Είναι ο λογοτέχνης ο καταγραφέας της καθημερινότητας ή εκείνος που ζει στο γυάλινο πύργο του; Τίποτα προφανώς από τα δύο. Η καθημερινότητα σε όποια έκφανσή της επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και τον λογοτέχνη, ενδεχομένως να τον εμπνέει και σύμφωνα με το βαθμό ευαισθησίας που διαθέτει ως όχημα, εκείνος τη διυλίζει και τη μεταλλάσσει σε μορφή Τέχνης. Ο ποιητής αποτελεί και αυτός κοινωνική μονάδα και ως εκ τούτου αλληλοεπιδρά με την εκάστοτε κοινωνική πραγματικότητα. Από την άλλη πλευρά, ο καλλιτέχνης είναι μόνος στο ταξίδι αυτό της δημιουργίας, τη στιγμή εκείνη δεν τον αφορά τόσο το κοινό, τον αφορά όμως εξαιρετικά πολύ ο εαυτός του και οι δαίμονες του. Δεν γράφεις κάθε φορά με πυξίδα τον αποδέκτη-αναγνώστη. Γράφεις όπως σου υποδεικνύει ο ένδον οφθαλμός.
Δύσκολες ισορροπίες. Και ακόμη πιο δύσκολες σε εποχές όπως η σημερινή, μέσα σε μία καθόλα δυστοπική πραγματικότητα. Ο δημιουργός κάποτε επιλέγει τη σιωπή. Έχω την εντύπωση πως στην ποίηση και σε κάθε Τέχνη, η σιωπή πολλές φορές είναι και αυτή «ομιλούσα» πράξη. Αποτελεί θέση απέναντι σε μία σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, η οποία καταπίνει σε χρόνο μηδέν ως άλλος Πολύφημος τα γεγονότα, τα διαπομπεύει στο φως των μηντιακών προβολέων και την επόμενη στιγμή τα αποσιωπά. Αποτελεί θέση απέναντι σε μία λογική όπου το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ευθυγραμμίζονται, καμία απόκλιση ούτε εμβάθυνση.
Ωστόσο, συμβαίνει η πραγματικότητα να υπερβαίνει πολλές φορές την Τέχνη. Αν, για παράδειγμα, ένα εξωτερικό γεγονός είναι απύθμενα τραγικό, είναι εξίσου δύσκολο να αποτυπωθεί «ποιητικά» η βαρύτητα του θέματος, δίχως ενδεχομένως να διολισθήσει σε ανούσια περιγραφή. Το ίδιο το γεγονός υπερβαίνει κάθε μορφή Τέχνης. Ο δημιουργός σε κάθε περίπτωση μπορεί να υποδηλώσει μία δύσκολη πραγματικότητα υπαινικτικά, χωρίς να χρησιμοποιήσει «οικείες» εικόνες. Αυτό δεν τον καθιστά αμέτοχο ή αδιάφορο στο κοινωνικό γίγνεσθαι ούτε κατ’ ανάγκην απολιτικό με ελλιπή ιστορική γνώση. Επίσης, άλλο έχω άποψη, άλλο είμαι στρατευμένος και είναι δυσδιάκριτη κάποτε η λεπτή γραμμή που διαχωρίζει το ένα από το άλλο. Η Τέχνη δεν είναι αναγκαία όπως η επιβίωση, δεν μπορεί να υπηρετεί, δεν είναι σύνθημα, δεν ομαδοποιείται. Συνδέεται με το ανεξήγητο, λειαίνει την αγωνία του τέλους.
Αλλού βρίσκεται το «θαύμα». Όταν η Τέχνη ανασύρει τις περισσότερες φορές συνειρμούς άσχετους με την αρχική έμπνευση του δημιουργού. Εκεί βρίσκεται το θαυμαστό, στις διαφορετικές κάποτε προκλητικές προσεγγίσεις του θέματος, πώς δηλαδή λειτουργεί η ποίηση ατομικά, δημιουργώντας στη συνέχεια μια σφαιρική πρόσληψη. Έτσι επιτυγχάνεται και η μεταμόρφωση του ποιητικού γίγνεσθαι. Έχοντας ως αρχική αφόρμηση ένα εξωτερικό γεγονός, η ποιητική σκέψη ενδέχεται να προσλαμβάνεται από τον αναγνώστη σαν η καθοριστική κίνηση, σαν μοχλός επανεκκίνησης. Εδώ αναζητείται και η προστιθέμενη αξία του δημιουργού, η δύναμη και η μαστοριά του, όταν κατορθώνει να υπερβεί τη δυστοπία του γεγονότος και να προκαλέσει το συλλογικό ασυνείδητο. Για μένα κάθε ποίημα αφ’ εαυτού συνιστά πολιτική πράξη και ως δημιούργημα, με την εμφανή παρουσία του, εμπεριέχει την υπαρξιακή ολότητα, ερωτική-πολιτική-κοινωνική.
Το ποίημα πάντοτε κρέμεται σε μια κλωστή. Και ο ποιητής μαζί.