Η Σουηδική Ακαδημία είναι γνωστό ότι βράβευσε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2016 τον σπουδαίο τραγουδοποιό Bob Dylan. Ήταν ένα γεγονός που γέννησε θετικές αλλά και αρνητικές αντιδράσεις και που προβλημάτισε σχετικά με το αν ένας στιχουργός μπορεί να συγκαταλέγεται στη νικητήρια λίστα με τους υπόλοιπους «γίγαντες» πεζογράφους και ποιητές. Όποια και να είναι η απάντηση, το σίγουρο είναι ότι ο Bob Dylan, επηρέασε γενιές και έφερε πιο κοντά στον μέσο καθημερινό άνθρωπο – πιο κοντά από οποιονδήποτε άλλον – τη μεγάλη λογοτεχνία.
Ένα από τα λογοτεχνικά ρεύματα που ενέπνευσαν τον Dylan, ήταν ο σουρεαλισμός. Ο «τρελός» και πρωτοποριακός δίσκος Highway 61 Revisited – μαζί με το Bringing it all back home και το Blonde on blonde αποτελούν μια τριλογία που από πολλούς θεωρείται μέχρι και σήμερα ως η κορυφαία περίοδος της ροκ μουσικής – ήταν γεμάτος εκφραστική ελευθερία που όμοια της δεν είχε ξαναζήσει το τραγούδι.
Παρακάτω, θα πούμε δυο λόγια για το σουρεαλιστικό ρεύμα και αμέσως μετά θα διαβάσουμε τους στίχους από το τραγούδι Ballad of a thin man – ένα τραγούδι που έγραψε ο Dylan απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους που συνήθιζαν να του ασκούν κριτική τη δεκαετία του 1960. Με τους σουρεαλιστικούς στίχους του ουσιαστικά χλεύαζε το άχαρο επάγγελμα τους, τις ανούσιες ερωτήσεις που του έκαναν σε κάθε συνέντευξη τύπου και την καλλιτεχνική τους ανεπάρκεια, που συνήθως τον έβγαζε από τα ρούχα του.
Ο Σουρεαλισμός στη λογοτεχνία.
Αυτό το επαναστατικό και ασυμβίβαστο καλλιτεχνικό κίνημα γεννιέται στη Γαλλία στις αρχές του 20ού αιώνα και παίρνει τεράστιες διαστάσεις κυρίως την περίοδο του μεσοπολέμου. Η ονομασία του πηγάζει από τη γαλλική λέξη sur που σημαίνει επάνω και από το réalisme, δηλαδή ρεαλισμός. Γενικά, θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε τη συγκεκριμένη έννοια σαν κάτι που βρίσκεται πέρα από την πραγματικότητα δηλώνοντας κάτι το «τρελό», το παράξενο και το παράλογο.
Ο Γάλλος ποιητής Γκιγιώμ Απολλιναίρ χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τη λέξη σουρεαλιστικό για να περιγράψει το θεατρικό του δράμα Οι Μαστοί του Τειρεσία το 1917. Αν όμως ο περίφημος ποιητής Αντρέ Μπρετόν δεν έδινε αργότερα στον σουρεαλισμό όλη εκείνη τη γνώση που χρειάζεται για να σταθεί γερά στα πόδια του, ενδεχομένως το κίνημα να έσβηνε.
Ο Σουρεαλισμός είναι ένας ψυχικός αυτοματισμός, ο οποίος προσπαθεί να εκφραστεί μέσα από την τέχνη και τα γράμματα παραμερίζοντας τη λογική, καθώς και κάθε κοινωνικό και ηθικό φραγμό, έτσι ώστε η απύθμενη πηγή του δυναμικού ασυνείδητου να απελευθερώσει σκέψεις, ιδέες και εικόνες από μια ανώτερη πραγματικότητα και από τον κόσμο της φαντασίωσης και των ονείρων. Η πηγή και ο πυρήνας των σουρεαλιστών ποιητών είναι οι θεωρίες του Φρόυντ σχετικά με τα όνειρα, όχι όμως για θεραπευτικούς σκοπούς, αλλά ως προς την απελευθέρωση της ανθρώπινης φαντασίας.
Ο στόχος αυτού του επαναστατικού ρεύματος δεν είναι μόνο να διαλύσει όλα τα εμπόδια της λογικής, να φέρει ριζοσπαστικές αλλαγές στη σκέψη και την τέχνη, αλλά και να δώσει λύσεις στα βασικά προβλήματα της ζωής, όπως είναι ο παρανοϊκός Πρώτος Μεγάλος Πόλεμος και η υποβάθμιση των αξιών. Επηρεασμένοι από τον συμβολισμό, τον γερμανικό Ρομαντισμό και το αγγλικό γοτθικό μυθιστόρημα, και με το σύνθημα του Ρεμπώ, Να αλλάξουμε τη ζωή, και του Μαρξ, Να αλλάξουμε τον κόσμο, νεαροί Γάλλοι ποιητές με όπλο τον αναρχισμό και την αριστερά, μέσω του περιοδικού Litterature, εκφράζουν την αντίδρασή τους απέναντι στον ορθολογισμό της σκέψης και τις κοινωνικές συμβάσεις στο διάστημα 1919-24.
Μετά το παγκόσμιο οικονομικό κραχ του 1929 οι σουρεαλιστές εντάσσονται επίσημα στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας και κυκλοφορούν το περιοδικό Ο Σουρεαλισμός στην Υπηρεσία της Επανάστασης. Όμως, η γραφειοκρατία της αριστεράς κρατάει μία επιφυλακτική στάση απέναντί τους επειδή αρκετοί από αυτούς τους καλλιτέχνες προέρχονται από την αστική τάξη. Το περιοδικό Litterature είναι αρχικά υπό τη διεύθυνση των Λουί Αραγκόν, Φιλίπ Σουπώ και Αντρέ Μπρετόν, αλλά μόλις ο ιδρυτής του ντανταϊσμού Τριστάν Τζαρά γίνεται μέλος του κινήματος, τα γραπτά αρχίζουν να γίνονται όλο και πιο επαναστατικά προς το κατεστημένο της εποχής, την αδρανή αστική τάξη και τον άκαμπτο ορθολογισμό.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο Αντρέ Μπρετόν και ο Φιλίπ Σουπώ αναπτύσσουν και εφαρμόζουν τη μέθοδο της αυτόματης γραφής στο έργο τους Les Champs Magnétiques, (Τα Μαγνητικά Πεδία) το 1920. Είναι ένα είδος γραφής που αποτυπώνει το ασυνείδητο, εκμηδενίζει τη λογική και ασπάζεται τον αντικομφορμισμό. Αντίστοιχο βιβλίο στην Ελλάδα είναι η Υψικάμινος του Ανδρέα Εμπειρίκου που κυκλοφορεί για πρώτη φορά το 1935.
Τον Μάρτιο του 1922 ο Μπρετόν γίνεται διευθυντής του Litterature και έναν μήνα μετά δημιουργείται οριστική ρήξη με τον ντανταϊσμό, τον οποίο αποκηρύττει δημόσια. Ένας από τους λόγους που ο Μπρετόν διαρρηγνύει τις σχέσεις του με τον ντανταϊσμό από νωρίς, είναι για τον απόλυτο μηδενισμό του.
Στα επόμενα δύο χρόνια και μέσα από διεθνή συνέδρια στα οποία συμμετέχουν καλλιτέχνες του Κυβισμού και του Φουτουρισμού, ο σουρεαλισμός παίρνει την τελική του μορφή. Σουρεαλιστές όπως οι Αντρέ Μπρετόν, Πωλ Ελυάρ, Λουίς Αραγκόν και ο Μαξ Έρνστ, αρχίζουν να πειραματίζονται με τον αυτοματισμό, τα όνειρα, τον υπνωτισμό και τα ναρκωτικά. Αλλά μόλις αρχίζουν οι απόπειρες ομαδικής αυτοκτονίας υπνωτισμένων οπαδών, το πείραμα σταματάει ακαριαία.
Στο πρώτο Μανιφέστο του Σουρεαλισμού, ο Μπρετόν απορρίπτει τη μηχανική βοήθεια των ναρκωτικών και του υπνωτισμού και λέει ότι ο Σουρεαλισμός είναι μια εσωτερική ανθρώπινη δραστηριότητα. Ο Μπρετόν γράφει, Ο Σουρεαλισμός είναι ψυχικός και καθαρός αυτοματισμός με τον οποίο μπορεί κανείς να εκφράσει είτε προφορικά είτε γραπτά, είτε μέσω άλλης τέχνης, την πραγματική λειτουργία της σκέψης. Υπαγόρευση της σκέψης, με την απουσία κάθε ελέγχου από τη λογική, έξω από κάθε προκατάληψη αισθητική ή ηθική. Ταυτόχρονα, ο Μπρετόν εκφράζει μια έντονη δυσαρέσκεια προς τον Χριστιανισμό και τον Καρτεσιανισμό, επειδή θεωρεί ότι αποδυναμώνουν το ανθρώπινο πνεύμα και την ψυχή.
Μερικοί σπουδαίοι ζωγράφοι και γλύπτες που ασπάζονται τον Σουρεαλισμό είναι οι Ρενέ Μαγκρίτ, Μαρσέλ Ντυσάν, Χουάν Μιρό, Χένρυ Μουρ, Αλμπέρτο Τζιακομέτι και Νίκος Εγγονόπουλος. Αρκετοί ιστορικοί τέχνης παρατηρούν ότι μετά την άνοδο του ναζισμού στην εξουσία το 1933 και κυρίως την περίοδο του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σουρεαλισμός αρχίζει να παρακμάζει. Τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Αντρέ Μπρετόν το 1969 ανακοινώνεται επίσημα η λήξη του κινήματος ως οργανωμένο ρεύμα.
Ballad Of A Thin Man
(Μπαλάντα για έναν αδύνατο άνδρα)
Bob Dylan
Μπαίνεις στην αίθουσα με το μολύβι στο χέρι
Βλέπεις κάποιον γυμνό και λες, «Ποιος είναι αυτός;»
Προσπαθείς σκληρά όμως δεν καταλαβαίνεις
Ακριβώς τι θα πεις όταν γυρίσεις σπίτι
Γιατί κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν ξέρεις τι
Ή μήπως ξέρεις, κύριε Τζόουνς;
Σηκώνεις το κεφάλι σου και ρωτάς, «Είναι στη θέση του αυτό;»
Και κάποιος δείχνει εσένα και λέει, «Είναι δικό του»
Και λες, «Τι είναι δικό μου;» και κάποιος άλλος λέει, «Ποιο πράγμα είναι πού;»
Και λες, «Ω Θεέ μου είμαι μονάχος μου εδώ;»
Γιατί κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν ξέρεις τι
Ή μήπως ξέρεις, κύριε Τζόουνς;
Δίνεις το εισιτήριό σου και πας να δεις το τέρας
Κι αυτό αμέσως έρχεται κοντά μόλις σε ακούει να μιλάς
Και σε ρωτάει, «Πώς νιώθεις που είσαι τόσο παράξενος;»
Και εσύ λες, «Αδύνατον!» όταν σου δίνει ένα κόκκαλο
Γιατί κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν ξέρεις τι
Ή μήπως ξέρεις, κύριε Τζόουνς;
Έχεις καλές επαφές με τους ξυλοκόπους
Για να σου δίνουν στοιχεία όταν κάποιος επιτίθεται στη φαντασία σου
Μα κανένας δεν δείχνει σεβασμό και όλοι περιμένουν ένα τσεκ επιταγών
Να δώσεις σε οργανισμούς φιλανθρωπίας μήπως και γλιτώσουν από τον φόρο
Γιατί κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν ξέρεις τι
Ή μήπως ξέρεις, κύριε Τζόουνς;
Ήσουνα με τους καθηγητές και τους άρεσε το λουκ σου
Με σπουδαίους δικηγόρους κουβεντιάσατε για λεπρούς κι απατεώνες
Έχεις περάσει από όλα τα βιβλία του Σκοτ Φιτζέραλντ
Είσαι καλά διαβασμένος αυτό είναι γνωστό
Γιατί κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν ξέρεις τι
Ή μήπως ξέρεις, κύριε Τζόουνς;
Λοιπόν, ο τύπος που καταπίνει τα σπαθιά έρχεται και γονατίζει
Κάνει τον σταυρό του κι έπειτα χτυπάει τα ψηλά τακούνια του
Και χωρίς προειδοποίηση σε ρωτάει πως αισθάνεται
Και λέει ορίστε ο λαιμός σου ευχαριστώ που μου τον δάνεισες
Γιατί κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν ξέρεις τι
Ή μήπως ξέρεις, κύριε Τζόουνς;
Τώρα βλέπεις αυτόν τον μονόφθαλμο νάνο να φωνάζει τη λέξη, «Τώρα!»
Και λες, «Για ποιον λόγο;» και λέει, «Πως;»
Και λες, «Τι σημαίνει αυτό;» και ουρλιάζει, «Είσαι αγελάδα!
Δώσε μου λίγο γάλα αλλιώς πήγαινε σπίτι σου»
Γιατί κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν ξέρεις τι
Ή μήπως ξέρεις, κύριε Τζόουνς;
Λοιπόν, μπαίνεις στο δωμάτιο σαν καμήλα μ’ έναν μορφασμό
Βάζεις τα μάτια σου στην τσέπη και τη μύτη σου στο έδαφος
Θα έπρεπε να υπάρχει ένας νόμος που να σου απαγορεύει να κυκλοφορείς
Θα πρέπει να σε αναγκάσουν να φοράς ακουστικά
Γιατί κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν ξέρεις τι
Ή μήπως ξέρεις, κύριε Τζόουνς;
Δημήτριος Π. Νάσκος
Μάιος 2021