Στην τρίτη πεζογραφική της απόπειρα, η Κατερίνα Μαλακατέ καταπιάνεται με ένα βαθιά υπαρξιακό και απόλυτα σύγχρονο θέμα, τη μεταμόσχευση προσώπου και πραγματεύεται με επιτυχία ό,τι η εν λόγω επιστημονική καινοτομία σημαίνει για το σώμα, το πνεύμα και την ψυχή.
Πάνω σε έναν καβγά με τη μητέρα του, ο Διονύσης, είκοσι τριών ετών, αυτοπυροβολείται. Το μισό του πρόσωπο διαλύεται. Ως εκ τούτου, χάνει τη μύτη και την όσφρηση, το στόμα και τη γεύση, τα μάγουλα και την ομιλία, την αρμονία της όψης και την ιδιαιτερότητα της μορφής που τον διαφοροποιεί λειτουργώντας ως ένας παράγοντας διαμόρφωσης αυτού που καλούμε «εαυτό». Για αρκετό καιρό, ο ήρωας διάγει τον βίο του υπό την σκέπη του πατρικού σπιτιού, της γονεϊκής και κυρίως, της μητρικής πανοπλίας, στους τέσσερεις τοίχους του παιδικού δωματίου, στην «φούσκα» του διαδικτυακού κόσμου. Μια καινοτόμος επέμβαση μεταμόσχευσης του προσώπου ενός πρόσφατα πεθαμένου δότη υπόσχεται να του αλλάξει τη ζωή. Ή μήπως όχι;
Η Κατερίνα Μαλακατέ επιλέγει εύστοχα ένα θέμα του οποίου η διαπραγμάτευση προσφέρει άπειρες δυνατότητες τόσο σε επίπεδο προβληματισμών, όσο και σε επίπεδο ανοιχτών οριζόντων στο ψυχολογικό, υπαρξιακό, ηθικό, θρησκευτικό πεδίο και στην πλοκή. Το να ζει κανείς χωρίς πρόσωπο είναι σίγουρα διαφορετικό από το να αποκτήσει ένα νέο πρόσωπο το οποίο μπορεί να λειτουργήσει και ως μάσκα ή προσωπείο ή ως μέσο αλλαγής του αυτοπροσδιορισμού. Σε αυτό το πλαίσιο, η συγγραφέας, εύστροφα, αφιερώνει το πρώτο μέρος του μυθιστορήματος στην εμπειρία της διαβίωσης με κατεστραμμένη όψη, την ψυχολογική καταρράκωση, το συναισθηματικό τραύμα ως την αίσθηση αναπηρίας, τον κοινωνικό ρατσισμό, τον ενοχικό προσηλυτισμό, την έλλειψη αυτοεξυπηρέτησης που οδηγεί στην εξάρτηση, την απομόνωση, την παραίτηση. Στο δεύτερο και τρίτο μέρος του βιβλίου, πραγματοποιείται η επέμβαση και περιγράφεται η διαδικασία πριν από την εισαγωγή στο χειρουργείο, η περίοδος της ανάρρωσης, η προσπάθεια εξοικείωσης με τη νέα μορφή και φυσικά, η απόπειρα πραγμάτωσης μιας φυσιολογικής ζωής με τη νέα όψη και με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.
Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτού του φιλόδοξου εγχειρήματος, η Μαλακατέ διατηρεί μια αξιοσημείωτη διαύγεια συμπεριλαμβάνοντας μια πληθώρα πτυχών του θέματος και διαμοιράζοντας τις πληροφορίες σε κατάλληλα σημεία μέσα στην αφήγηση ή στην πλοκή, ώστε να καθίσταται η ιστορία πειστική και συχνά, ανατρεπτική. Ο ήρωας είναι αληθινός και σπαραχτικός χωρίς να γίνεται μελοδραματικός. Οι ισορροπίες ανάμεσα στη θλίψη, τον ζόφο, τον φόβο, την αγωνία, τη ματαίωση, την ευθύνη, τον πόθο, την ελπίδα και τον αγώνα για ζωή διαφυλάσσονται με ευλάβεια, γεγονός το οποίο διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η δομή του βιβλίου η οποία είναι αποσπασματική και πολυπρισματική μιας και δίνει πρόσβαση στο μυαλό πολλών από τους πρωταγωνιστές, υπηρετεί πιστά το όραμα της συγγραφέως να αγγίξει τις πιο βαθιές εκφάνσεις του θέματος που έχει επιλέξει. Η φωνή της μητέρας του Διονύση είναι κυρίαρχη, καθώς αντιπροσωπεύει αφενός το πιο κοντινό πρόσωπο του πρωταγωνιστή, αφετέρου όλους τους εξωγενείς παράγοντες που επηρεάζουν τον ήρωα καθ’ όλη την πορεία της ζωής του. Ωστόσο, η φωνή του Διονύση παραμένει η πιο δυνατή και πιο σημαντική μες στο βιβλίο, αφού εκείνος είναι ο φορέας του δράματος, της επιλογής για επιβίωση και αλλαγή και φυσικά, της εμπειρίας της συγκατοίκησης με μια ξένη φλούδα δέρματος – ταυτότητας – ύπαρξης που του δίνει πρόσβαση σε μια νέα (ή μήπως όχι;) ζωή.
Τα ζητήματα της βιοηθικής, της ταυτότητας, του έρωτα, της μητρικής αγάπης ή καταπίεσης, του πατρικού προτύπου ή κελιού, των σχέσεων στην εποχή του διαδικτύου θίγονται εξαιρετικά, ολοκληρώνοντας ένα μυθιστόρημα που δεν ξεχνιέται εύκολα.
* Κατερίνα Μαλακατέ, «Χωρίς πρόσωπο», Εκδ. Μεταίχμιο