Scroll Top

Χρίστος Ρ. Τσιαήλης, «συμΠτώματα» – Παρουσίαση από την Τζούλια Γκανάσου

   «”Για όλα αυτά που περίμενες” ακούγεται μια ισχνή φωνή / Όσα το ημίφως μοιράζει / το μεσημέρι σέπονται / το βράδυ λιπαίνουν / να τρέφεται η νύχτα / απ’ των αδικημένων τους θρήνους / για να μοιράζει βιος.»
   Ο Χρίστος Ρ. Τσιαήλης έχει στο ενεργητικό του τέσσερα βιβλία (δύο συλλογές διηγημάτων, ένα μυθιστόρημα και ένα ποιητικό έργο) ενώ ποιήματα και διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί στις Η.Π.Α., στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Αυστραλία, στη Συρία, στο Μεξικό, στην Ινδία, στην Ιαπωνία και σε πολλές άλλες χώρες. Στην πέμπτη λογοτεχνική κατάθεσή του με τον τίτλο «Συμπτώματα», ο Τσιαήλης παραδίδει μια άρτια ποιητική συλλογή η οποία χαρακτηρίζεται από μια πληθώρα αφηγηματικών τρόπων, θεμάτων και φωνών, διαμορφώνοντας έτσι ένα σύμπαν άκρως ενδιαφέρον, πλούσιο και υπαινικτικό.
   «Όταν τελειώσεις, θα παραδώσεις τον χάρτη, αντίγραφο δεν κρατάς άκουσα απέξω κι η ηχώ της γνωστής φωνής σταμάτησε τον χρόνο.»
   «[Οπές τόσο αχανείς που έκρινε η μάνα μου σωστό να με ταΐζει κίτρινη κόλλα καυτερή από βιβλία που δεν δέθηκαν ποτέ / -για να διαβάζομαι ευκολότερα τις παγωμένες μέρες-]»
   Το ταξίδι στον εαυτό, στον κόσμο, στον χρόνο, στον τόπο, στον μόχθο, στον «άλλο» αποτελεί τον κεντρικό άξονα στην ποίηση του Τσιαήλη. Είναι αξιομνημόνευτος ο τρόπος που χρησιμοποιεί την αλληγορία για να συνδέσει έννοιες με εικόνες, στοχασμούς με πληροφορίες, στιγμές με συναισθήματα. Είναι αξιοπρόσεχτη η τόσο καλοδουλεμένη χρήση της γλώσσας, ώστε να αποδίδει τις πιο λεπτεπίλεπτες διασυνδέσεις συλλήψεων και φαινομένων, πολύ συχνά εντελώς ασύνδετων.
   «Το τελευταίο κίτρινο που θα αφήσω / πρι[ν θά]ψω το σώμα μου / κάτω απ’ τα ξυσμένα πριονίδια / της σανίδας του Γαλιλαίου / που με καταπλακώνει / για να κρυφτώ από τις μάχες / που δεν ήλ[θαν].»
   Σε ετούτη την ευφάνταστη ποιητική συλλογή με τον εύστοχο τίτλο «συμΠτώματα» όπως πολύ ωραία παρουσιάζεται στο εξώφυλλο του βιβλίου, η τρέλα συνυπάρχει με τη λογική, το σκοτάδι με το φως, ο έρωτας με τη μεγάλη αγάπη, ο πόλεμος με την ειρήνη όπως συνυπάρχουν τα συμπτώματα με την ασθένεια, προοικονομούν, προϊδεάζουν και κινητοποιούν, εν μέρει καθορίζουν.
Σαφής είναι η παρουσία του τραύματος σε όλες τις εκδοχές του ως μέρος του κύκλου της ζωής ή ως έκφραση της εξουσίας που δρα ανεξέλεγκτη και ελέγχει τη μοίρα των ανθρώπων. Σαφής και η κυπριακή ταυτότητα, όχι πρόδηλη αλλά παρούσα ως μέρος μιας πληγής που μένει ζωντανή μέσα στα χρόνια και μέσα στις καρδιές.
   «Ο εγγονός μες στο χαράκωμα / κρατάει το κέντημα / στο αριστερό του χέρι / και τη σκανδάλη στο δεξί. / Γνωρίζει για την απουσία της μαργαρίτας / Άνοιξη, 1918 / ο εγγονός κοιτάει δεξιά / ο εγγονός κοιτάει κάτω / ο εγγονός κοιτάει εγγονούς που κοιτάνε ήλιους / ράμφος χωρίς πρόσωπο πλησιάζει με ταχύτητα / (μικρή παύση) / Ο εγγονός κοιτάει επάνω.»
   Το κενό, η ματαίωση, η φθορά αποτελούν βασικές συνιστώσες στην ποίηση του Τσιαήλη. Όμως, ο ποιητής δεν καταργεί την αδυναμία. Ίσα ίσα την αποδέχεται ως αναπόφευκτη συνθήκη, ώστε να φτάσουμε στη δύναμη ή ίσως, στην ευθύνη. Για αυτό και τα ασπρόμαυρα σχέδια από όρθια, γυμνά κορμιά που κοσμούν εσωτερικά το βιβλίο, συνομιλούν τόσο εύγλωττα με τη ροή των λέξεων, δίνοντας ένα επιπλέον επίπεδο αναπαράστασης των νοημάτων που εκπνέουν τα ποιήματα.
   «Δεν πίστεψες / πώς ένα τσαμπί σταφύλι / θα μπορούσε ποτέ / στη μάχη σου αυτή / να σε νικήσει / -η ανάσα σου βαριά- / ακολου[θά ν]έο ρυθμό σήμερα / όπως παλιά / κοιτάζει πίσω τη νέα φουρνιά / -θα κρυφτείς ξανά;-»
   Ως εκ τούτου, τα «Συμπτώματα» είναι μια σπουδαία ποιητική συλλογή, βαθιά, πυκνή, πολυδιάστατη, η οποία ξεδιπλώνεται κάθε φορά με νέο τρόπο σε κάθε νέα ανάγνωση. Τέλος, με πλούτο εκφραστικό και ιδιαίτερη ομορφιά γραφής και σκέψης, ο Τσιαήλης προσφέρει στο κείμενο τον έρωτα, ο οποίος δίνει ανάσα στον ποιητή και ασφαλώς, στον αναγνώστη, μιας και ο έρως εμφανίζεται ως σύμπτωμα ανάτασης, ως φορέας της ζωής, της προσμονής και της ελπίδας, ως ο δρόμος προς τη μεγάλη αγάπη που είναι εν δυνάμει στόχος, αλλά και ιδανικό.
«Είναι αυτή σου η υπόσχεση / του απέραντου λευκού / που όλο φεύγει κι έρχεται / λιώνει με την ανάσα μου / σκληραίνει, όταν κοιμάμαι. / Είναι που ξέρω μια μέρα οριστικά / γυμνός στην αγκαλιά σου θ’ αφεθώ / λευκό απ’ το λευκό σου να ντυθώ / χειμώνας εγώ ο ίδιος / για έναν άλλο σαν εμένα δειλό / που άργησε να σε δεχτεί / ως ενδεχόμενο.»

Χρίστος Ρ. Τσιαήλης, «συμΠτώματα», Εκδόσεις Γκοβόστη