Scroll Top

Το αίτημα και πρόταγμα της ελευθερίας ως αναζήτηση μίας προσωπικής θάλασσας στην ποίηση της Μαίρης Θεοδοσίου-Νικολάου – Παρουσίαση από την Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου

Στην πρώτη ποιητική της συλλογή η Κύπρια Μαίρη Θεοδοσίου-Νικολάου καταθέτει με στοχαστική ωριμότητα και ποιητική ιδιοπροσωπία ένα μεστό υπαρξιακό ταξίδι από την πραγματικότητα προς το όνειρο ή την ουτοπία, η οποία συμβολικά εννοιολογείται με τη θάλασσα, προφανώς επειδή το υγρό στοιχείο καταλύει τον χωροχρόνο και τα όποια στεγανά της σκέψης, της έκφρασης, των επιλογών, του βίου γενικότερα. Στα πενήντα ένα ποιήματα της συλλογής το ποιητικό υποκείμενο πότε ως πρωτοπρόσωπη εκφορά του λόγου πότε ως έκφραση μιας συλλογικής μνήμης ή πραγματικότητας παρατάσσει ποιήματα κυματισμούς μιας χώρας με τους νεκρούς της είτε στα πεδία των μαχών είτε στα πεδία μιας σκληρής καθημερινότητας, η οποία ως βιβλικό ή μυθολογικό τέρας καταβροχθίζει αυτό που θα μπορούσε ευτυχώς να γίνει αλλά ατυχώς συνωστίζεται στο αγίνωτο της μέρας, στο ανεκπλήρωτο του χρόνου. Κι η θάλασσα που πολιορκεί την όποια απραξία ή αμηχανία των εποχών μας πάντα μια πιθανότητα διαφυγής.

Κάθε καλοκαίρι/ένα κύμα μας περίμενε/έξω από το σπίτι/με ξεκινημένη τη μηχανή/Καβαλούσαμε την μπλε του σέλα /και χανόμασταν καλπάζοντας/ στην ίδια θάλασσα της φυγής.

Είναι, όμως, η θάλασσα στην ποιητική γραφίδα της Θεοδοσίου-Νικολάου και αυτό που στοιχειώνει τις νύχτες ως επιθυμία, η οποία θέλει να γκρεμίσει τα τοιχώματα της όποιας φυλακής και να αποζητήσει την εκπλήρωσή της.

Μες στα σεντόνια μου/κάθε βράδυ/γεννιέται μια γυναίκα/Είναι γυμνή σαν αλήθεια/πλατιά σαν θάλασσα/και σιγοτραγουδά/ Η φωνή της ξορκίζει/όλους τους φόβους/Μέσα της χωράνε /τα ταξίδια που δεν έκανα/Με τα μάτια της βλέπω/πέρα απ΄τους τοίχους της φυλακής/κι όταν διασχίζει το δωμάτιο/ανοίγει το πάτωμα /κι αναβλύζουν ορίζοντες.

Διάσπαρτα στη συλλογή τα σημάδια του πόνου, της λύπης, της μνήμης. Σημάδια, όμως, που λειτουργούν ως συντηρητές και εμπνευστές της συνέχειας.

Το κρεβάτι του Προκρούστη/ήταν ακριβώς στα μέτρα μας/ούτε πιο μικρό/ούτε πιο μεγάλο/ Όπως και ο πόνος μας/ Τόσος όσος μπορούσαμε να αντέξουμε, είπαν/Ευτυχώς δηλαδή.

Να φυλάγεσαι από το θηρίο/να το’χεις κοιμισμένο/στο πιο σκοτεινό δωμάτιο/να μην πεινάσει για το μαράζι σου.

Κάθε πέτρα και μνήμη/κάθε μνήμη σαν πέτρα/κι επιβιώνεις.

Κι οι ιστορίες πολέμου μονίμως υποβόσκον τραύμα υπό τη σκιά του μισοφέγγαρου κατακτητή. Μικρές νάρκες σε ανώμαλο έδαφος ζωής, ανθρωποκεντρική ποίηση όπου μεταφορικά και αλληγορικά ο άνθρωπος-στρατιώτης επιδιώκει να σπάσει τα δεσμά και να αγγίξει επιτέλους τη θάλασσα, μια θάλασσα που ταξιδεύει, που διασπά τις ρίζες σε ζωή σκληροτράχηλη, επικίνδυνη και ασφαλώς ανεπιθύμητη.

Οι εικόνες συνωστίζονται/μες στο λιοπύρι/να δηλώσουν παρούσες/ενώ στο μέτωπο/πάλλεται μια μοβ φλέβα/φορτωμένη ιστορίες πολέμου/Το είδωλο της πατρίδας/σκαμμένο από ιαχές/αντικατοπτρίζεται πάνω σ’ ένα βουνό/με κίτρινους εκσκαφείς/και μισοφέγγαρα/Ακουμπώντας στον ώμο του Σίσυφου/κουβαλούμε ασήκωτο το άδικο.

Κι αλλού: ΄Ηταν κι εκείνο/το παγωμένο άγαλμα από σίδερο/ενός ανίκητου-νικημένου-ήρωα/στη μέση της πλατεία./ Είχε ένα άψυχο βλέμμα στο κενό /για να μας εμψυχώνει. {…} Με χέρι ανασηκωμένο/έδειχνε προς τη θάλασσα. {…} Αυτός ο ήρωας/όταν πέθαινε/μπορεί και να ήθελε μόνο/ν’ αγγίξει τη θάλασσα.

Η Θεοδοσίου-Νικολάου κατορθώνει να αναφερθεί στα τραυματικά θέματα της τουρκικής εισβολής χωρίς να ολισθαίνει σε μελοδραματισμούς και συνθηματολογίες, με τον απαραίτητο υπαινικτικό τόνο και με στίχους που δεν έχουν «πολυφορεθεί» ώστε να θεωρούνται είτε τετριμμένοι είτε αναμενόμενοι. Κι αυτό θα πρέπει λογοτεχνικά να της πιστωθεί, γιατί εμφανίζεται με ποιητική επιμέλεια στην πρώτη της συλλογή, σαν έτοιμη από καιρό, με ποίηση που υποβάλλει ανάγνωση και πίσω από τις γραμμές, προκειμένου να αλιεύσει κανείς και τα βαθύτερα νοήματά της. Γιατί «αλητήριο» το σώμα ψάχνει το απέραντο, το αιώνιο, ως εκ τούτου το ελεύθερο και αυτό που υπερβαίνει τον θάνατο. Αποφεύγει τη χρήση βαρύγδουπων λέξεων, χτίζει τα νοήματά της με τα απλά υλικά της γλώσσας, επιδιώκοντας και επιτυγχάνοντας τον πλούτο μέσα από τους λεκτικούς και νοηματικούς σχηματισμούς.

Αρχετυπικές αναφορές ενισχύουν την προσπάθεια της ποιήτριας να προωθηθεί σε μακρινές διαδρομές, να υφάνει τον καμβά των πτώσεων, των περιορισμών και των επιλογών. Ο Αδάμ και η Εύα, ο Ιώβ, η Ελένη, η Ιφιγένεια, ο Οδυσσέας, ο Οιδίποδας και η εμβληματική φιγούρα του Ιούδα. Διαχρονικά οι άνθρωποι εγκλωβίζονται σε τέτοιους ρόλους, απεγκλωβίζονται με προσωπικό αγώνα ή παραμένουν έρμαιο του ρόλου που δεν επέλεξαν ή που δεν πολέμησαν αρκετά προκειμένου να απαλλαγούν από αυτόν.

Το΄μαθα κι αυτό /τσακίζοντας δικά μου «θέλω» / στη μυλόπετρα του χρόνου/μην το συζητάς.

Ο Ιούδας εμφανίζεται ως το πιο κυρίαρχο πρόσωπο αναφοράς στη συλλογή, αφού η ταύτισή του με την προδοσία παραπέμπει σε μία προσωπική δέσμευση να μην προδίδει κανείς τα «θέλω», τα «όνειρα», εν τέλει την προσωπική του πορεία σε επιλογές άλλων ή σε ακούσιες επιλογές.

Να το νιώσει μόνο/ό,τι εγκαταλείπεις/Και κρατώντας τη μέρα/στερνή φορά από το χέριι/δείξε της τη δύση/Θα καταλάβει/Ίσως νομίσει πως ακόμα χαμογελάς/σαν την παραδίδεις /μ’ένα φιλί/΄Ιδιος Ιούδας /που πολύ πόνεσε /για μιαν ακούσια επιλογή.

Η Μαίρη Θεοδοσίου-Νικολάου δεν μπόρεσε να αποφύγει και κάποια ποιήματα ποιητικής. Αν θέλουμε να τα εντάξουμε στο ευρύτερο πλαίσιο και περιεχόμενο της συλλογής, θα μπορούσαμε να πούμε πως η ποίηση αντιστοιχεί στο πεδίο ελευθερίας που αναζητά γενικότερα η ποιήτρια, αφού η τέχνη και η δημιουργία παραμένουν διαχρονικά τα πιο απτά πεδία άσκησης της ελευθερίας. Γενικά, όμως, μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως διαμορφώνει ένα ενιαίο ιστό στη συλλογή της, υπηρετώντας με τα ποιήματά της την κεντρική ιδέα του βιβλίου και υπερασπιζόμενη τον τίτλο που έχει επιλέξει.

Μερικές φορές διαρρηγνύω/το θολό μου περίγραμμα/το εξαφανίζω ως διά μαγείας/Χωρίς διαχωριστικά σύνορα/απροστάτευτη/δίχως άμυνες/διαχέομαι στους γύρω/Ανεξήγητο πραγματικά/Μπορεί όμως να είναι/και ποίηση.

Και αλλού: Δεν ήταν μόνο ο ποιητής/που κρατούσε το μαχαίρι/΄Ηταν κι εκείνη η ακονισμένη λέξη/και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα/που συνωμοτούσε /και ο χρήστης/ Αυτόν, προπάντων, μην ξεχνάτε/Κράτησε του νοήματος την ουσία/για δική του χρήση /είπε.

Η Μαίρη Θεοδοσίου –Νικολάου με την πρώτη της ποιητική συλλογή αποδεικνύει πως η σύγχρονη κυπριακή ποίηση παρακολουθεί τις νεότερες εξελίξεις, ενημερώνεται και συμβαδίζει χωρίς να εγκλωβίζεται στην τραγική εντοπιότητα. Λόγος καθαρός και σαφής, με ποιητική ειλικρίνεια και ευκρίνεια, με χαμηλόφωνη διαμαρτυρία, αναδεικνύει τον άνθρωπο της εποχής, τη γυναίκα των πολλαπλών ρόλων, την αγάπη για μια σκλαβωμένη πατρίδα με τις ανασφάλειες, τις αβεβαιότητες και τις όποιες πιθανότητες ανατροπής των δεδομένων, όπως αυτά βαραίνουν πάνω από τις ζωές, βαριές σκιές, βράχια που κλείνουν τη δίοδο προς τις θάλασσες των ταξιδιών.

Θα αναμένουμε με ενδιαφέρον το επόμενο βήμα της ποιήτριας.

ΜΑΙΡΗ-ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΑΟΥ/«ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΑΓΓΙΞΕΙ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ»/ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΩΜΗ 2020