Scroll Top

Άννα Σβιρ: Μιλώντας στο σώμα μου – Παρουσίαση από την Αγγελική Πεχλιβάνη

Το γεγονός –και μόνο– ότι η Άννα Σβιρ, ποιήτρια εν πολλοίς άγνωστη στην Ελλάδα, είναι Πολωνή, την καθιστά αυτομάτως ενδιαφέρουσα. Και αυτό γιατί η Πολωνία είναι μια χώρα με τεράστια παράδοση στα γράμματα και τις τέχνες∙ ποιητές (Μίλοζ, Συμπόρσκα, Χέρμπερτ, Άννα Καμιένσκα, Ρουζέβιτς, Ζαγκανιέφσκι), πεζογράφοι (Σουλτς, Γκομπρόβιτς, Ισαάκ Σίνγκερ [πολωνοεβραίος που έγραψε αποκλειστικά στα γίντις], Τοκάρτσουκ), μουσικοί (Πράισνερ, Κίλαρ, Κομέντα, Λαζαρκίεβιτς, Πεντερέτσκι, Κορζενιόφσκι), σκηνοθέτες (Πολάνσκι, Κισλόφκι, Παυλικόφσκι), φωτογράφοι (Κρασόφσκι, Μίλαχ) και άλλοι, συνθέτουν ένα μεγαλειώδες πολιτιστικό παζλ, μοναδικό στην Ευρώπη.

Και ερχόμαστε στο βιβλίο της Άννας Σβιρ, Μιλώντας στο σώμα μου (εκδ. Περισπωμένη, Δεκέμβριος 2021). Πρόκειται για μια δίγλωσση έκδοση (αγγλικά και ελληνικά), επιμελημένη και κομψή, περίπου 150 σελίδων, στην οποία ανθολογούνται 51 –κατά κανόνα ολιγόστιχα– ποιήματα, μια εισαγωγή του Τσέσλαβ Μίλοζ και ένα επίμετρο, υπό τη μορφή διαλόγου, των Μίλοζ και Λέοναρντ Νάθαν. Η μετάφραση από τα αγγλικά είναι του Αριστείδη Τσαλδάρη αλλά δεν γίνεται για πρώτη φορά στη γλώσσα μας, όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο. Ο Νίκος Λάζαρης έχει μεταφράσει και παρουσιάσει αρκετά ποιήματα της Σβιρ, συνοδευόμενα από εισαγωγικά σημειώματα, στην ιστοσελίδα του, αρκετούς μήνες πριν την έκδοση της «Περισπωμένης».

   Η Άννα Σβιρ (γεννηθείσα το 1909) έζησε τον απόηχο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και βίωσε τις δραματικές συνθήκες του Β΄ Παγκοσμίου. Ανήκει σ’ εκείνη την αποδεκατισμένη γενιά των Πολωνών που είδαν την πατρίδα της να αφαιμάζεται, να αντιπαλεύει με δυο ολοκληρωτισμούς και να συντρίβεται στις συμπληγάδες του ναζισμού και του σταλινισμού∙ που διώχτηκαν, πείνασαν, κινδύνεψαν, ήλπισαν και εν τέλει διαψεύσθηκαν. Ο πόλεμος την σημάδεψε. Οι δραματικές εμπειρίες της μεταφέρθηκαν –με τρόπο λιτό, ευθύβολο, σχεδόν πεζολογικό–στα ποιήματά της κυρίως υπό τη μορφή στιγμιοτυπικών αποτυπώσεων εξαιρετικά δραστικών. Και ξαφνικά τη δεκαετία του ’70 και μέχρι το τέλος της ζωής της (1984), η Σβιρ γράφει για τον έρωτα και το σώμα, τη φύση και τα “μικρά” στοιχεία της. Στην ποιητική της ωριμότητα, πιθανώς αντιλαμβανόμενη τη ματαιότητα των διακηρύξεων και των ρητορειών, απομακρύνεται από το “υψηλό” και το “σπουδαίο”, αδιαφορεί για την υψιπετή, βροντόφωνη ποίηση που συχνά είναι προσδεμένη στο εθνικό/πολιτικό άρμα και αγαπά το πρωτογενές, το αρχαϊκό, ακόμα και το “ευτελές”∙ ένα βότσαλο ή ένα λουλούδι

ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΛΟΥΛΟΥΔΙ
Μην πεθάνεις μικρό λουλούδι
θα πεθάνω εγώ στη θέση σου,

Είσαι τόσο αθώο και καθαρό,
τόσο απείρως περισσότερο
αξίζεις την αθανασία.

   Για την Αννα Σβιρ ο μικρόκοσμος του γυναικείου σώματος (σαφώς και υπάρχει η έμφυλη διάσταση) είναι το μόνο άξιο εμπιστοσύνης –μαζί με τον φυσικό κόσμο. Το τρισδιάστατο σώμα, το κρουστό, ζωντανό, ίσως και ζωώδες σώμα, καθαρμένο από πάσης φύσεως ενοχές, έχει μαγική δύναμη γιατί είναι η φέρουσα δομή της ζωής, η πηγή της χαράς και της απελευθέρωσης

{…} Περπατώ χορεύοντας,
αν το θελήσω, πετάω στα ύψη.
Η συμπυκνωμένη ελαφρότητα
του σώματός μου
συμπυκνώνεται πιο άγρια
στην ελαφρότητα του ποδιού μου
και στα πέντε του δάχτυλα.
Το πόδι ξαφρίζει τη γη
που υποχωρεί σαν αέρας συμπιεσμένος.
Ένα ντουέτο ελαστικό
της γης και του ποδιού. Ένας χορός
απελευθέρωσης.

Το σώμα είναι αθώο σαν μικρό παιδί, μια πύλη εξόδου και εισόδου για τον εαυτό μας Βυθόμετρο που μετρά ως το κέντρο της γης/κι ένα συμπαντικό πλοίο στον Δία. Ακόμα κι αν ο έρωτας, κάποιες φορές, αντιμετωπίζεται με σκεπτικιστική ειρωνεία,

Εκείνη η νύχτα, του έρωτα, ήταν αγνή
σαν αρχαίο μουσικό όργανο
και σαν τον αέρα γύρω του.

Πληθωρική
σαν τελετή στέψης.

[…] Πεθαίνοντας
ζητούσε να κατανοήσει την αρχή του κόσμου.

Εκείνη η νύχτα του έρωτα
είχε φιλοδοξίες.

το σώμα υμνείται γιατί προσέρχεται στον έρωτα αγνό και μόνο, είναι το πιο αληθινό μέσο μέθεξης και κάθαρσης

ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΟΝ ΜΗΡΟ ΤΗΣ
[…] Ω, πολλά πλούτη
πολλές ανεκτίμητες αλήθειες
γιγαντώνονται σε ηχώ μεταφυσική,
πολλές μυήσεις
εύθραυστες και και εκπληκτικές
οφείλω σε σένα, μηρέ μου.

Η πιο εξαίσια εκλέπτυνση της ψυχής μου
δεν θα μου έδινε κανέναν τέτοιο θησαυρό
αν δεν ήταν η καθαρή, στρωτή γοητεία
ενός μικρού ζώου χωρίς ηθική.

   Καθώς αποδομούνται όλες οι γλώσσες, (της φιλοσοφίας, της θεολογίας, της πολιτικής, της ιδεολογίας), το σώμα και, δευτερευόντως, το φυτικό βασίλειο, είναι οι μόνες αξιόπιστες σωσίβιοι λέμβοι για να γλυτώσουμε από αυτό το τερατούργημα που λέγεται ζωή. Η ενασχόληση της ποιήτριας με το σώμα και η αναγωγή του στην κορυφή του ποιητικού της αξιακού συστήματος προκύπτει από τον φόβο.

ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΘΑ ΗΤΑΝ ΚΑΛΟ
Όταν είμαι μόνη
φοβάμαι να γυρίσω τη ματιά μου
πολύ γρήγορα.

Ό,τι είναι πίσω μου
μπορεί τελικά να μην είναι έτοιμο
να πάρει μορφή αποδεκτή
για τ’ ανθρώπινα μάτια.

Κι αυτό δεν θα ήταν καλό.

Κάποιος θα μπορούσε να καταλογίσει στην Άννα Σβιρ εμμονική προσήλωση στο σώμα, τη σάρκα. Όμως, το σώμα για αυτήν δεν είναι ένα απλό θέμαείναι η κρυστάλλινη ύλη μέσω της οποίας παράγεται η ποίηση. Είναι το κείμενο, το ίδιο το ποίημα. Άλλωστε τα θέματα της αγάπης, της ανθρωπιάς και της πραγματικότητας δεν λείπουν. Απλώς εκπορεύονται από το απροσχημάτιστο και αδιαμεσολάβητο σώμα.

ΣΤΟΥΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟΥΣ ΣΤΑΘΜΟΥΣ
Εκεί τρελές αγκαλιές
που κουβαλάνε όλα τους τα υπάρχοντα
σε ένα δέμα στην πλάτη τους.

Άστεγοι που συνωστίζονται
το βράδυ στους σιδηροδρομικούς σταθμούς.
Ασθενείς που περιμένουν σε ένα νοσοκομείο
για το τελευταίο χειρουργείο.

Και έχασα τόσο πολύ χρόνο
μαζί σου.

Το εντυπωσιακό στην ποίηση της Άννας Σβιρ είναι ότι μολονότι ξέρει πως είμαστε μόνοι και εντελώς αβοήθητοι στον κόσμο, χωρίς καμιά θεία ή άλλη πρόνοια, είναι ευγνώμων για ό,τι της έχει προσφερθεί, νιώθει τον κόσμο σαν μια θηλιά από διαμάντια.

ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ, ΜΟΙΡΑ ΜΟΥ
Ταπεινότητα μεγάλη με πλημμυρίζει
αγνότητα απέραντη με πλημμυρίζει
[…]Δεν ξέρω αν αυτό είναι χαρά
ή λύπη, κλαίω,
κλαίω, είναι ταπεινότητα
σαν να ήμουν πεθαμένη,
ευγνωμοσύνη, σε ευχαριστώ, μοίρα μου,
δεν την αξίζω, πόσο όμορφη
η ζωή μου.

Στην ανά χείρας έκδοση, λοιπόν, πέραν του προεξάρχοντος θέματος που είναι το σώμα, η υλική υπόσταση της ανθρώπινης υπόστασης, κατατίθενται και άλλα ζητήματα, περιφερειακά αλλά σημαίνοντα. Και όλα αυτά με έναν λόγο που δεν διολισθαίνει σε ασαφείς, νεφελώδεις συναισθηματισμούς ή εγκεφαλικές βιρτουοζιτέ τεχνικές∙ έναν λόγο απλό, ενίοτε σκληρό, αποσταγματικό, “πυρηνικής” δυναμικής και διαύγειας. Η Άννα Σβιρ, άλλωστε, με τις τόσες οριακές εμπειρίες, γνωρίζει καλά πως ο κόσμος της, ο κόσμος μας, δεν αποδίδεται παρά με λέξεις “καθαρής μουσικής” και, κυρίως, λέξεις γνήσιες και γυμνές, μακρυά από τη λιπαρή ρητορική οποιουδήποτε πολιτικού ή ποιητικού μανιφέστου.