Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του πεζογράφου στην κοινωνία;
Η λογοτεχνία με τη διπλή της όψη και υπόσταση, γραφή / ανάγνωση, είναι πρώτα απ΄ όλα η υλοποίηση της ανάγκης του ανθρώπου κάθε εποχής και κάθε κοινωνίας για παραμυθία: «αινώς γαρ μύθοισιν έπεσσί τε σοίσιν ακούων τέρπομαι» (Όμηρος) – ευφραίνομαι πολύ να ακούω τα λόγια και τις ιστορίες σου. Από τότε που ο άνθρωπος μπορεί να θυμηθεί τον εαυτό του, πάντοτε υπήρχε κάποιος που σκάρωνε μια διήγηση και την εξιστορούσε στους άλλους απαγγέλοντας, τραγουδώντας, προσθέτοντας σε πραγματικά συμβάντα όμορφα «ψέματα» ή διηγούμενος ψέματα που μοιάζουν με αλήθεια, γράφοντας πάνω στην πέτρα ή σε δέρματα ζώων, επινοώντας την τυπογραφία, άρα και τα βιβλία, καταφέρνοντας εντέλει στην εποχή μας να αφηγηθεί το παρελθόν, το παρόν και ίσως το μέλλον στο άυλο «χαρτί» κάποιας οθόνης. Οι ζώντες και οι κεκοιμημένοι είναι η πρώτη ύλη κάθε συγγραφέα. Δηλαδή η ίδια η ζωή με όλες τις εκφάνσεις της. Που πάει να πει, ότι τίποτα από την πραγματικότητα ένας δημιουργός δεν αφήνει αναξιοποίητο, παρά ανιχνεύει, συλλέγει και μορφοποιεί ακόμα και το παραμικρό τρίμμα της τρέχουσας αλήθειας, ιδίως εκείνες τις πτυχές της ζωής που δεν έχουν θετικό πρόσημο: πολέμους, ασθένειες, αδικίες, τραγικά συμβάντα, την ενδοχώρα του θανάτου…
Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η πεζογραφία;
Για την κατάσταση που βιώνει σήμερα ολόκληρος ο πλανήτης – και είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία της ανθρωπότητας που το επίθετο «παγκόσμιος» αποκτά την αληθινή του σημασία – σκέφτομαι πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς βιβλία. Αν δηλαδή δεν υπήρχαν τα βιβλία που έχουν ήδη γραφτεί ή αυτά που συνεχίζουν να γράφονται σήμερα. Μπορούμε να φανταστούμε έναν τέτοιον κόσμο; Μια τέτοια κοινωνία; Ανατριχιάζω μ΄ ένα τέτοιο καφκικό ενδεχόμενο, το ξορκίζω και επιστρέφω ξανά σ΄ αυτή τη διπλή ευλογία: το διάβασμα και το γράψιμο.
|