Scroll Top

Ο ποιητής παραμένει “γελωτοποιός” του βασιλιά – Του Γιώργου Χουλιάρα

 Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του ποιητή στην κοινωνία;

Η θέση του ποιητή, το πώς δηλαδή ο ρόλος του γίνεται αντιληπτός στην κοινωνία, σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τις εκάστοτε κυρίαρχες αντιλήψεις για την ποίηση. Θα έλεγα ότι διάχυτη στην ελληνική κοινωνία είναι μια αμφιθυμία απέναντι στην ποίηση. Σήμερα στην Ελλάδα η ποίηση είναι αντικείμενο σεβασμού, ενώ ταυτόχρονα χλευάζεται. Πρόκειται για διπλή στάση, που δεν γίνεται αντιληπτή ως αμφιθυμία, αν δεν εξεταστούν συνδυαστικά οι αντιδράσεις, αλλά μεμονωμένα καταγραφούν ως αδιαφορία για απόπειρες δημιουργίας. Όλα αυτά εκτυλίσσονται στο πλαίσιο μιας γενικότερης αμφιθυμίας – όχι μόνο σε σχέση με την ποίηση, ούτε μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε περιβάλλον κοινωνικής απαξίωσης της τέχνης, ενώ εκκλήσεις για πολιτισμό συνεχίζονται – που χαρακτηρίζει σύγχρονες κοινωνίες.

Εκδηλώσεις της εν λόγω αμφιθυμίας διαπιστώνονται από όσους αποφεύγοντας τη γκετοποίηση δεν αποκλείονται σε «γκέτο ποίησης». Απόρροια επένδυσης στην ποίηση είναι ο αριθμός ποιητικών συλλογών που κυκλοφορούν στα ελληνικά, σε εμφανείς ή κεκαλυμμένες αυτο-εκδόσεις συνήθως, που δεν δικαιολογείται απλώς από ανάγκες έκφρασης και αναγνώρισης. Ενέχονται στοιχεία κοινωνικής καταξίωσης στην ατομική πρωτοβουλία. Παράλληλα, ο πολλαπλασιασμός εκδόσεων, αναρτήσεων, παρουσιάσεων και αναγνώσεων έχει πληθωριστικές επιπτώσεις, αυξάνοντας την ανυποληψία του ποιητικού νομίσματος, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι επιτρέπονται περιορισμοί. Στίχοι που έγιναν παροιμιώδεις φράσεις, ή προέρχονται από ποιήματα που (συχνά ανεπιτυχώς) μελοποιήθηκαν, ακούγονται ακόμη και στη Βουλή ή επαναλαμβάνονται από σχολιαστές και αρθρογράφους, που εξίσου έτοιμοι όμως είναι να χαρακτηρίσουν «ποιητική», δηλαδή άστοχη, κάθε πρόταση με την οποία δεν συμφωνούν. Πρόκειται για σχόλια που κάποιες φορές συναγωνίζονται την ευτέλεια στιχουργών που στο παρελθόν κατακεραύνωναν νεωτερικούς ποιητές.

Είναι εξηγήσιμη η άρνηση της ποίησης σε μια εποχή με περισσότερους ποιητές από αναγνώστες, όπως άλλωστε περισσότερους πολιτευτές από πολιτικούς, όταν ειρωνικά ακούγονται κλασικές διατυπώσεις των ρομαντικών, όπως του Σέλλεϋ, που χαρακτήριζε τους ποιητές «μη αναγνωρισμένους νομοθέτες του κόσμου» που ακροβατούν μεταξύ ελευθερίας και υποταγής. Είναι εξηγήσιμη η υποβάθμιση της ποίησης σε μια εποχή όταν, όπως και παλαιότερα, διέξοδος ματαίως αναζητείται όχι μόνο στην πεζογραφία, αλλά σε οτιδήποτε πεζό και μετρήσιμο σε πωλήσεις. Εκείνο που χρειάζεται να εξηγηθεί είναι η άλλη πλευρά της αμφιθυμίας, ο σεβασμός προς την ποίηση που διαπιστώνεται σε ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, πέρα από όσους εμπλέκονται στην καλλιέργεια της αρχαίας αυτής τέχνης.

Η ποίηση (Καβάφης, Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος κ.ά.) κατέχει τα σκήπτρα από πλευράς διεθνούς αναγνώρισης της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, όπως εξάλλου συμβαίνει και σε σχέση με την αρχαιότητα (Όμηρος, Σαπφώ, τραγικοί ποιητές κ.ά.). Έστω και αν υφίσταται αποσύνθεση σήμερα, το κυρίαρχο πολιτιστικό μόρφωμα δοκιμιογραφήθηκε με επικεφαλής έναν ποιητή, τον Σεφέρη, από τη γενιά του ’30, που βέβαια καθιερώθηκε τριάντα χρόνια αργότερα, τη δεκαετία του 1960. Τα στοιχεία αυτά προτεραιότητας και επώνυμης εξωστρέφειας επικάθησαν στη χώρα του Παλαμά, που είχε «προκύψει» από την ποίηση – δηλαδή, τον Σολωμό και τον Μπάιρον – και στην οποία η ποίηση είχε ρόλο «ρυθμιστικής πειθαρχίας», όπως τον έχω αποκαλέσει. Παράλληλα, καθοριστικό ζήτημα για όσους στρέφονται στην ποίηση είναι η τύχη να γράφουν σε μια γλώσσα με βάθος και έκταση, που όργωσαν ενδο-γλωσσικές συγκρούσεις, στην οποία εγκαθιδρύθηκε η Δυτική παράδοση της ποίησης ως μήτρας πολλαπλών εκδοχών του λόγου.

Όπως γενικά οι τεχνίτες, ο ποιητής παραμένει «γελωτοποιός» του βασιλιά, δηλαδή αυτός που κάνει την εξουσία να γελά και όταν τη γελοιοποιεί. Πρόκειται για περίεργα κεφαλαιοποιημένη κοινωνική θέση. Μπορεί να σου πάρει το κεφάλι. Το δικό σου, κάποτε.

Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η ποίηση;

 
Ο ιδιαίτερος ρόλος της ποίησης σε όλες τις συνθήκες είναι να παραμένει ίδια αλλάζοντας. Αυτό αντιστρέφεται σε περιόδους κρίσης, όταν η ποίηση αλλάζει παραμένοντας η ίδια. Βασική υποχρέωση του συγγραφέα είναι να γράφει όσο καλύτερα μπορεί. Συνθήκες πανδημίας θέτουν ζητήματα ζωής και θανάτου. Και ζωής για όσους επιβιώσουν. Τα ζητήματα αυτά απασχολούν την επιστήμη, την πολιτική, την ιστορία, τη μεταφυσική. Η ποίηση ως πυρήνας της λογοτεχνίας καλείται να συνεχίσει τη δική της έρευνα.Με όρους πανδημίας, δηλαδή «της πόλης του ενός βιβλίου», ανακαλώ τη «Φωτιά» από την «Πόλη Γραφέων».

Η ΦΩΤΙΑ

Σελίδες τυλιγμένες στους καπνούς
τσιγάρων που μέσα τους έστριψαν
αυτόχειρες συγγραφείς τους
ηδονικά καλώντας τον θάνατο
και γνέφοντας στον αέρα
καθώς εξανεμίζονται στην πυρκαγιά
που άναψε σπίρτο στα χείλη
της πόλης του ενός βιβλίου
που έγραψαν οι κάτοικοι μαζί
και τώρα τις αράδες του καπνίζοντας
διαβάζουν μέχρι τέλους

*Ο Γιώργος Χουλιάρας (Εικονομαχικά, 1972, Δρόμοι της μελάνης, 2005, Λεξικό αναμνήσεων, 2013) είναι ποιητής, δοκιμιογράφος, πεζογράφος και μεταφραστής. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έζησε πολλά χρόνια στη Νέα Υόρκη, ενώ το 2014 τιμήθηκε με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για την καινοτόμο γραφή του και το σύνολο του έργου του.

* ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΑΛΒΑΝΟΥ