Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του ποιητή στην κοινωνία;
Η θέση του είναι να στέκεται απέναντι σε κάθε μορφή εξουσίας. Και βέβαια δε μιλώ για την υιοθέτηση μιας διδακτικής συνθηματολογίας αλλά για έναν λόγο που έχοντας υπερβεί την αυτάρεσκη περιφορά του προσωπικού δράματος εισάγει κάτι φλογοβόλο και ανατρεπτικό. Κι αυτό δεν είναι άλλο από την αμφιβολία.
Η αμφιβολία καταφέρνει ρήγμα ισχυρό στην αφασική εποχή, μετακινεί τις βεβαιότητες, κυρίως τις παραπλανητικές, όσες μας εξασφαλίζουν η όραση και η αριθμητική. Αναλαμβάνει να διαρρήξει την εξουσία του πραγματικού και να φανερώσει την επικράτεια του αληθινού. Και αληθινό είναι ό,τι μιλά παράλληλα και τη γλώσσα του ονείρου. Ο ποιητής καλείται να αμφισβητήσει το κατεστημένο του ορατού και συγχρόνως απειλεί όποιον δε νιώθει αμηχανία απέναντι στην ύπαρξη.
Εννοείται πως κανένα πρόβλημα επί του πρακτέου δεν επιλύεται, στη βάση της όμως επισυμβαίνει κάποια διεύρυνση στην αντίληψη και στη συνειδητότητά μας, καθώς μετατοπίζονται οι ιεραρχήσεις της ζωής. Αναδεικνύεται καταφανώς η ένδοξη ματαιότητα των πάντων και η ευθραυστότητα του ανθρώπου.
Αν αυτό δε συγκλονίζει τόσο, ώστε να αλλοιώσει τη σκληρότητα και την αλαζονεία, τότε δεν πιστεύω πως θα χαράξει από αλλού κάποιο φως.
Επίσης, κάποτε ο ποιητής εκτελεί χρέη προφήτη εν αγνοία του βέβαια και μόνον υπό την προϋπόθεση ότι μπαίνει στον κόπο να βγει από το χωραφάκι της ημερολογιακής καταγραφής των παθημάτων του και επιτρέπει στη γλώσσα να του αποκαλύψει το άγνωστο. Μάλιστα, στην εποχή της ιδιοτέλειας και των ραγδαίων ταχυτήτων εγκαινιάζει τον χρόνο της βραδύτητας που μας συνδέει με τον ξεχασμένο ρυθμό. Ο ποιητής αναδεικνύοντας τη σπουδαιότητα του ελάχιστου φωτίζει τα ασήμαντα και καθιερώνει μιαν άλλου είδους ταπεινότητα που μας εξοικειώνει με το Μυστικό.
Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η ποίηση;
Ίσως κάποιοι να διαβάσουν ποίηση στις αποσπασματικές και φευγαλέες αναφορές των social media αλλά και πάλι απαιτούνται άλλοι χρόνοι και οπωσδήποτε συνδιαλλαγή με τη σιωπή που η περίοδος εκτάκτου ανάγκης που διανύουμε δεν τα επιτρέπει.
* Η Ευτυχία – Αλεξάνδρα Λουκίδου γεννήθηκε στο Μόναχο, κατάγεται από την Κωνσταντινούπολη και ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασε στη Φιλοσοφική σχολή του Α.Π.Θ. Διδάσκει δημιουργική γραφή στη Θεσσαλονίκη και στην Κύπρο. Ποίηση: Λυπημένες μαργαρίτες (Εγνατία, 1986)Το τρίπτυχο του φέγγους (1993) Εν τη ρύμη του νόστου (Αρμός, 1999) Ν’ ανθίζουμε ως το τίποτα (Καστανιώτης, 2004) Όροφος μείον ένα (Καστανιώτη, 2008, β΄ έκδ. 2009) Το επιδόρπιο (Κέδρος, 2012, γ΄ έκδ. 2013). Το επιδόρπιο ήταν υποψήφιο για το Κρατικό Βραβείο. Αφόρετα θαύματα (Κέδρος, 2017) Μελετήματα: Εν αναμονή (Συμμετοχή στον συλλογικό τόμο «Ακροατής Οριζόντων Προσεγγίσεις στην ποίηση του Ορέστη Αλεξάκη»), (Γαβριηλίδης, 2004) Συρραπτική του Προσώπου – Επίσκεψη στην ποίηση του Ορέστη Αλεξάκη (Νέος Αστρολάβος / Ευθύνη, 2012) Πέραν της γραφής – Δοκίμια για την ποίηση (Κέδρος, 2015) Στους πίσω κήπους μίας λέξης – Δοκίμια κριτικής (Ρώμη, 2019). Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και περιέχονται σε ελληνικές και ξένες ανθολογίες. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης − όπου διετέλεσε Γεν. Γραμματέας − και του Κύκλου Ποιητών.