Η τελευταία ποιητική συλλογή της Χρυσάνθης Ιακώβου, “lacrimosa” (βακχικόν, 2021) συνεχίζει την ποιητική πορεία θεμελιωμένη σε μία “φωτογραφική εικαστική”, που είχε χαράξει από την πρώτη της εμφάνιση στα γράμματα. Όλες οι συνθέσεις μοιάζουν με την ποιητική περιγραφή μιας φωτογραφίας, από την οποία εξάγεται το στοχαστικό περιεχόμενο.
Επίκεντρο του προβληματισμού της δημιουργού είναι οι σχέσεις των ανθρώπων (οφειλές), ειδικά της γυναίκας, η θνητότητα (σύντομο ταξίδι, φωνές από μακριά) και η μνήμη (παρελθόν, δισταγμός) και οι απορρίψεις της ζωής. Οι αρνήσεις και οι αντιθέσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του ποιητικού αναστοχασμού (χωρίς άφεση, οι επόμενες μέρες, δυνητική βροχή, εμπόλεμες χώρες, φωνές από μακριά).
Ο ποιητικός προβληματισμός εξάγεται μέσα από εικαστικές αντιθέσεις ανάμεσα στη ζωντάνια της υπαίθρου και τον απρόσωπο και πνιγηρό αστικό χώρο (από το παρελθόν, δυνητική βροχή, απωλεσθείσα ευχή, κόκκινη αντανάκλαση, δυνατότητα, δικαστές, μία μελωδία ξεχασμένη). Τα δίπολα φως-σκοτάδι, ανοιχτός και κλειστός χώρος και ύπαιθρος-άστυ, παιδική ανεμελιά και ενήλικη ζωή κατέχουν κεντρική θέση στην ανάδειξη της ποιητικής αγωνίας (κρυμμένη άνοιξη). Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες συνθέσεις τοποθετούνται σκηνικά σε έναν κλειστό χώρο, κατά βάση σκοτεινό, όπου τα ποιητικά υποκείμενα αισθάνονται παγιδευμένα (οι επόμενες μέρες, παρελθόν, γυναίκα στο ημίφως, δισταγμός, κόκκινη αντανάκλαση, κρυμμένη άνοιξη, οφειλές).
Η τοποθέτηση πολλών συνθέσεων στο καλοκαίρι (μια αλήθεια, αλλού, τέλος, σύντομο ταξίδι, διπλές ζωές, μετάβαση, οφειλές, μισά φεγγάρια, φωνές από μακριά) ενισχύει την ειρωνεία, δημιουργώντας ένα πεδίο αντιθέσεων ανάμεσα στη ζωντάνια της εποχής και τις ανάγκες του ποιητικού υποκειμένου. Το αισιόδοξο πλέγμα του ανοιχτού γεμάτου φως, χρώμα και ήχο σκηνικού χώρου είναι εκείνο που τονίζει τη διάκριση ανάμεσα τις επιθυμίες του ποιητικού χαρακτήρα και τις πραγματικές του ανάγκες. Και αυτή η ανάγκη συνδέεται άμεσα με την ελευθερία από τις συμβάσεις και τις υποχρεώσεις της καθημερινότητας. Καθώς δε το καλοκαίρι συνδέεται με τη θάλασσα (μια αλήθεια, τέλος, σύντομο ταξίδι, χωρίς άφεση, διπλές ζωές) και την ύπαιθρο, δημιουργείται μία νέα αντίθεση απέναντι στον χειμερινό, σκοτεινό και καταθλιπτικό χώρο του άστεως.
Σε αυτό το πλέγμα αντιθέσεων τα πουλιά (χωρίς άφεση, κρυμμένη άνοιξη, μία μελωδία ξεχασμένη, φωνές από μακριά) και τα έντομα (οι επόμενες μέρες, διπλές ζωές, αλλού) συμβολίζουν την ελευθερία και τη ζωντάνια και την ανεμελιά του καλοκαιριού. Αποτελούν μία εικαστική λεπτομέρεια του σκηνικού κάδρου δίνοντας έμφαση στο στοιχείο της ζωής, της ξενοιασιάς και της χαράς. Ο ουρανός (θέα, αλλαγή, διπλές ζωές, μισά φεγγάρια, εμπόλεμες χώρες, τετελεσμένο) διατηρεί έναν εικαστικό συμβολισμό αισιοδοξίας και ελευθερίας, που έρχεται σε αντίθεση με τον μουντό αστικό χώρο. Ανάλογο συμβολισμό ως λεπτομέρεια του ποιητικού κάδρου έχουν και τα ουράνια σώματα, όπως το φεγγάρι (αλλού, θέα, απάντηση από ψηλά, σύντομο ταξίδι, διπλές ζωές, μετάβαση, οφειλές, μισά φεγγάρια), τα αστέρια (θέα) και ο ήλιος (ψευδαισθήσεις). Ως εικαστικά μοτίβα εκπέμπουν μία αισιοδοξία και μία φωτεινότητα, που έρχεται σε αντίθεση με τον σκοτεινό σκηνικό χώρο και τη μελαγχολική διάθεση των ποιητικών υποκειμένων.
Αυτές οι αντιθέσεις και οι συμβολισμοί σε συνδυασμό με τον (ψευδο)εξομολογητικό τόνο προσδίδουν μία ενδιαφέρουσα έμφυλη ερμηνεία της συλλογής, καθώς οι περισσότερες συνθέσεις επικεντρώνονται γύρω από τις υποχρεώσεις και τις συμβάσεις της γυναίκας. Μολονότι η δημιουργός δεν καταγράφει σκηνές οικιακής εργασίας, οι συνεχείς αναφορές σε παιδιά, στον χώρο εργασίας (από το παρελθόν) και τα συναισθηματικά προβλήματα στις σχέσεις (παρελθόν, μία μελωδία ξεχασμένη), μάς επιτρέπουν να προσεγγίσουμε τις συνθέσεις ως μία αλληγορία για την καταπίεση της γυναίκας μέσα από την πολλαπλότητα των ρόλων της. Στην ουσία αναδεικνύεται ο εγκλωβισμός της γυναίκας και η ελευθερία που εκείνη θα ήθελε να απολαύσει, εγκαταλείποντας την εποχή της ανεμελιάς. Τα παιδιά γεμίζουν με το παιχνίδι και τις φωνές τους το ποιητικό κάδρο (αλλού, αλλαγή πορείας, έπεα μη πτερόεντα, δισταγμός, διπλές ζωές, δυνατότητα, συνεχίζεται), ενίοτε και με τις ασθένειές τους (οι επόμενες μέρες) ως ένας συμβολισμός ζωής, της αγνότητας και της ελευθερίας από τις υποχρεώσεις. Ταυτόχρονα όμως ως αντιθετικό σχήμα τονίζει τις υποχρεώσεις του θηλυκού.
Αυτό είναι και το ρέκβιεμ της ελευθερίας, ένας ύμνος πένθους (lacrimosa[i]) για τον χρόνο της νιότης και της αθωότητας που πέρασε, και εγκλώβισε στις συμβάσεις και τις υποχρεώσεις του μουντού αστικού χώρου τη σύγχρονη γυναίκα, κάτι που είχαμε εντοπίστηκε σε παλαιότερες συλλογές της.
[i] Lacrimosa ονομάζονται οι δυο τελευταίες στροφές (18η και 19η ) του ύμνου Dies Irae, που χρησιμοποιείται ως ρέκβιεμ στην καθολική νεκρώσιμη λειτουργία. Πολλοί συνθέτες, ανάμεσα τους ο Μότσαρτ, ο Βέρντι και ο Preisner (που προτείνει και η Χρυσάνθη Ιακώβου) το συμπεριλαμβάνουν σε δικές τους ρέκβιεμ συνθέσεις.