Scroll Top

Άρης Φίλιππας, Αυτοί που πεθαίνουν είναι πάντα οι άλλοι – Παρουσίαση από τον Παναγιώτη Νικολαΐδη

Εικοσιεπτά ποιήματα απαρτίζουν την καλαίσθητη εκδοτικά ποιητική συλλογή Αυτοί που πεθαίνουν είναι πάντα οι άλλοι του νέου ποιητή Άρη Φίλιππα. Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για μια ευπρόσωπη πρώτη εκδοτική παρουσία, η οποία, παρά το γεγονός ότι δεν είναι αισθητικά ισοϋψής, εντούτοις σε μερικά ποιήματα της συλλογής ο ποιητής επιτυγχάνει να μας γρονθοκοπήσει στο στομάχι, διαθέτοντας αφενός εσωτερική βιωματική συγκίνηση και αφετέρου πρωτοτυπία και δύναμη.

Πιο συγκεκριμένα, η συλλογή δομείται σε τέσσερα μέρη («Εννέα σπαράγματα για την Άνοιξη», «Ενδορρήξεις», «Μπαλάντες του Todestrieb», «Αναφορά στον Γιάννη Παπαϊωάννου»), στις οποίες η δεσπόζουσα συμβολική αντίθεση ανάμεσα στο μέσα και στο έξω, στο είναι και στο φαίνεσθαι φωτίζει θεματικά και μορφολογικά τις εξομολογητικές στιγμές ενός νέου ποιητή που ασφυκτιά σε ένα άξενο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, το γεγονός ότι η συλλογή αφιερώνεται στον συμφοιτητή του ποιητή, τον Βασίλη Μπακογιάννη, ο οποίος αυτοκτόνησε.

Εστιάζοντας περισσότερο στις θεματικές της συλλογής παρατηρούμε ότι η πόλη αποτελεί τον κατεξοχήν ποιητικό χώρο ενός κόσμου από τη μια αλλοτριωμένου με διαβρωμένο τον κοινωνικό ιστό, βυθισμένου στον ζόφο της καθημερινότητας και στην πνευματική έκπτωση. Από την άλλη, όμως, το ασφυκτικό άστυ αποκαλύπτει κι έναν κόσμο δοξαστικό, ποιητικό κι ερωτικό, που κείται πέρα από το προφανές, που κυοφορεί τον έρωτα και το θαύμα. Μέσα σε αυτό το αντιθετικό πλαίσιο ανάγνωσης, ο Φίλιππας με λυρική και αντισυμβατική γλώσσα, στην οποία μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τη γόνιμη επίδραση της καρουζικής ποίησης, πραγματεύεται τα σκοτεινά σημεία της πατρίδας που πνίγουν τους νέους ανθρώπους, όπως π.χ. το οικονομικό αδιέξοδο, την αλλοτρίωση, τον καιροσκοπισμό, τη γιγάντωση του άστεως, αλλά και αναζητά εναγωνίως τον έρωτα και την ταυτότητά του.

Όπως έχω αναφέρει, δεύτερη δεσπόζουσα θεματική της συλλογής είναι ο έρωτας. Το ενδιαφέρον, ωστόσο, στην ανάπτυξη της συγκεκριμένης θεματικής, είναι ότι ο ποιητής, σε αντίθεση με πολλούς νέους ομοτέχνους του, απορρίπτει τη μονόχορδη σύσταση μιας τετριμμένης, ρομαντικής λυρικότητας και εντάσσει οργανικά τις περισσότερες φορές τον ερωτικό πόθο ή το ερωτικό αδιέξοδο στη σύγχρονή του χαώδη, χωρίς συνεκτικό νόημα περιβάλλουσα πραγματικότητα˙ γεγονός που ανάγει τον έρωτα σε υπαρξιακό και φιλοσοφικό βίωμα, στο οποίο συχνά δεσπόζει η δραματικότητα. Για να γίνω πιο σαφής, η συχνά ειρωνική, παιγνιώδης και άλλοτε σαρκαστική, αυτοσαρκαστική ή ερωτικά προκλητική ποιητική γλώσσα που χρησιμοποιεί δεν απομυθοποιεί αποκλειστικά και μόνο κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις ή πρακτικές, εστιάζοντας στην ασφυκτική κοινωνική πραγματικότητα, αλλά επεκτείνεται παράλληλα σε χώρους υπαρξιακούς, φιλοσοφικούς, συχνά αυτοαναφορικούς και εσωτερικότερους, ανακινώντας στην επιφάνεια διαχρονικά ανθρώπινα προβλήματα.

Συνοψίζοντας, η πρώτη ποιητική κατάθεση του Άρη Φίλιππα Αυτοί που πεθαίνουν είναι πάντα οι άλλοι αποκαλύπτει έναν νέο ποιητή που διαθέτει ευαισθησία και ταλέντο. Επιμέρους ενστάσεις για την παρακινδυνευμένη κάποιες φορές παρουσία ενός λεκτικού παιγνιδιού που δεν λειτουργεί πάντα προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς και μιας τάσης για ευκολία όσον αφορά την ποιητική έκφραση υπάρχουν και αποτελούν τα αρνητικά στοιχεία της πρώτης του συλλογής. Ωστόσο, η συλλογή αυτή, με τα άρτια ποιήματα που περικλείει, επιβεβαιώνει ότι ο Άρης Φίλιππας πατά γερά «στο πρώτο σκαλί» της ποίησης και μας αναγκάζει να περιμένουμε τη συνέχεια. Κι αυτό είναι νομίζω το κύριο ζητούμενο μιας πρώτης συλλογής. Παραλείποντας, λόγω μεγέθους, το συγκλονιστικό ποίημα που τιτλοφορείται «έχει τελικά ένα ενδιαφέρον το να μένεις άδειος», κλείνω παραθέτοντας δύο συντομότερα, αλλά εξαιρετικά ποιήματα.

Η ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΗΒΗΣ

κάθε φορά που δυο φιλόλογοι τσακώνουνται
για το αν η δευτερεύουσα πρότασις στο κείμε
νο του Θουκυδίδη είναι τάχα εναντιωματική ή
παραχωρητική

ένας έφηβος
με την πένθιμη γλύκα του σκιόφωτος
καρφώνει στο λαιμό του ένα μολύβι
κι αιμορραγεί ακατάσχετα χυμούς αγριοφράουλας
βάφοντας το θρανίο του
ποιήματα

Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΕΛΛΑΔΑ

τα Κύθηρα
κάτω απ’ τη φωτοπλημμύρα του Πάνα
ο Καρούζος με το εαρινό παιχνίδι
της γλωσσογονίας
ο Άρης Αλεξάνδρου των ακίβδηλων ιδανικών
οι πεντατονίες της Ηπείρου
οι λησταρχίνες των φαραγγιών κ’ ο Άγιος Μάξιμος
με το συναγκάλιασμα του Άλλου
το δημοτικό τραγούδι, η ύψιστη
μορφή ποίησης η καμωμένη απ’ τον Κανένα
το μνημείο του πρόσφυγα των πόλεων
το απαρέμφατο πάσχειν το ανετυμολόγητο αγαπάω
τα διάστικτα γόνατα των γυναικών και η γροθιά τους
στην πρώτη γραμμή των μαχών
και πρωτίστως
της ταβέρνας το ρολόι: Ο Τσιτσάνης κέντησε
1961 με την ιέρεια Πόλυ Πάνου
στα μπουζούκια του Καρνέζη και
του Κώστα Παπαδόπουλου
πασαπνοάριο στην έσω ξενιτιά

άλλη Ελλάδα δεν γνωρίζω

Άρης Φίλιππας, Αυτοί που πεθαίνουν είναι πάντα οι άλλοι (Θράκα 2022)