O λογοτέχνης όταν δημοσιεύει το βιβλίο του, εκφράζει αυτόματα την ανάγκη της επικοινωνίας με τον αναγνώστη και άρα με τους πραγματικούς ανθρώπους γύρω του, η σύνθεση των οποίων αποτελεί την κοινωνική πραγματικότητα του καιρού του. Ο λογοτέχνης δεν είναι κάτι διαφορετικό από τον περίγυρό του (σε όσα σύννεφα κι αν ταξιδεύει μερικές φορές με τη δύναμη της φαντασίας του), συχνά ούτε καν πιο ευαίσθητος από άλλους ανθρώπους, απλώς έχει την ικανότητα και το ταλέντο να εκφράζει την συνισταμένη της σκέψης των πολλών, να συμπυκνώνει καλύτερα ψυχικές και εξωτερικές συνθήκες, να στέκεται περισσότερο στις λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά, να βρίσκει την πιο εύσχημη διατύπωση. Είτε αυτός είναι ποιητής, είτε πεζογράφος. Ο εξωτερικός κόσμος και μάλιστα της συγχρονίας υπεισέρχεται κατ’ ανάγκην στο έργο του λιγότερο ή περισσότερο, έστω και ακούσια και μέσα από τα μονοπάτια που μεταχειρίζεται η ίδια η γλώσσα, επειδή αυτός ο κόσμος είναι η ίδια του η ζωή και επειδή η γλώσσα είναι αυτή που την εκφράζει. Ασφαλώς την ποσότητα των πραγματιστικών στοιχείων στο έργο του τη δίνει η κατεύθυνση που αυτός έχει προσδώσει σε αυτό, επειδή αυτό ταιριάζει περισσότερο στον ψυχισμό του, πχ για έναν ποιητή, εάν η ποίησή του είναι υπαρξιακή ή κοινωνική, ο εξωτερικός κόσμος θα εισέλθει με άλλη αναλογία στο κείμενο. Βεβαίως οι συνταγές δεν είναι ποτέ γνωστές εκ των προτέρων πχ πόσα κουταλάκια σχόλιο κοινωνικό και πόσα ζάχαρη ή κανέλα. Διαφορετική αναλογία επίσης θα υπάρχει εάν κινείται κάποιος στην κατεύθυνση της φανταστικής λογοτεχνίας. Που ακόμα και τότε με τη διαφορετικότητα και τις ανατροπές του σε πρόσωπα και πράγματα, ο δημιουργός ίσως απλώς να να καυτηριάζει και να ειρωνεύεται την τρέχουσα συνθήκη και με ένα τρόπο δικό του επομένως και πάλι να αναφέρεται σε αυτήν. Από τη σκοπιά της υπαρξιακής ποίησης και λογοτεχνίας, ψυχικές καταστάσεις των διαφόρων εποχών, με τους ίδιους όρους -ή σχεδόν- μπορούν να περιγραφούν και γι’ αυτό η περιγραφή αυτή τείνει να είναι πιο διαχρονική. Άλλοι έχουν προτίμηση στη λεγόμενη κοινωνική λογοτεχνία, όπου θεωρείται απαραίτητο να περιγραφούν εναργέστερα και πιο εκτεταμένα οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της εποχής. Ο λογοτέχνης όμως έχει χρέος να αποτυπώνει την εποχή του με τους όρους της τέχνης του. Να μην γράψει για να ευχαριστήσει κάποιο κοινό ή να συμπλεύσει με τα come il faut της συγχρονίας, γιατί θα γράψει άσχημα, αλλά να αφήσει το κείμενο να οδηγηθεί από τη δική του αλήθεια και τη βίωση από την πλευρά του των καταστάσεων. Μην ξεχνάμε ότι τους δρόμους κάθε φορά στην τέχνη άνοιξαν δημιουργοί που είδαν με παρθένα μάτια τον κόσμο. Στην περίπτωση του σουρεαλιστικού μοντέλου επίσης -αν υποθέσουμε ότι σήμερα υπάρχει μια απόλυτα καθαρόαιμη τέτοια γραφή- όπου προβάλλονται στο έργο οι δυνάμεις του ασυνειδήτου και πάλι ο εξωτερικός κόσμος είναι εκείνος που προβάλλεται στον εσωτερικό και αναδύονται στην επιφάνεια κάποια στοιχεία στο έργο, που ίσως με μόνη την εποπτεία της σκέψης, θα έμεναν κρυμμένα. Το τελευταίο ισχύει πολύ περισσότερο για την ποίηση, η οποία πιστεύω έτσι κι αλλιώς οδηγείται από τις διεργασίες της ψυχής και του υποσυνειδήτου, από την ξαφνική έμπνευση και έκλαμψη, ενώ στην πεζογραφία η νοητική διεργασία έχει μεγαλύτερη ισχύ, πώς αλλιώς πχ να υποστηρίξει ένας δημιουργός ένα ιστορικό μυθιστόρημα; Θα πρέπει να αναφερθεί, μεταξύ των άλλων, σε πραγματικά γεγονότα. Εκεί παίζει όμως ρόλο όχι μόνο η πραγματικότητα αλλά και η ατομική οπτική επάνω σε αυτήν.
Στην εποχή μας, που μοιάζει να είναι λίγο περισσότερο ταραγμένη από άλλες, με την προηγηθείσα οικονομική κρίση, τη σκιά της πανδημίας και την αποκορύφωση με τον πόλεμο στην ευρωπαϊκή γειτονιά μας σε συνδυασμό και με την περισσότερο από ποτέ ορατή περιβαλλοντολογική καταστροφή, είναι φυσικό να εξασκείται τρόπον τινά μια πίεση για μια όσο το δυνατόν πιο ευρεία διείσδυση και απεικόνιση των δυσχερειών της πραγματικότητας στο έργο, τόσο από τον περίγυρο, όσο και κυρίως από την ίδια τη συνείδηση του λογοτέχνη. Είτε με σχετικές ιστορίες είτε με εικόνες, είτε απλώς με κομβικές λέξεις. Στην μυθιστορία μάλιστα ακόμα περισσότερο, διότι οι συγγραφείς έχουν ανάγκη -ή τους επιβάλλεται για να χαρακτηριστεί το έργο τους σοβαρό- να ασχοληθούν κυρίως με την εποχή τους. Μια ταραγμένη πραγματικότητα δεν είναι δυνατόν να μην ταράζει την ψυχή του λογοτέχνη -όπως άλλωστε και των συνανθρώπων του γύρω- και να μην προβάλλει στο έργο του κάποια έστω από τα στοιχεία της, κάποτε και αντίθετα προς την κατεύθυνση της γραφής του, που προηγουμένως αναφέρθηκε, είτε πιο εκτεταμένα, όταν αυτή η κατεύθυνση, κοινωνικού τύπου πχ, το επιτρέπει. Ναι, η εξωτερική συνθήκη μπορεί να γίνει αφορμή έμπνευσης και να προσδώσει και στις εσωτερικές διεργασίες ποιότητα και βάθος. Πόσο μάλλον στους καιρούς μας, τους καιρούς που οι δυνατότητες επικοινωνίας είναι αυξημένες εξ αιτίας της εύκολης πρόσβασης στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και εξ αιτίας της διαδικτυακής κυριαρχικής εισβολής που φέρνουν τα γεγονότα πολύ κοντά στον δημιουργό και στον άνθρωπο γενικά. Δεν υπάρχει σήμερα έρημος ή κορφή βουνού για να απομονωθεί κάποιος, ακόμα κι αν το επιζητεί, κανένα ησυχαστήριο (όπως άλλες εποχές του απώτερου παρελθόντος ενδεχομένως το επέτρεπαν), η πραγματικότητα μας κατακλύζει από παντού αδυσώπητα. Είναι κάθε στιγμή μέσα στα σπίτια μας και στις οθόνες μας. Η αδηφάγος ταχύτητα μάλιστα με την οποία εναλλάσσονται τα θέματα στα μέσα, δείχνει να υποστηρίζει μια επικαιρική δημιουργία. Ωστόσο στο καλλιτεχνικό φαινόμενο δεν ταιριάζει η υποχρεωτικότητα και το ένα κι ένα κάνουν δύο. Κάποιοι δημιουργοί μπορούν να παρουσιάζουν μιαν ετοιμότητα στην πρόσληψη και κατόπιν στην άμεση απόδοση με το έργο τους της τρέχουσας ατμόσφαιρας και ίσως αυτό να συντελεί και σε μια ψυχική τους αποφόρτιση. Από την άλλη η ψυχή του λογοτέχνη μπορεί να αισθάνεται παραλυμένη και ανίκανη να εκφραστεί σε περιόδους ειδικά που συμβαίνουν κάποια σημαντικά δυσάρεστα γεγονότα -όπως και του κοινού ανθρώπου εξ άλλου- και να νοιώσει ικανή να τα περιγράψει ή να τα ανακαλέσει πολύ αργότερα από τότε που συμβαίνουν. Στην περίπτωση της πεζογραφίας ειδικά, η κάποια απόσταση από τα γεγονότα συμβάλλει πάντα στην καλύτερη αξιολόγηση των συνθηκών, των αιτίων, των πτυχών που περιγράφουν τη γύρω πραγματικότητα και την εντελέστερη επομένως προσέγγιση της. Η ποίηση όμως που συχνά (χωρίς να αποκλείσουμε και τη διανοητική μορφή της) είναι αίμα της καρδιάς, είναι πιο ευεπίφορη να παρακολουθεί τα γεγονότα εκ του σύνεγγυς και να αιμορραγεί επί τόπου. Ακόμα κι αν εκ των υστέρων κανείς απορρίπτει το ποίημα.
Κυριακή Αν. Λυμπέρη – Ο λογοτέχνης έχει χρέος να αποτυπώνει την εποχή του με τους όρους της τέχνης του
Από CULTURE BOOK
17/12/2022