Scroll Top

Έρινα Χαραλάμπους, ΠΛΕΚΤΑΝΗ/Μια άλλη θέαση της σύγχρονης κυπριακής πραγματικότητας – Παρουσίαση από την Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου

Μισό σχεδόν αιώνα μετά την τουρκική εισβολή του 1974, με γενιές ανθρώπων να γεννιούνται και να μεγαλώνουν στην ιδιομορφία μιας ημικατεχόμενης πατρίδας και της μοναδικής στον κόσμο μοιρασμένης πρωτεύουσας, είναι ενδιαφέρουσα μία εναλλακτική ποιητική οπτική στο ιστορικό, πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι ενός κόσμου που αναπνέει, ως συνθήκη επιβίωσης, τις πραγματικότητες που έχουν επιβληθεί εντός τειχών, τα οποία καθόλου ανεπαισθήτως αλλά ερήμην τους έχουν διαμορφωθεί.

Αυτό που χαρακτηρίζει την πρώτη ποιητική συλλογή της Κύπριας Έρινας Χαραλάμπους (Θράκα 2020) και το εισπράττει άμεσα ο αναγνώστης, είναι οι ιδιοτυπίες προσωπικού ύφους, με εμφανέστερη την πυκνή χρήση στοιχείων από άλλα κείμενα και την ποικίλη και διαφοροποιημένη χρήση τους από την ποιήτρια, σε σημείο που να προσδιορίζουν εν πολλοίς την ιδιαίτερη αυτή ποιητική ιδιοπροσωπία με την οποία συστήνεται στο αναγνωστικό κοινό.

Η ποιήτρια δείχνει να ζυμώνει τα ποιητικά δάνεια μέσα στην προσωπική πρόσληψη της περιρρέουσας πραγματικότητας, να τα αναλύει και να τα ανασυνθέτει με μια νέα έως λοξή και ειρωνική ματιά, η οποία δεν κρύβει και δεν έχει σκοπό να κρύψει, άλλωστε, πως η ποιήτρια ως εκφραστής εκούσια ή ακούσια της γενιάς της, κουβαλεί στους ώμους και στη γραφίδα της την κατάρρευση των ψευδαισθήσεων μέσα σε ένα άγονο πέρασμα του χρόνου.

Κύλησε η αλήθεια/και λύγισε το ψέμα/ανεπαισθήτως αν-/βούτηξε στο αίμα/αδιακρίτως αν-/έκοψε το ρέμα/το παραμύθι/της γενιάς /μας. (Βουνίου κατάβασις, σελ. 19)

Παράλληλα, ο ποιητικός της λόγος επεμβαίνει με αλληγορικές εικόνες στην παρούσα κατάσταση, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς η ποιητική ευαισθησία διαπιστώνει τον κίνδυνο που ελλοχεύει στις σύγχρονες Σειρήνες.

Λιάζεται της Κύπριδος το ζωικό βασίλειο/νωχελικά φυτοζωεί υπό το έλεος του νερού /την ώρα που ένα κουφάρι έχιδνας συρίζει/όσο μια μύγα αδιάφορα σφυρίζει/πάνω από τα περιττώματα/του χθεσινού πανηγυριού.{…} Κι εσύ, περνάς απέναντι/στην άλλη όψη του ΄Ηλιου/μα είναι η μέρα όμορφη/το πρωινό μελτέμι δροσερό/και το τραγούδι των Σειρήνων/άκρως μυστήριο/ανηλεώς/γοητευτικό/ (Επέτειος, σελ. 15)

Στην ποιητική εξόρυξη μίας ατέρμονης πολιτικής και κοινωνικής αβεβαιότητας, η ποιήτρια επιστρατεύει και συνομιλεί με χαρακτηριστικά ποιήματα γνωστών λογοτεχνών. Αναφέρω ενδεικτικά:

  • Παντελής Μηχανικός, «Ονήσιλος»

Οι καμπάνες σημαίνουν σ΄ετούτη την πόλη/στην πόλη ετούτη βομβούν οι σειρήνες∙/μα λες κωφή να’ ναι/σαν άλλες χιλιάδες δέκα μέλισσες /τις αποδιώχνει( Λεσκωφία II, σελ. 14)

  • Κώστας Μόντης, «Στιγμές της εισβολής»

Κι αν κατορθώσεις να σπάσεις τα δεσμά/την πλάτη αν ποτέ ανασηκώσεις/το βάρος της συνήθειας/τη συνήθεια πώς να αποσείσεις; (Πενταδάκτυλος II, σελ. 17)

  • Κυριάκος Χαραλαμπίδης, «Παιδί με φωτογραφία»

Για μια στιγμή με γέλασες, γελάστηκα πως βρέθηκε/ο άντρας της φωτογραφίας ζωντανός /γελάστηκα πως το παιδί με μια φωτογραφία στο χέρι κρατημένη ίσια στα μάτια μέσα μου βαθιά με κοίταζε.(Επιθανάτιος Λόγος, σελ. 21)

  • ΄Ηβη Μελεάγρου , «Ανατολική Μεσόγειος»

Ένα καντήλι μονάχα/σε τούτη τη γη την /Ανατολική/και /Πένθιμη. (Μονόδρομος, σελ. 22)

  • Κωνσταντίνος Καβάφης, «Ιθάκη»

ήδη θα το κατάλαβες/το ξέρεις πια οι αλυσίδες/τι σημαίνουν (Λεσκωφία I, σελ. 13)

Το ποίημα, όμως, που αντανακλά στον μεγαλύτερο βαθμό τον ιδιότυπο και μη συμβατικό τρόπο γραφής της ποιήτριας είναι αυτό που αντιστικτικά καταγράφει στο ποίημα « Επιμνημόσυνος Πόνος», με τον Τελευταίο Σταθμό του Σεφέρη να λειτουργεί ως ένα είδος λογοτεχνικού κάντους φίρμους. Επειδή το όλο εγχείρημα υποστηρίζεται και από τη μορφολογία του ποιήματος, όπως συμβαίνει και σε άλλα της συλλογής, με παρενθέσεις, πλάγια γραφή και ιδιαίτερη στοίχιση των λέξεων, το παραθέτω με τον τρόπο που αυτό εικονίζεται στο βιβλίο.

Δεν μιλάω
για ήρωες
πώς να μιλήσω;

«Στα σκοτεινά-

ακροβατούν οι λέξεις πάνω
σε ερείπια πλατειάζουν
δεν μιλούν πια
με παραμύθια και παραβολές∙
η φρίκη πήρε τη θέση της
σε πλαίσιο στους δρόμους
στις εθνικές και στα μνημόσυνα

δεν είναι ζωντανή
δεν είναι αμίλητη
δεν προχωράει ∙
η φρίκη κουβεντιάζεται
πενθούμε
Την πενθούμε∙
σπάει τη μέρα
σπάει στον ύπνο
λυσιπήμων πόνος-

πηγαίνουμε στα σκοτεινά
{επιμένουμε να}
προχωρούμε…»

Αν και το ποίημα του Σεφέρη είναι από τα πλέον γνωστά της ελληνικής γραμματείας, θα πρέπει να τονισθεί πως η αποτελεσματική λειτουργία μιας τέτοιας ποιητικής προσέγγισης εδράζεται στη γνώση τόσο του δημιουργού όσο και του αναγνώστη για το πρωτότυπο κείμενο. Αλλιώς η όλη προσπάθεια ενδέχεται να πέσει στο κενό, αφού θα υπάρχει μεν ο πομπός του λογοτέχνη, αλλά δεν θα υπάρχει ο επαρκής δέκτης-αναγνώστης για να προσλάβει το μήνυμα.

Χαρακτηριστικά τα λεκτικά παιχνίδια και οι μορφολογικοί νεοτερισμοί. Στις Σημειώσεις για τη συλλογή, οι οποίες παρατίθενται στο τέλος του βιβλίου, αποσαφηνίζεται πως οι πλάγιοι χαρακτήρες, οι οποίοι είναι διάσπαρτοι στη συλλογή, «…αποτυπώνουν υπόγειες φωνές και θραύσματα της ευρύτερης συλλογικής μας μνήμης». Η ποιήτρια εκφράζεται ποιητικά μέσα από έναν εσωτερικό μονόλογο, καθώς καλείται καθημερινά να ζήσει σε μια χώρα και μια πόλη όπου τα δεσμά δεν μπορεί κανένα ψέμα ή καμία ψευδαίσθηση να τα εξωραΐσει και όπου όλα φαίνεται να κωφεύουν μπροστά στην απτή πραγματικότητα.

Θέλοντας λοιπόν /κυρίως θέλοντας/γελιέσαι/χα-/γιατί η Σελήνη/καλύπτει την /ασχήμια/μα -/ οι λέξεις {δεν} κρύβουν την αλήθεια. (Λεσκωφία Ι, σελ. 11)

Στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συλλογής θα πρέπει κανείς να αναφέρει τη συχνή χρήση φράσεων της εκκλησιαστικής γραμματείας αλλά και λέξεων της κυπριακής διαλέκτου. Το όλο φραστικό σκηνικό που στήνει με τις λέξεις της η ποιήτρια θα έλεγε κανείς ότι συνοψίζει γλωσσικά αυτό που εμφανίζει σήμερα η Κύπρος ως πολιτικοκοινωνικό γίγνεσθαι. Και η κατοχή, σε σκηνή και παρασκήνιο, ένας μόνιμος λόγος ανησυχίας, αβεβαιότητας και αγωνίας για το ό,τι μέλλει γενέσθαι. Έχει άραγε ποιητικό ήχο ο φόβος της νεότερης γενιάς;

Κάθομαι στη γωνία/το τασάκι διαδέχεται το ποτήρι/{πώς αποδίδεται ηχητικά το παγωμένο αίμα;} στο λερωμένο πάτωμα/κείτεται το κουφάρι σου (Νύχτες χαλασμένες, σελ. 26)

Αξίζει να γίνει και μια αναφορά στο εξώφυλλο της συλλογής, στο οποίο μία ύφανση δείχνει να εισχωρεί στην άλλη. Εξ ού και η «Πλεκτάνη», τίτλος ο οποίος επιδέχεται διάφορες ερμηνείες. Υπάρχουν εξάλλου κάποια ποιήματα στη συλλογή, στα οποία η αφαιρετικότητα δημιουργεί αμφισημίες έως και πολυσημίες. Χαρακτηριστικό το ομότιτλο ποίημα.

Στήσανε χορό οι λέξεις/και σου ζήτησαν να παίξεις/έναν φόνο Χ θανάτους/δυο τρυγόνια πιάστηκαν/στα δίχτυά τους. (Πλεκτάνη, σελ. 40)

Η Έρινα Χαραλάμπους έχει κατορθώσει με την πρώτη της ποιητική συλλογή να προκαλέσει το ενδιαφέρον μας. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό για το «πρώτο σκαλί» ενός νέου λογοτέχνη. Πειραματίζεται με ευαισθησία αλλά και με δημιουργική τόλμη. Μπορεί το αποτέλεσμα να μη δικαιώνει πάντα ή στον απόλυτο βαθμό τις προθέσεις της. Οπωσδήποτε, όμως, η «Πλεκτάνη» μάς θέτει σε αναμονή και περιέργεια για το επόμενο βήμα της ποιήτριας.