Το δέλτα του ποταμού
Δεν σας κρύβω ότι τούτο το σημείωμα αποτελεί την πρώτη απόπειρα σκιαγράφησης ενός ποιητικού βιβλίου, συνέπεια ίσως μιας αύξουσας περιέργειας (καθώς η τέχνη της ποιήσεως φαίνεται να γνωρίζει άνθιση κατά την τελευταία δεκαετία) για να διαπιστώσει ο γράφων αν η ποίηση είναι στις μέρες μας άξια ανάγνωσης από έναν αναγνώστη που δεν έχει στη βιβλιοθήκη του παρά μόνο τα άπαντα λαοφιλών και πολυτραγουδισμένων ποιητών του παρελθόντος.
Το βιβλίο του Χαράλαμπου Παπακωνσταντινόπουλου με τίτλο Των τραυμάτων και των παθών, με ένα πρώτο φυλλομέτρημα αζόριστα διαπιστώνει ο αναγνώστης ότι αυτό αποτελείται από δύο ενότητες, οπτικά ανομοιόσχημες, ετερόκλητου ύφους, αλλοιόσχημης μορφολογίας και καλειδοσκοπικού ρυθμού.
Στην πρώτη ενότητα του βιβλίου (Των τραυμάτων) γίνεται αμέσως ευδιάκριτος ένας υποστασιακός προβληματισμός, μία υπαρκτική ανησυχία, που είτε βρίσκουν διέξοδο στην ενδοσκόπηση και τον επαναπροσδιορισμό του «εαυτού»:
Δεν έκλαψα ποτέ τους νεκρούς μου.
Τους κουβαλούσα σε ανηφόρες,
στους παγωμένους άδειους δρόμους,
στον ύπνο μου,
μέσα μου.
Όταν αισθάνθηκα το φόβο της σήψης,
έθαψα τα άψυχα κορμιά τους βιαστικά
με τη βοήθεια του καινούργιου μου εαυτού.
(Αποκαθήλωση σελ. 14)
Είτε αποδίδονται με σαφή, κυνικό τρόπο:
Πέθανε από την αγωνία του να ζήσει.
(Αγωνία, σελ. 20)
Είτε κινούνται στο επίπεδο της στόχασης, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τα ποιήματα «Χαρακώματα» και «Η ευκαιρία».
Τέλος δεν είναι λίγες οι φορές που ο ποιητής ορθώνει φράγματα απέναντι στην έλλειψη ελευθερίας ή, αν θέλετε, τοποθετεί αναστηλώματα στο δικαίωμα της ελευθερίας λόγου κυριολεκτικώς:
Η ζωή δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ευκαιρία.
Μια ευκαιρία να υπερασπιστούμε τον λόγο
για τον οποίο μας προσφέρθηκε.
Ή μεταφορικώς:
Υπάρχουν μέρη που λειτουργούν ως άφθαρτοι φάροι
κατά τη διάρκεια των αιώνων. Σαν καταφύγια
για την εύθραυστη ομορφιά.
Είναι υπαρξιακή η ποίηση του Χ. Π.; Θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε και άλλες θεματικές αποχρώσεις της ποιητικής «παλέτας;». Θα απαντήσω ευθύς αμέσως.
Στο ποιητικό οικοδόμημα του Χ. Π. με μια φευγαλέα ματιά ήδη εντοπίσαμε κάποια πρώτα γνωρίσματα. Όμως κατά την περιήγησή μας σε αυτό, αγνοήσαμε την ύπαρξη μιας βαλίτσας, που έχει μόνιμη θέση στο σαλόνι. Ποιο το περιεχόμενο αυτής; Ένας απρόσμενος, απροσδόκητος λυρισμός, που σε συνδυασμό με τη δεύτερη κυνική ενότητα του βιβλίου (την οποία θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε πιο κάτω) μας κάνει ευλόγως να αναρωτηθούμε αν αυτή η λυρική έξαρση υπάρχει αυτόνομα στο έργο του ποιητή ή χύνεται ως παραπόταμος στην κοίτη του υποστασιακού ποταμού, που ήδη βρέχει τα ποιήματα της πρώτης ενότητας. Το περιεχόμενο της βαλίτσας, διαβάζοντας το ποίημα με τίτλο «Ο ήλιος πίσω από το σύννεφο», εικάζουμε πλέον με εμπειρικό τρόπο, ότι ο Χ. Π. δεν το χρησιμοποιεί ως λυρισμό αλλά τον εντάσσει στα χαρακτηριστικά που ως τώρα καταγράψαμε όχι ως πρώτη ύλη, αλλά -για να συνεχίσουμε την «υγρή» μας παρομοίωση- ως μία δίνη στον ποταμό του. Ενδεικτικό είναι και το ποίημα «Εξόρυξη» όπου ο ποιητής αναζητά τη φλέβα της ψυχής. Και είναι τότε που αρχίσεις να εκτιμάς την ικανότητα του Χ. Π. να κινείται οριακά ανάμεσα στην απόσταση και την απόσταξη όπως θα δούμε στη δεύτερη ενότητα που έπεται.
Στη δεύτερη ενότητα που τιτλοφορείται «Των παθών» ο Χ. Π. αποπειράται να συγκεράσει ποιότητες της ποίησης, που πηγάζουν από την μακραίωνη παράδοσή της, με ορολογία σύγχρονων ξενικών λέξεων. Ένα εγχείρημα που από μια πρώτη προσέγγιση μοιάζει επικαιρικό. Όμως αν θα είχα μία ένσταση πάνω σε αυτό που επιχείρησε να τελεσφορήσει ο ποιητής στη δεύτερη ενότητα, είναι ίσως ένας υπερβάλλον ζήλος να το επιτύχει, με αποτέλεσμα κάποια ποιήματα να αναδύουν μία αίσθηση πρωτολειακής υπόστασης, κάτι ωστόσο που είναι λογικό να υπάρχει στο πρώτο βιβλίο ενός νέου ποιητή και σε κάθε περίπτωση δεν λειτουργεί αποθαρρυντικά ούτε για τον αναγνώστη (μιας και η οξύνοια με την οποία αναπτύσσονται τα σύντομα αυτά ποιήματα καταφέρνει να τον διατηρήσει συγκεντρωμένο και να γεννήσει μια anticipación), αλλά ούτε για τον ίδιο τον ποιητή, που μόλις ξεκίνησε την περιήγησή του στο ποιητικό τοπίο. Υπάρχουν όμως και σημεία που χρίζουν θετικής αναφοράς στη δεύτερη ενότητα, όπως ο αυτοσαρκασμός, μία σπιρτάδα, όπως είπαμε ήδη, με την οποία ο Χ. Π. ξεδιπλώνει την περιεκτική στιχουργική του, αλλά κυρίως η ανησυχία του για τη σύγχρονη εποχή και πώς αυτή έχει αλλάξει ή τείνει να αλλάξει ανεπιστρεπτί τη ζωή, όπως τη γνωρίζαμε λίγες δεκαετίες πριν. Με το τελευταίο αξίωμα θεωρώ ότι μόλις βρήκαμε έναν σοβαρό λόγο ύπαρξης του βιβλίου αλλά και μια απόκριση στο τετριμμένο, αλλά καίριο, ερώτημα που θα έθετε κάποιος, απαίδευτος στην ποίηση, στον ποιητή, το οποίο δεν είναι άλλο από το «Γιατί έγραψες αυτό το βιβλίο; Τι ήθελες να πεις με αυτό;».
Γεράσιμος Γκόφας
gerasimos.gkofas@gmail.com
* Των Τραυμάτων και των παθών (Εκδόσεις Ενύπνιο) του Χαράλαμπου Παπακωνσταντινόπουλου