφέρει ο Νικολαΐδης, προκαλούνται από το βυθό των ποιημάτων, από το γλωσσικό και θεματικό τους υπόστρωμα που ενισχύει την ακαριαία και οξεία τους αίσθηση. Τα ποιήματα στο Ανθρώπινο δικαίωμα–τα περισσότερα δεν υπερβαίνουν τις είκοσι λέξεις – δεν έχουν ισχύ αξιώματος ή αφορισμούˑ αντίθετα μας αφηγούνται ολόκληρες ιστορίες. Είναι αξιοθαύμαστο το ποίημα πατρίδα, που μέσα σε είκοσι τέσσερις λέξεις κατορθώνει και συμπυκνώνει την ιστορία της χώρας μας.
Από
τόσο αλάτι
κράτησα
μόνο
το
τρυφερό
φιλί
που
αντάλλαξαν
η Σκύλλα
με
τη
Χάρυβδη,
αργά
το βράδυ,
όταν
όλα
τα
καράβια
είχαν
βυθιστεί.
Στις προηγούμενες συλλογές του Νικολαΐδη, εντοπίζονται –πέραν των προαναφερθέντων μορφολογικών στοιχείων– μια κομψή αλεγρία, μια διακειμενική, αριστοκρατική ειρωνεία, η προβολή του χθαμαλού και φαινομενικώς ασήμαντου εις βάρος του ποιητικά “υψηλού”ˑ ένα είδος, δηλαδή, “αβάσταχτης ελαφρότητας του είναι” που, σε συνδυασμό με το χιούμορ και την πνευματώδη αυτοϋπονόμευση του ποιητή, σε κάνουν να απολαμβάνεις τα κείμενα χαμογελώντας –χωρίς αυτό, βέβαια, να σημαίνει ότι ο Νικολαΐδης υποκύπτει στην τρέχουσα απαίτηση της “έξυπνης”, μεταμοντέρνας, ποιητικότροπης κειμενογραφίας. Στην παρούσα συλλογή, η φαινομενική ιλαρότητα και ο ευφυής αστεϊσμός των συλλογών Αλεπού στον αυτοκινητόδρομο (Μελάνι, 2015) και Άλλες γεύσεις (Μελάνι, 2018), υποχωρούν.
Ηλέκτρα
Όχι, δεν κατάλαβες καλά.
Ο πατέρας μου
σκότωσε την αδελφή μου,
η μάνα μου τον πατέρα μου,
ο αδελφός μου την μάνα μου.
Τι απρέπεια όμως.
σε κουράζω με τα δικά μουαπό το πρώτο rendez-vous.(Αλεπού στον αυτοκινητόδρομο)
Το βασικό θέμα του ολιγοσέλιδου αυτού βιβλίου είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα – εξ ου και ο εύγλωττος τίτλος. Περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, λοιπόν, ο λόγος. Θέμα που άπτεται της επαγγελματικής ιδιότητας του ποιητή –είναι δικηγόρος και λέκτορας Δημοσίου Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Essex. Φυσικά τον Νικολαΐδη δεν τον ενδιαφέρει η συνταγματική-νομική διάσταση των δικαιωμάτων, αλλά η ποιητική-συναισθηματική τους έκφραση και αποτύπωση. Οι ερευνητικές του εμπειρίες μεταβολίζονται σε ποιήματα θαυμαστά, με συμπυκνωμένο νόημα –συχνά δοκιμιακού πυρήνα– και ειδικό βάρος. Δικαιώματα όπως η ελευθερία του συνέρχεσθαι, το δικαίωμα συνάψεως γάμου, η ελευθερία έκφρασης, η απαγόρευση δουλείας, η απαγόρευση βασανιστηρίων και άλλα (συνολικά δεκατέσσερα), κατατίθενται, όχι με διακηρυγματική στόχευση –και άρα με κανονιστική και “δασκαλίστικη” ηθικολογία–, αλλά με ένα εξόχως ποιητικό τρόπο πολλαπλών σημασιοδοτήσεων και λοξών υπαινιγμών. Καθένα από αυτά θα μπορούσε να αποτελεί το motoγια τον αντίστοιχο καταγεγραμμένο νόμο.
ελευθερία του συνέρχεσθαι
Στάθηκα
πλάι σου
επίμονα.
Αν
άλλαζα
θέση,
τα
αγάλματα
θα
αποφάσιζαν
για εμάς.
Κυρίως, όμως, τα ποιητικά ανθρώπινα δικαιώματα του Νικολαΐδη περιβάλλονται από προστατευτική στοργή και θωπευτική τρυφερότητα, που δεν καταφέρνουν (ίσως και δεν θέλουν), να κρύψουν την κοινωνικοπολιτική –και ως εκ τούτου υπαρξιακή– αγωνία του ποιητή για τη διασφάλισή τους.
δικαίωμα συνάψεως γάμου
Τα
δάχτυλά
μας
αμφισβήτησαν
το
χάος.
Από
εμένα,
από
εσένα
κρατιόμαστε.
Εκτός από τα προαναφερθέντα δεκατέσσερα θεμελιώδη δικαιώματα, ο Νικολαΐδης κάνει ποίηση και δέκα θεμελιώδεις έννοιες της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως η καταγωγή, η κοινότητα, η δημοκρατία, η ενημέρωση κά., για να καταλήξει, εν είδει επιλόγου, στην Αλληλεγγύη, που αφενός μας παραπέμπει στο εξώφυλλο του βιβλίου (δυο άνθρωποι να ενώνουν τα χέρια και οι σκέψεις τους να δημιουργούν μια προοπτική πύλη επικοινωνίας), αφετέρου μας χαρίζει ένα από τα καλύτερα ποιήματα της συλλογής που ενέχει θέση προσωπικού μανιφέστου.
Αλληλεγγύη
Δεκατέσσερις
φορές
μετρήθηκα
και
ήμουν
ακόμα
εσύˑ
και
ήσουν
ακόμα
εγώ.
Είμαστε
μια καλή αρχή.