Φέρνω στο νου μου εκείνον τον αυτόχειρα, Αμερικάνο ποιητή που έδωσε μερικά από τα πιο εξαίσια δείγματα της λογοτεχνίας της εποχής του. Επικεντρωμένος στο άχρηστο σύμπαν που ρυθμίζει τις ζωές μας με δείκτες, επιτόκιο, ποσοστά, αποδόσεις, περιθώρια, στατιστικά λάθη, υπολογισμούς, αντλώντας υλικό από τις πιο μάταιες εκθέσεις προόδου των λογιστικών εταιριών, κοιτάζοντας ξανά και ξανά στοίβες ολόκληρες από καταρτισμένους ισολογισμούς κατόρθωσε να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα την λογοτεχνία της χώρας του. Για την ακρίβεια ο Wallace ανανέωσε με το ύφος του την αμερικανική λογοτεχνία, ακόμη και αν έθεσε ένα όριο σε αυτήν την εξελικτική διαδικασία με την ύστατη επιλογή του.
Ωστόσο, όχι μόνο ο αναγνώστης αλλά και το σημείωμα το ίδιο αναρωτιούνται εδώ και λίγη ώρα τι τάχα σχέση έχουν όλα ετούτα με το Τραύμα, την καινούρια ποιητική έκδοση του Βακχικόν με την υπογραφή του Νάσου Αθανασίου. Μα φυσικά πρόκειται για την ιδιότητα του ίδιου του δημιουργού, μια και ο αποψινός ποιητής προέρχεται από μακρά και εντατική σπουδή πάνω στα θεωρητικά μαθηματικά και την εφαρμοσμένη στατιστική, όπως αναφέρεται στο λιτό, βιογραφικό σημείωμα της έκδοσης. Με άλλα λόγια συνιστά και εκείνος φορέα μιας επιστήμης που ποτέ δεν φαντάστηκε τέτοιο μέλλον για τον εαυτό της. Βλέπετε, η τύχη δεν διεκδίκησε ποτέ τόση δόξα, καμιά ανθρωπότητα σε καμία εποχή δεν θέλησε με τόση επιμονή να συγκρουστεί με το τυχαίο και το απρόβλεπτο. Το επιστημονικό πεδίο του Νάσου Αθανασίου συνιστά μια πρωτοπορία της εποχής, έναν χώρο που με την σύμπραξη της πληροφορικής αναμένεται να δίνει στο κοντινό μέλλον μερικές ασφαλείς προβλέψεις για ζητήματα της ζωής. Τα θεωρητικά μαθηματικά συνιστούν βεβαίως μια άλλη ιστορία και κάτι εγγύτερο στην ίδια την ποίηση. Ίσως επειδή και τα δύο εκπέμπουν ως σημαινόμενο το αδύνατο και το ονειρικό.
Το Τραύμα, αυτός είναι ο τίτλος της συλλογής του Ν. Αθανασίου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. Πρόκειται για την δεύτερη συλλογή του Αθηναίου δημιουργού που μετά το Εν υπνώσει του 2015 καταθέτει το έργο του στην κριτική αποτίμηση ενός οξυδερκούς, αναγνωστικού κοινού, εξοπλισμένου με την εμπειρία που προσφέρει η αθρόα, εκδοτική παραγωγή του καιρού. Σε πείσμα των ηλεκτρονικών βιβλίων που φάνταζαν σαν ένα είδος αναπόφευκτης εξέλιξης, οι εκδοτικοί οίκοι στηρίζουν το ελληνικό βιβλίο και προτείνουν διαρκώς νέους δημιουργούς, φωνές που καλλιεργούν την γλώσσα και φιλτράρουν την γεύση του ολοκαίνουριου αιώνα.
Κάποιοι από αυτούς, όπως ο Νάσος Αθανασίου αντικρίζουν τις πολιτείες, κομματιάζονται ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά, προσφέρονται στην μοναξιά όπως ο πιστός προσεύχεται στις ερημιές. Εντός τους χτυπά μια άλλη χορδή, καμωμένη από τ΄ανθεκτικότερο υλικό. Ο άνθρωπος που δεσπόζει στους στίχους του Τραύματος δεν φέρει το λούστρο του καιρού. Η ηθική του σπανίζει, η ζωή του παραμένει μακριά από αγέλες, εκείνο που του δίνει πνοή και πάθος ισοδύναμο του ζειν, δεν είναι άλλο από την αίσθηση. Ένα είδος συνύπαρξης που δεν αλλοιώνεται από τις αποστάσεις και τα βορινά λιμάνια, μοίρασμα και σύμβολο που επαληθεύεται σε ένα σκαλιστό μπαστούνι. Τα σύνεργα του Ν. Αθανασίου πράγματα ξένα, στοιχεία του ονείρου. Κομμένοι μίσχοι, δρόμοι γεμάτοι λευκές λάμπες – ποιο σύμπαν ανατρέφει άραγε ο ποιητής, κανείς δεν θα το πει-, δανεικές ανάσες, ζαλισμένα κεφάλια, θέληση μαρμαρωμένη. Ο ποιητής αφήνει την πληγή του ανοιχτή, αυτή μεταμορφώνεται σε τραύμα, πάει να πει πως αναμετριέται με τον χρόνο και παγιώνεται σαν κάθε αλήθεια. Φορά την νύχτα, λερώνει με στίχους και χρονικά παρατήρησης, το λευκό του αλλοτινό, ποινικό μητρώο. Έτσι γράφονται τα ποιήματα, με υπογραφές και μεταχρονολογημένες αναφορές, εκτιμώντας εκείνο το Εμού του Ιδίου που τιτλοφορεί ένα από τα οριστικά ποιήματα της συλλογής. Το τραγικό και το ιερό, το πικρό και το τρυφερό, το σάπιο αίμα και η καινούρια ζωή. Όλα τα περιέχει το τραύμα του Αθανασίου, γραμμένο και αυτό του θανάτου, σαν το ροδάνι και την σαϊτα και τα φύλλα της μηλιάς και τ΄αηδόνι της Ατλαντίδας. Οι παλιές μητρότητες έχουν παραχωρήσει την θέση τους σε αμβλώσεις και επώδυνες μνήμες. Ανάμεσά τους ο δημιουργός, το ολομόναχο σονέτο, η δύσκολη θέση, διαλεγμένη μέσα από ποιος ξέρει, τι αλλόκοτη, διαφορική ανάλυση της ζωής. Απέναντι στα θεωρήματα, ο ποιητής απογυμνωμένος από τις επιστήμες και τα θέλγητρα της λογικής, εξοπλισμένος με φαντασία, αντιτάσσει έναν κόσμο παραμορφωμένο που ξέρει και υπακούει στις προσταγές του καπνού, δίχως χέρια, με μια γεύση πικρή, με μια δόξα πικρή. Είναι αλήθεια πως η ποίηση μπορεί να γίνει ποπ, παραμορφωτική, σοβαρή, να σταθεί ακόμη έξω από τους κόλπους της ζωής. Η αρετή της παλαιότητας, αυτή η χαμένη μας αγάπη, είναι που κινητοποιεί τους στίχους του Νάσου αθανασίου. Ο σάλος της ζωής από την άλλη συνιστά έναν δεύτερο πυλώνα της θέασης του ποιητή, που δικαιώνει την συνύπαρξη της νιότης και της καμφοράς στο γεμάτο αποχαιρετισμούς, ποίημα της συλλογής με τίτλο Bella Ciao.
Θα ήταν έξοχο αν ετούτο εδώ το σημείωμα μπορούσε να στηρίξει με επιχειρήματα επιστημονικά την βαθιά σχέση των μαθηματικών και της ποίησης. Ίσως αν επιστράτευε τους ρυθμούς ή το ένστικτο; Μα και πάλι, ερμηνεύοντας το τελευταίο, γκρεμίζεις όσα υπαινίχθηκε κάποτε η ποίηση, σκοτώνεις την παιδική γλώσσα του κόσμου. Ωστόσο, με μια δίχως περιστροφές, αυθαιρεσία φαντάζομαι πως στην απόδειξη ενός θεωρήματος που δεν ανταποκρίνεται στην ζωή, ίσως δεν βρει κανείς την ομορφιά. Θα βρει ωστόσο μια εκδοχή που μεταφράζει τον κόσμο και το διαχρονικό του τραύμα. Και όλα αυτά για να δηλώσει με άφταστη γενναιότητα πως το πεπρωμένο του ποιητή είναι πεπρωμένο θύματος. Και έπειτα να ξεχυθεί και πάλι στις πρόζες, ταξιδεύοντας με το καράβι και τον πατέρα που στην ποίηση μπορεί και είναι κάτι περισσότερο από ανάμνηση. Και αυτό δεν είναι λίγο Νάσο Αθανασίου.
* Νάσος Αθανασίου, Το Τραύμα/Εκδόσεις Βακχικόν