Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του ποιητή στην κοινωνία;/Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η ποίηση;
Θεωρώ τόσο τον ποιητή όσο και τον καλλιτέχνη γενικότερα πολιτικό ον, που δεν μπορεί να νοηθεί αποκομμένο από τα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα της εποχής του: αντίθετα, είναι ο υποκειμενικός τους εκφραστής. Καταγράφει, θα λέγαμε, με τρόπο δημιουργικό – μέσω του εργαλείου του, της γλώσσας, και των εκάστοτε μορφολογικών της μέσων που ανταποκρίνονται στην προσωπικότητα και το ύφος του – όσα συμβαίνουν γύρω του, ενώ παράλληλα ασκεί και την προσωπική του κριτική, ανάλογα με την κοσμοθεωρία και τα βιώματά του.
Κάθε μορφή κρίσης – σε όλες της τις εκφάνσεις – αποτελεί πηγή έμπνευσης για τον ποιητή. Τα φαινόμενα, με τα όποια στην εποχή μας ερχόμαστε αντιμέτωποι καθημερινά – οι ελλείψεις στα βασικά είδη πρώτης ανάγκης (φαγητό, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, στέρηση σε διάφορα επίπεδα) ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας, η πολιτική αστάθεια, η εγκληματικότητα, καθώς και η γενικότερη (ηθική) παρακμή και διαφθορά – δε θα ήταν δυνατό να μας αφήνουν αμέτοχους με την ιδιότητά μας αυτή. Ιδίως τώρα, που σε όλα τα προηγούμενα προστέθηκε και μία πανδημία, μπροστά στην οποία η ανθρωπότητα βρέθηκε απροετοίμαστη και την παρακολουθεί σοκαρισμένη.
Όλοι μας έχουμε βιώσει σε προσωπικό επίπεδο πολυποίκιλες δυσχέρειες και αδιέξοδα, στη διάρκεια των οποίων η μελέτη των κειμένων άλλων λογοτεχνών – ποιητών και συγγραφέων – που έχουν περάσει από παρόμοιες, συχνά πολύ δυσκολότερες καταστάσεις και τις υπερνίκησαν, στάθηκαν υπόδειγμα και πηγή δύναμης για εμάς τους ίδιους βοηθώντας μας να τις αντέξουμε και να τις ξεπεράσουμε. Σε αυτήν την περίπτωση η ποίηση κυριολεκτικά μπορεί να ‘σώσει’ ανθρώπους σε στιγμές κρίσεις, σε καταστάσεις, παραδείγματος χάρη, σαν την τωρινή. Μπορεί να ‘οπλίσει’ τον αναγνώστη και να τον βοηθήσει να βγει από το πιο σκοτεινό τέλμα. Τον κάνει να μην αισθάνεται μόνος του: βρίσκει στο περιεχόμενο του ποιήματος την κατανόηση, που ενδεχομένως να μην μπορεί κανείς άλλος να του προσφέρει εκείνη τη στιγμή, αισθάνεται ταύτιση με τα όσα βλέπει να έχουν γραφτεί σε αυτό. Ισχυροποιείται με δυνατή ψυχολογία, αναγεννημένος θαρρείς, στέκεται στη συνέχεια απέναντι στο πρόβλημα, παλεύει εκ νέου, αγωνίζεται για οδηγηθεί στη λύση.
Όσον αφορά το άτομό μου, σε μια πολύ δύσκολη περίοδο της ζωής μου, έπαιξε το ρόλο αυτό το έργο του Περικλή Κοροβέση, «Ανθρωποφύλακες». Με καθόρισε και μου έδωσε τη δύναμη να πορευτώ, όταν αύριο φάνταζε να μην υπάρχει. Ως προς την ποίηση, σε μιαν ανάλογη κατάσταση, οι «Αντιδικίες» του Τίτου Πατρίκιου. Ιδίως το ποίημά του με τίτλο «Με ανοιχτά χαρτιά». Διαβάζοντάς το αισθανόμουν σα να είχε γραφτεί για μένα.
Είμαι άνθρωπος που με συνάρπαζε να διαβάζω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Την ώρα εκείνη φαντάζομαι τον άνθρωπο, άντρα ή γυναίκα, που έγραψε το κείμενο. Τον κόπο, την προσπάθεια, την ακατάπαυστη δημιουργικότητά του – ανεξάρτητα από την εποχή του. Αισθάνομαι κοινωνός των ιδεών και των σκέψεών του. Ο συγγραφέας ή ποιητής με εισάγει στο δικό του κόσμο, μοιράζεται ένα κομμάτι του εαυτού του μαζί μου. Προσπαθώ, όταν αυτό είναι δυνατό, να διαβάζω τα έργα στο πρωτότυπο κείμενο, για να μπορώ να αντιληφθώ όλα τα παραπάνω ακριβέστερα.
Επίσης, αγαπώ την εποχή μου – όσο σκληρή κι αδυσώπητη κι αν είναι. Την καθημερινότητα. Τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας. Τα πραγματικά, αληθινά πρόσωπα, όχι τους χαρακτήρες. Οι χαρακτήρες είναι, κατά τη γνώμη μου, καρικατούρες.
Ωστόσο, τα προαναφερθέντα ισχύουν για μια μειονότητα του πληθυσμού. Η φιλαναγνωσία και η ενασχόληση με την τέχνη γενικότερα δυστυχώς δεν εκφράζουν πολλούς ανθρώπους των ημερών μας. Ζούμε σε μιαν εποχή ιδιαίτερα άμουση για τη χώρα μας. Ένα πολύ μικρό μέρος της ελληνόφωνης κοινωνίας διαβάζει λογοτεχνία, πόσο μάλλον ποίηση. Οι περισσότεροι απορρίπτουν τους ανθρώπους της τέχνης.
Οι δε ποιητές χαρακτηριζόμαστε ενδόμυχα ως αιθεροβάμονες, εκτός πραγματικότητας (‘φευγάτοι’), ρομαντικοί και αντιμετωπιζόμαστε ως γραφικοί. Με χλεύη και περιφρόνηση. Ακόμα και από πρόσωπα του κύκλου μας. Ιδίως από το ευρύτερο περιβάλλον των συναναστροφών μας. Αναφέρονται σε εμάς και μας χρησιμοποιούν μόνον, όταν μας έχουν ανάγκη, προκειμένου να επιδειχθούν ή και να αναδειχθούν κοινωνικά, επειδή ‘έχουν φίλο’ τον ‘ποιητή’ ή την ‘ποιήτρια’. Αυτό δε συνδέεται φυσικά με οιαδήποτε ενασχόληση, αντίληψη ή κατανόηση των όσων γράφουμε. Στην προκειμένη περίπτωση μετατρεπόμαστε σε status symbols μιας πληθώρας κενών ανθρώπων που δε γνωρίζουν καν τις έννοιες τέχνη και ποίηση. Τις θεωρούν, μάλιστα, περιττές, αν όχι άχρηστες, για τη ζωή και την εξέλιξη του ανθρώπου γενικότερα.
Το φαινόμενο αυτό δυστυχώς παρατηρείται ακόμα και σε πρόσωπα που αυτοχαρακτηρίζονται ως ‘μορφωμένα’ και που βρίσκονται στην ακμή της ζωής και της σταδιοδρομίας τους. Το τρομακτικό είναι πως μεγαλώνουν έτσι και τα παιδιά τους. Συνεπώς διερωτάται κανείς, ποια θα είναι η μελλοντική εικόνα του κόσμου, όταν θα κυριαρχούν σε όλους τους τομείς της κοινωνικής δραστηριότητας νέοι με αναρίθμητα τυπικά προσόντα και γνώσεις, που ακαλλιέργητοι θα πιθηκίζουν τις συνήθειες των τελικά κατά βάση αμόρφωτων γονιών τους, χωρίς οι ίδιοι να εξελίσσονται ουσιαστικά καθόλου.Μια μικρή ελπίδα συνιστά η εκπαίδευση και φυσικά εμείς οι ίδιοι. Που καλούμαστε να συνεχίσουμε να γράφουμε ανεξαρτήτως των δυσχερειών. Ενθυμούμενοι τον στίχο της Γερμανίδας ποιήτριας IlseSchneider – Lengyel: «Ο λόγος είναι ανεξήγητος θόρυβος. Αρρώστησε ο άνθρωπος στο άκουσμά του».
* Η Χριστίνα Παναγιώτα Γραμματικοπούλου γεννήθηκε στο Ντίσελντορφ το 1978. Μεγάλωσε και σπούδασε στη Θεσσαλονίκη. Είναι τελειόφοιτος του ΜΠΣ Δημιουργικής Γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Έργα της: 1.‘Persona Gramma‘, Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση, Εκδόσεις ‘Βακχικόν’, Αθήνα, Μάιος 2017. 2.‘Η σεληνιακή όψη του άντρα’, Ελληνική Λογοτεχνία, Εκδόσεις ‘Βακχικόν’, Αθήνα, Νοέμβριος 2018.