Scroll Top

Emily Jane Brontë -Ένα λουλούδι σε χερσότοπο – Παρουσίαση από την Ελευθερία Θάνογλου

 Emily Jane Brontë -Ένα λουλούδι σε χερσότοπο

γράφει η Ελευθερία Θάνογλου

Τα 41 ποιήματα της Emily Jane Brontë σε μετάφραση της Βασιλικής Σιαφάκα, θα μπορούσαν να αποτελούν και την «επίσημη όψη» της βιογραφίας της ποιήτριας από τον εσωτερικό και κρυφό της κόσμο (ίσως και τον πιο αληθινό), έτσι όπως τον βίωσε για ν’ αντεπεξέλθει στην σκληρή, καθημερινή πραγματικότητα της εποχής στην οποία έζησε ( αποκαλύπτει το Αθέατο την αλήθεια του / Δε νιώθω πια τον έξω κόσμο, παρά την / εσωτερική μου μονάχα ουσία: / Ελεύθερα σχεδόν είν’ τα φτερά της ).

Για την πρόσληψη της ποίησης της Emily Brontë και την διαπίστωση της άντλησης της θεματολογίας, πρέπει πρώτα να δει κάποιος τον ρόλο της γυναίκας κατά τον 19ο αιώνα και πιο συγκεκριμένα στην βικτωριανή εποχή κατά την οποία και έζησε η ποιήτρια. Πρόκειται για μία εποχή όπου η καθημερινή συναναστροφή των δύο φύλων περιορίζεται κατά την ώρα των γευμάτων. Η γυναίκα πρώτα αποτελεί ιδιοκτησία του πατέρα της κι έπειτα του συζύγου, έχει μόνο καθήκοντα και όχι δικαιώματα για ευχαρίστηση, και μοναδικός σκοπός της πρέπει να είναι ένας καλός γάμος. Μια γυναίκα μπορεί να δουλέψει μόνο ως δασκάλα ή κουβερνάντα κι αυτό εφόσον έχει πάρει κάποια παιδεία προηγουμένως που ως συνήθως αυτό το πλεονέκτημα το είχαν τα κορίτσια της αριστοκρατικής τάξης και όχι της μεσαίας, πόσο μάλλον της κατώτερης. Τα πρότυπα συμπεριφοράς λοιπόν είναι περιορισμένα. Έτσι, αν μια γυναίκα είχε ικανότητα στον γραπτό λόγο, αντιμετωπιζόταν πιο αυστηρά από την κοινωνική προκατάληψη (τα πρώτα ποιήματα της η Έμιλυ μαζί με τις αδερφές της Σάρλοτ και Ανν τα δημοσίευσαν με ανδρικά ψευδώνυμα).
Χωρίς πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν είχε υποστήριξη για να πλουτίσει τις γνώσεις της και τον λόγο της. Υπήρχε λοιπόν και μια διαφορετική αντιμετώπιση στην κριτική του έργου της, που τις περισσότερες φορές ήταν υποτιμητική με την ταμπέλα της θηλυπρεπούς γραφής. Τέτοιες κριτικές επηρέαζαν πάντα την γνώμη του αναγνωστικού κοινού. (Εποχή που η λογοτεχνία γνωρίζει μεγάλη άνθιση με Κάρολο Ντίκενς, Λιούις Κάρολ, Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, Άλφρεντ Τέννυσον, Λιούις Στίβενσον). Πρόκειται για μία εποχή που απομακρύνεται από τον ορθολογισμό και κατευθύνεται στον θρησκευτικό μυστικισμό στην κοινωνία αλλά και στις τέχνες.
Η Emily μεγαλώνει μ’ έναν πατέρα κληρικό, ταπεινής καταγωγής, παρόλα αυτά γνώστη της λογοτεχνίας που καταπιάνεται με τον γραπτό λόγο και με μια βιβλιοθήκη στο σπίτι που της προσφέρει ποικιλία αναγνωσμάτων. Πηγαίνει σχολείο, μαθαίνει ξένες γλώσσες, πιάνο και ασχολείται με την ζωγραφική. Μοναχική, περήφανη, ασυμβίβαστη, αδιαφορεί για τον καθωσπρεπισμό της εποχής της και καταγγέλλει με θάρρος τη θρησκευτική υποκρισία, την κοινωνική ανισότητα και την προκατάληψη απέναντι στις γυναίκες.
Ο υποχρεωτικός εγκλεισμός στο σπίτι λόγω της γυναικείας της φύσης, γέννα μια ασυγκράτητη φαντασία και βρίσκει χώρο στη συγγραφή. Δύο μεγάλες θεματικές διατρέχουν τα ποιήματα της: η φαντασία και ο θάνατος. Έχει χάσει την μητέρα της σε μικρή ηλικία και αργότερα τις δύο πρώτες αδερφές της, πολύ αργότερα και τον αδερφό της. Η στενή σύνδεση της Emily με τον φανταστικό κόσμο μόνο συγκίνηση μπορεί να προσφέρει (Με θεϊκή φωνή, να ψιθυρίζεις, / Για κόσμους φωτεινούς κι αληθινούς/ που εσύ ορίζεις).
Όπως λέει στην αρχή του προλόγου της και η μεταφράστρια Βασιλική Σιαφάκα, “ένα λουλούδι σε χερσότοπο είναι η Έμιλυ. Ένα λουλούδι, που εκτός από τις δύσκολες συνθήκες της φύσης έχει να παλέψει και με όλες τις παραπάνω προκαταλήψεις”.
Στην ποίησή της συναντούμε όλα αυτά. Το σκληρό τοπίο: άγριος, δυνατός είναι του χειμώνα ο άνεμος. Τις βαριές και καθημερινές υποχρεώσεις: βαριά απ’ της μέρας τη φροντίδα, και η Ζωή, σκληρή δουλειά, κενή και σύντομη, όταν οι μέρες που φεύγουν / αφήνουν μονάχα θλίψη και τίποτε άλλο. Μα η Αλήθεια κυνήγησε της Φαντασίας τη δύναμη: Σκληρό καθήκον κι αυτοπειθαρχία με μάζεψαν, η ώρα της ανάπαυλας πέταξε μακριά, Για να ‘ρθουν πάλι ο μόχθος, η έγνοια κι η σκλαβιά.
Μοναδικό καταφύγιο της ποιήτριας ο εσωτερικός της κόσμος, η Φαντασία της που γεννά διαφορετικούς κόσμους: γιατί στην απουσία της, ο κόσμος μια απελπισία, όπως χαρακτηριστικά η ίδια γράφει, γιατί της μέρας και της νύχτας / Είσαι η κρυφή χαρά μου, στις στροφές του ονείρου μου πέταξα από χαρά. Τις νύχτες ονειροπολεί και την ημέρα βιώνει την σκληρή πραγματικότητα: και η Αλήθεια ποδοπατεί με θράσος / το μόλις ανθισμένο της Φαντασίας άνθος.
Η Emily γνωρίζει ότι για να κατανοήσει κανείς τη ζωή πρέπει να καταβάλει κόπο και να πονέσει. Από μικρό παιδί νεκρή είναι η καρδιά / Αθρήνητο ν’ αφήσει να χαθεί και το κορμί. Δεν φοβάται τον θάνατο αντίθετα υπάρχουν στιγμές που τον ποθεί: Μια γη χωρίς τον πόνο και την αχρειότητα. Η Emily νιώθει ουσιαστικά πως δεν ανήκει πουθενά, είναι χωρίς ταυτότητα. Η νύχτα και η μέρα, το φως και το σκοτάδι παλεύουν στο σώμα της και στη ψυχή της: χαμένη σε παράδεισο, σε κόλαση, σε γη κι αέρα / Μια ατέλειωτη αναζήτηση.
Τα ποιήματά της είναι συνήθως μονόλογοι. Μπορεί να τροφοδοτούνται από τα εξωτερικά βιώματα και τις εικόνες σε μεγάλο βαθμό αλλά γεννιούνται εν τέλει από την ίδια την μελαγχολική και ευαίσθητη προσωπικότητα της ποιήτριας που ψάχνει με την γραφή διέξοδο στο αδιέξοδο που την περιβάλλει: στο σκοτεινό τούτο δωμάτιο, / ενώ έξω λάμπει ο ήλιος καλοκαιρινός / πλανώμενη ψυχή εσύ, ποια θλιβερή επωδός / κλείνει με το συλλογισμό σου πάλι; Σύννεφα πάνω μου παντού ολόγυρά μου / Να με κυκλώνει απέραντη ερημιά. Θα τραγουδήσω όταν το ξέφτισμα της νύχτας σε μέρα σκοτεινότερη θα οδηγήσει. Νέες δόξες πάνω στη μαραμένη άνοιξη να πνέεις, όμως κι αυτή ακόμα η ηρεμία / σκέψεις μου φέρνει ανήσυχες, πικρές, του φεγγαριού το φως παρατηρώντας / Να μάχεται της νύχτας το σκοτάδι.

Με αυτό το απαιτητικό είδος μετάφρασης, όπως είναι το ποιητικό, καταπιάνεται η Βασιλική Σιαφάκα που κλήθηκε να αντεπεξέλθει στο δύσκολο έργο της απόδοσης του ύφους της Brontë. Μια δυσκολονόητη σε πολλά σημεία ποίηση που έκανε το εγχείρημα της μετάφρασης ακόμη πιο δύσκολο.
Ίσως μόνο ένας άνθρωπος που έχει βιώσει την φυγή αγαπημένων προσώπων με τον θάνατο ή ένας καλλιτέχνης να μπορεί να αισθανθεί και να κατανοήσει βαθιά τα νοήματα και την ατμόσφαιρα των στίχων της Emily. Η Σιαφάκα έχει και τα δύο συστατικά. Από την απόδοση των ποιημάτων στα ελληνικά καταλαβαίνει κανείς πως την μεταφράστρια την διαπέρασαν οι στίχοι με τους οποίους καταπιάστηκε. Η εικονογράφηση από την ίδια,στο εσωτερικό του βιβλίου και στο εξώφυλλο εναρμονισμένη με τα ποιήματα της Brontë έρχεται να συμπληρώσει την ανάλογη ατμόσφαιρα.
Η συνολική εντύπωση του αποτελέσματος είναι μια άρτια δίγλωσση έκδοση από τις εκδόσεις ΑΩ.
Η επιμέλεια στα ελληνικά έγινε από την Διώνη Δημητριάδου.