Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του ποιητή στην κοινωνία;
Ο Ποιητής είναι το μακρύ χέρι της κοινωνίας που αρπάζει τα συναισθήματα των ανθρώπων, τα επεξεργάζεται και τους τα επιστρέφει ελαφρώς μακιγιαρισμένα. Ο οραματιστής ουτοπικών επαναστάσεων, βγαλμένων από τον έσω μαυρισμένο κόσμο του. Ο εγγυητής μιας επισφαλούς καθοδήγησης του πλήθους, θέτοντας προβληματισμούς χωρίς να παρέχει έτοιμες λύσεις. Ο αίρων τον εφησυχασμό και τη στασιμότητα, με ξυραφιές λέξεων που δεν ανατρέπουν καθεστώτα αλλά αφυπνίζουν βαλτωμένα μυαλά. Ο απεχθής των ισχυρών και ο αρεστός των αδύναμων. Ο αντίλαλος απελπισμένων κραυγών μέσα στην έρημη πόλη, ο παρέχων προσωρινά παυσίλυπα και μόνιμους θανάτους. Ο αειθαλής φορέας του παραλόγου που μεταδίδει τον ιό της τρέλας και κανένα εμβόλιο δε βρέθηκε να τη θεραπεύσει. Ο διαμοιράζων αφειδώς παραμυθία στους ανίσχυρους και καταφρονημένους, στους απόκληρους της ζωής. Ο προφήτης των επερχόμενων λοιμών του σώματος και των λιμών του πνεύματος. Ο διακαής πόθος των εραστών, ψιθυρίζοντας ένα τετράστιχο κάτω από το φεγγάρι. Ο δρομέας ημιαντοχής του τίποτα και ο μαραθωνοδρόμος του παροδικού. Ο εξολοθρευτής της πεζότητας που κρεμάει τα μπόσικα στα μανταλάκια. Ο συνήθης ύποπτος της μοναξιάς σε παγωμένα και λερά δωμάτια υπό το φως των κεριών. Ο μηχανοδηγός του στοιχειωμένου τρένου των δώδεκα, μεταφέροντας ψυχές στο τελευταίο τους ταξίδι. Ο ενοικιαστής του ουρανού που μεταναστεύουν οι αποδημήσαντες, συγκροτώντας μιαν άλλη μεταθανάτια κοινωνία. Ο αλχημιστής του πολιτικού γίγνεσθαι, φορώντας μάσκα και χειρουργικά γάντια, λίγο πριν εκπνεύσουν οι ιδεολογίες. Ο πυροτεχνουργός εξουδετέρωσης της λογικής, δίνοντας μιαν αλληγορική οπτική της πραγματικότητας. Ο διακινητής ονείρων εν μέσω πανδημίας, ο κομιστής ελπίδων, φρούδων και μη.
Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η ποίηση;
Η Ποίηση ανθοφορεί σε χαλεπούς καιρούς και το άρωμά της διακτινίζεται σε μεγάλη απόσταση. Σηκώνει φορτία επαχθή χωρίς να πτοείται. Καθημερινά επιστρατεύει την αισιοδοξία και χαλιναγωγεί τη θλίψη. Παραμένει πιστή συνοδοιπόρος των αδικουμένων, μπαίνει στα έγκατα του φόβου και τον φωταγωγεί. Κατέρχεται άοπλη στο πεδίο του πόνου, κατανικά τα άγνωστα ενδεχόμενα, προσφέρει βάλσαμο ίασης στους νοσούντες. Εμπνέει τους ανυπόταχτους νέους και καταπραΰνει τους πενθούντες γέροντες. Κατατροπώνει τα μολυσμένα κύτταρα του νου με ένα χάδι ποιητικής αδείας. Εισέρχεται χωρίς προφυλάξεις στα χειρουργεία του χρόνου, εξουδετερώνει τις μεταστάσεις της μνήμης. Παρεισφρέει στις επιθυμίες των ανέργων, οργανώνει συσσίτια αλληλεγγύης περιμένοντας κι η ίδια στην ουρά για ένα πιάτο συμπόνιας. Εξακοντίζει πύρινους στίχους ελέγχοντας την εξουσία, η οποία βέβαια προσπερνά αδιάφορα. Αναδεικνύεται ο αφανής ήρωας των μαζών στα πεζοδρόμια και στα οδοφράγματα. Μπαίνει σφήνα στη διαχείριση της ήττας, διεκπεραιώνει πρωτόκολλα εισερχομένων και εξερχομένων απωλειών.
Μεθάει μέχρι τα χαράματα με τους μελλοθάνατους και το πρωί μαζεύουν τα κομμάτια της τα απορριμματοφόρα του δήμου. Επισκέπτεται τις φυλακές ανηλίκων και δωρίζει απλόχερα τον έρωτα που στερούνται. Μένει στο σπίτι για εβδομάδες με εθελούσιο εγκλεισμό κι όταν όλος ο πληθυσμός εξαναγκάζεται σε απομόνωση, αυτή εξέρχεται κρυφά και περιφέρεται στις άδειες πλατείες. Κάνει δυνατό κρότο για αντιπερισπασμό κι επειδή δεν εισακούεται επιστρέφει στην αρχική της αφετηρία:«Σε τόσο δύσκολους καιρούς/η ησυχία δεν ωφελεί κανέναν/Κι όταν ερημώσει το ποίημα/να ξεκινήσει κι η επανάσταση/(του δικού μας μέσα κόσμου)»
Μεθάει μέχρι τα χαράματα με τους μελλοθάνατους και το πρωί μαζεύουν τα κομμάτια της τα απορριμματοφόρα του δήμου. Επισκέπτεται τις φυλακές ανηλίκων και δωρίζει απλόχερα τον έρωτα που στερούνται. Μένει στο σπίτι για εβδομάδες με εθελούσιο εγκλεισμό κι όταν όλος ο πληθυσμός εξαναγκάζεται σε απομόνωση, αυτή εξέρχεται κρυφά και περιφέρεται στις άδειες πλατείες. Κάνει δυνατό κρότο για αντιπερισπασμό κι επειδή δεν εισακούεται επιστρέφει στην αρχική της αφετηρία:«Σε τόσο δύσκολους καιρούς/η ησυχία δεν ωφελεί κανέναν/Κι όταν ερημώσει το ποίημα/να ξεκινήσει κι η επανάσταση/(του δικού μας μέσα κόσμου)»
* O Γιώργος Γκανέλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Είναι καθηγητής Φιλολογίας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές “Ανάπηροι δρομείς” (2012), “Ο σκοπευτής της μνήμης” (2013), “Χρεοκοπία ιδεών” (2014), “Εκτός εαυτού” (2015), “Υπό το μηδέν” (2017), “Ωδίνες της Ποίησης” (2018) και ”Ακτινογραφία θώρακος” (2019).