Scroll Top

Η διηγηματογραφία της Ευσταθίας Δήμου – Παρουσίαση από την Λίλια Τσούβα

Έχω στεγνώσει από ζωή. Είμαι μόνο θέατρο…[i]

Η Ευσταθία Δήμου στη συλλογή διηγημάτων της Κλέφτες + αστυνόμοι (εκδόσεις Γκοβόστη 2020) αποτυπώνει την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού, αναδεικνύοντας τον διασπασμένο, αντιφατικό και πολλαπλό εαυτό μας.

Δώδεκα διηγήματα με θέματα πρωτότυπα, πλοκή ευρηματική και απρόβλεπτες ανατροπές. Εστιάζουν στην προσωπικότητα και υποστηρίζουν ότι η πραγματικότητα δεν αποτελεί αντικειμενική σταθερή. Θέμα τους ο έρωτας, η μοναξιά, η εργασία, ο εαυτός, οι ψευδαισθήσεις. Με τριτοπρόσωπο και πρωτοπρόσωπο αφηγητή και χαρακτήρες πειστικούς.

Η Ευσταθία Δήμου πλάθει ιστορίες με έντονο σασπένς και υπαινικτικότητα. Το κολλάζ που συνθέτουν, καθρεφτίζει τον σύγχρονο κόσμο. Διακρίνονται από ένα λογοτεχνικό «εύρημα» στην κορύφωση που μας οδηγεί σε μία έκπληξη και μας κάνει να κινούμαστε μεταξύ του καθημερινού και του εξαιρετικού, της πραγματικότητας και της ψευδαίσθησης.

«Το συμβολιστικό έργο», έγραφε ο Ιρλανδός ποιητής Ουίλλιαμ Μπάτλερ Γέητς, «υπερβαίνοντας τον εαυτό του και τον αισθητό κόσμο, υποδεικνύει κάτι που κινείται πέραν των αισθήσεων». Και η γραφή της Δήμου διακρίνεται από την υπέρβαση, από το παράδοξο και το ονειρικό. Πρωτότυπη, συμβολιστική και λυρική, πραγματεύεται τα θέματά της με τρόπο παιγνιώδη, αδρά ειρωνικό και σαρκαστικό.

Στη συλλογή Κλέφτες + αστυνόμοι οι ιστορίες στρέφονται προς την ατομική εσωτερικότητα, καταδύονται στον ένδον εαυτό. Με εξαιρετικά λεπταίσθητη διάθεση, γλώσσα που τη χαρακτηρίζει η σωματικότητα και η συναισθηματική ένταση, καθρεφτίζουν τις ανησυχίες των καιρών, το κατακερματισμένο και ταραγμένο παρόν μας, την αυξανόμενη δυσπιστία προς τον ορθολογισμό. «Τα πάντα διαλύονται το κέντρο δεν κρατάει», έγραφε ο Γέητς για τον πολιτισμό μας.

Στο κορυφαίο διήγημα Η Αφροδίτη της Κω μια όμορφη αρχαιολόγος θα μεταμορφωθεί σε Αφροδίτη της Κνίδου. Το διήγημα διακρίνεται για το ευφυές χτίσιμο και την ευφάνταστη τροπή.

Στα υπόλοιπα εξίσου όμορφα διηγήματα, ένας νεαρός καθηγητής μαθηματικών θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις δίδυμες μαθήτριές του που θα αποτελέσουν τον πιο άλυτο για εκείνον μαθηματικό γρίφο, ένα έγκλημα θα μας αιφνιδιάσει με το τέλος του, ο αργόσχολος μεσήλικας -που εντρυφεί στις μικροκλοπές- θα βρει αναπάντεχο συνεργό, ο υποδειγματικός υπάλληλος των φυλακών Στέλιος Καββαδίας θα συλληφθεί ως τρομοκράτης, και άλλα.

[…] Ο Καββαδίας δεν μπορούσε να μην σκεφθεί πως όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα της χημείας που τον ένωνε με τον νεαρό κρατούμενο που είχε μπει για τα καλά στη ζωή του και δεν έμπαινε στη διαδικασία να αναζητήσει μια πιο λογική εξήγηση. Είχε αφεθεί και παραδοθεί άνευ όρων σε αυτή την ιδανική κατάσταση και δεν σκεφτόταν τίποτε άλλο. Η θέρμη και η οικειότητα που είχε εγκατασταθεί ανάμεσά τους βρήκε την ευκαιρία να εκδηλωθεί στη συνέχεια.[…]

(ΥΠΟΘΕΣΗ ΔΟΞΑ, σελ. 35)

Οι ιστορίες, παρότι αυτόνομες, δημιουργούν την αίσθηση μιας οργανικής ενότητας. Το εσωτερικό τους δέσιμο υφαίνεται με τη θεματολογία. Η Ευσταθία Δήμου παίζει με την ταυτότητα, τα προσωπεία, τα θέματα ενηλικίωσης, εσωτερικού ψυχισμού. Οι χαρακτήρες, σε όποιο περιβάλλον και αν δρουν, αποτυπώνουν στοιχεία της προσωπικότητας του σύγχρονου ανθρώπου, αφήνοντας να διαφανεί η αίσθηση φόβου και ματαιότητας που ταλανίζει το μοντέρνο υποκείμενο, η καταστροφή της συλλογικότητας, αλλά και η απουσία της ασφάλειας ενός μεταφυσικού δόγματος.

[…] Χωρίς καλά καλά να το καταλάβει άρχισε να φλερτάρει με περίεργες συνήθειες. Αρχικά πίστευε πως το έκανε για να διασκεδάσει την ανία και τη θλίψη του. Δεν υποπτευόταν ότι αποκαλυπτόταν σιγά σιγά μια πλευρά του εαυτού του που μέχρι τότε δεν υποψιαζόταν καν ότι την είχε. Ουδέποτε είχε νιώσει να κυριεύεται από κάποιο πάθος, τώρα όμως έβλεπε ότι η λογική του υποχωρούσε μπροστά σε αυτό που έμοιαζε να πηγάζει από περιοχές του συναισθηματικού του κόσμου στις οποίες δεν είχε ποτέ πρόσβαση. […]

(ΕΡΩΤΙΚΟ ΤΡΙΓΩΝΟ, Σελ. 44)

Εκτοπίζοντας το ρομαντικό «εγώ», η Δήμου αφήνει τη γλώσσα ελεύθερη να εικονίσει τη σύγχυση, την αλλοτρίωση, τις νευρώσεις του μετανεωτερικού ανθρώπου. Ενώνοντας το συνειδητό με το ασυνείδητο και το ρεαλιστικό με το άλογο, μεταβαίνει διαρκώς από την πραγματικότητα στη φαντασία. Οι κορυφώσεις των διηγημάτων ενσωματώνουν το παράδοξο και σαν υπερρεαλιστικές πεταλούδες οδηγούν σε συγκινησιακή εκκένωση,[ii] προκαλώντας έκπληξη στον αναγνώστη/αναγνώστρια. Με σαφείς επιδράσεις από τον υπερρεαλισμό και τον μαγικό ρεαλισμό τα διηγήματα της Ευσταθίας Δήμου ανατρέπουν τη λογική, δίνοντας χώρο στα άρρητα νοήματα. Με το αφοπλιστικό κλείσιμό τους, καθηλώνουν.

[…] Έπαιρνε πια να σουρουπώνει όταν αντίκρισα το μονόπατο σπίτι με το μικρό κηπάκο. Κάτω από τη ροδιά είδα να στέκεται ένα μικρό κορίτσι, όχι πάνω από εφτά ετών. Καθόταν εντελώς ακίνητο, σα μαρμαρωμένο, με το βλέμμα στυλωμένο προς τη μεριά της θάλασσας. Λίγο ακόμη και θα μπορούσα να υποθέσω πως επρόκειτο για μια ζωγραφισμένη φιγούρα, όσο μάλιστα η ακινησία της παρατεινόταν. Πράγμα περίεργο, αλλά είχα την παράδοξη αίσθηση ότι με περίμενε. Τουλάχιστον, δεν έδειξε να ξαφνιάζεται από την επίσκεψη και την παρουσία μου. Έπιασα το κρύο κιγκλίδωμα και ένα συναίσθημα απροσδιόριστο ξεχύθηκε μέσα μου σαν πικρό φαρμάκι. Ποιο ήταν αυτό το κορίτσι; Πώς μπήκε στο σπίτι και τι σχέση είχε με τους γονείς μου; […]

(ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΠΑΡΑ ΛΙΓΟ, σελ. 76)

Η Ευσταθία Δήμου εκφράζεται με λυρισμό και χωρίς επιτήδευση. Κάνοντας χρήση μοντέρνων τεχνικών, της αυτοαναφορικότητας ακόμη, κινείται αβίαστα στις μυθοπλασίες μικρής φόρμας, αλλά και εκτενέστερης μορφής. Οι περιγραφές αξιοποιούν όλες τις αισθήσεις. Οι σκηνές έχουν θεατρικό στήσιμο, διακρίνονται από βάθος και παλμό, ενώ το υπερβατικό στοιχείο τις απογειώνει.

[…] Για ευνόητους λόγους δεν εγκατέλειψα ποτέ τη θάλασσα. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι όλα αυτά που αντικρίζω σήμερα μου φαίνονται τελείως ξένα. Τα πελώρια δέντρα με τους χοντρούς, σκληρούς κορμούς και τα μακριά κλαριά, τα δεκάδες μικρά πολύχρωμα λουλούδια με τα μεθυστικά τους αρώματα, όλα αυτά τα περίεργα πουλιά που πετούν ψηλά στον ουρανό, πλημμυρίζοντάς τον με το μαγευτικό τους κελάηδημα, μου αποκαλύφθηκαν εντελώς ξαφνικά. […]

(ΜΙΑ ΩΡΑΙΑ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ, σελ. 80)

Σαν ταινίες μικρού μήκους ή θεατρικά μονόπρακτα είναι τα διηγήματα της Ευσταθίας Δήμου στη συλλογή Κλέφτες + αστυνόμοι. Στέκονται με ειρωνεία απέναντι στη ζωή, πλέκουν αριστοτεχνικά το τραγικό με το χιουμοριστικό και απεικονίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο μέσα στα αδιέξοδά του. Αξιοποιώντας τη λόγια κυρίως γλώσσα, η Δήμου χειρίζεται με τρόπο εξαιρετικό την παραδοξολογία και το στοιχείο του ονείρου. Τα διηγήματά της είναι ανατρεπτικά, πολύ ενδιαφέροντα και διαβάζονται απνευστί.

Βιβλιογραφία

Βλαβιανού, Α., Γκότση, Γ., κ. ά. Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, ΕΑΠ. 2008, σελ. 251-2, 283-4.

[i] «Τέλειο!», σελ. 79.
[ii] Βλαβιανού, Α., Γκότση, Γ., κ. ά. 2000, σελ. 283-4.