Scroll Top

Γιώργος Ρούσκας/Χοϊκά Χάικου και Δεπέλλιχοι συν δύο δοκίμια – Κριτική από την Νικολέτα Κατσιδήμα-Λάγιου

   Το νέο βιβλίο του Γιώργου Ρούσκα αποτελεί μια σπουδαία προσθήκη στην λογοτεχνική παραγωγή του 2021. Συναντάμε όχι μόνο τον αξιόλογο ποιητή αλλά και τον βαθυστόχαστο μελετητή στα δύο εξαιρετικά δοκίμια που συμπεριλαμβάνονται σε αυτό. Το πρώτο αφορά τη συγκριτική του ματιά πάνω στα Ιαπωνικά Χάικου και στην αρχαιοελληνική τέχνη, χαρακτηριστικό απόσπασμα του οποίου είναι το εξής: «Ίσως ένα κοινό γνώρισμα της ελληνικής αρχαιότητας με την παραδοσιακή Ιαπωνική κουλτούρα η ψυχή τε και σώματι προσπάθεια έκφρασης της τελειότητας μέσα από ένα έργο τέχνης, όσο μικρό κι αν είναι. Η ανάδειξη κι επιβεβαίωση της ύπαρξης της Ομορφιάς μέσα από την αρμονία του κάθε ενός αριστουργήματος».
Το δεύτερο πραγματεύεται την αντίστοιχη με αυτήν την Ιαπώνων ανάγκη των Ελλήνων επιγραμματικής έκφρασης. Δίνει στον ελληνικό δεκαπεντασύλλαβο ένα ξεχωριστό όνομα (“δεπέλλιχος”) εισάγοντας παράλληλα και τον όρο “διαμορφισμός” προκειμένου να καταδείξει την αρχιτεκτονική του συγγένεια με το ιαπωνικό δεκαεφτασύλλαβο χάικου. Αυτοί οι δύο όροι θα αποτελέσουν χρήσιμα εργαλεία για τις μετέπειτα φιλολογικές προσεγγίσεις και μελέτες.
Με επιστημονική ακρίβεια, η οποία πλαισιώνεται από την ευθύβολη ποιητική του έκφραση, προσφέρει πλούσιες πληροφορίες, φωτίζοντας τις δύο αυτές φόρμες. Για παράδειγμα: «Το χάικου έρχεται γλωσσικά ως η ποιητική εκπλήρωση του “ζεν”. Το φως του παίρνει τη θέση του “σατόρι”, δηλαδή της ξαφνικής έκστασης, η οποία καθώς αξιώνεται να διεισδύσει φυσικά στο βάθος της πραγματικότητας, εμφανίζεται απρόσμενα ως επιφοίτηση, στιγμιαία έκλαμψη, εσωτερική αφύπνιση, θρέφοντας με φως το “έσω είναι”. Όπως κάθε σταγόνα γάλακτος από το στήθος της μητέρας».
Έχουμε δηλαδή τη σπάνια κι ωραία σύμπλευση του ερευνητή, του στοχαστή και του ποιητή που μας προσφέρει δύο εξαιρετικά λογοτεχνικά δοκίμια, τα οποία έρχονται να προστεθούν στις πιο ωραίες στιγμές της ελληνικής παραγωγής του είδους.
Στο ποιητικό μέρος του βιβλίου ο Γιώργος Ρούσκας με θαυμάσια λεπτολόγο διατύπωση που υποκρύπτει διανοητική προεργασία και πάλη, αποκαλύπτει όλα εκείνα τα «μικρά πράγματα» που δεν είναι όμως ασήμαντα καθώς σε αυτά εντοπίζεται η αισθητοποιημένη τελειότητα. Η εξωτερική μορφή των στίχων του πειθαρχεί αβίαστα στις δύο συλλαβικές «δεσμεύσεις» – του δεπέλλιχου και του χάικου – γεφυρώνοντας τους δύο αυτούς πολιτισμούς ή καλύτερα ανακαλύπτοντας την ήδη υπάρχουσα γέφυρα και τονίζοντας έτσι την παγκοσμιότητα της καλλιτεχνικής έκφρασης. Κι αυτή του η δέσμευση σηματοδοτεί την απελευθέρωση από εκφραστικούς λαβυρίνθους και χαοτικές διατυπώσεις.
Υπαρξιακός, ερωτικός, κοινωνικός με στοιχεία αυτοαναφορικότητας, ταξιδεύει σε όλο το φάσμα των ανθρώπινων. Εκτός από τις καθαρά αισθητικές ομορφιές ή μάλλον αφορμώμενος από αυτές, εμβαθύνει στο ενδόμυχο κι ανομολόγητο πολλές φορές ανθρώπινο αίσθημα. Στην ποίηση του Ρούσκα ερχόμαστε σε επαφή με τόνους συγκρατημένης απελπισίας αλλά κι ευφορίας, τόνοι που παραμένουν πάντοτε γενναίοι και δωρικοί, χωρίς να καταφεύγουν στην χτυπητή ωραιολογία, η οποία θυσιάζοντας το περιεχόμενο στο βωμό της μορφής αποτελεί ένα κακέκτυπο του Παρνασσισμού.
Ελαφρά σκωπτικός ενίοτε, προκαλεί έναν οξύ κι αφυπνιστικό ερεθισμό της μελαγχολίας, η οποία γονιμοποιεί όχι την ανούσια εν τέλει αίσθηση της ματαιότητας αλλά τη ρεαλιστική λαχτάρα του carpe diem. Με όχημα τη λιτή φόρμα αποφεύγει το μελόδραμα και τους θρηνητικούς λυρισμούς, κι έντονα ψυχογραφικός προβάλλει το ουσιαστικά ποιητικό σε έναν φαινομενικά αντιποιητικό κόσμο. Για παράδειγμα στους στίχους: «μαιευτήριο / σπίτι νοσοκομείο / νεκροταφείο» καθώς και «ζωή; Το ανάμεσα / σε δύο ληξιαρχικές» συμπυκνώνει τη στιγμιαία αυτεπίγνωση της ύπαρξής μας, απελευθερωμένος από την ανάγκη χρήσης ποικιλίας γλωσσικών επιλογών. Με αιχμή του ποιητικού του δόρατος τη Λέξη, την ουσία δηλαδή, επιτυγχάνει την αποτύπωση του βάθους και τη λυτρωτική αφύπνιση του αναγνώστη. Κι από την ενότητα «Φύση»: «Μάιος μήνας / οργασμικός γεννήτωρ / φύση σε στύση» ή «φούξια σφαίρα / το γαϊδουράγκαθο / αχινός λιλά». Η επιλογή κι ο συνδυασμός των λέξεων επισφραγίζουν τη θέαση της ομορφιάς και του βάθους μέσω της ευφυούς λιτότητας.
Ένα από τα ιδιαίτερα επίσης χαρακτηριστικά της ποιητικής του γραφής είναι και η συνεχής τροφοδότηση της ατομικότητάς του από το συλλογικό «γίγνεσθαι». Αποτυπώνει με λανθάνοντα καταγγελτικό λόγο και στιβαρό συμβολισμό την κοινωνική αθλιότητα: «θάνατος αίμα / άδικοπείνα φτώχεια / μες στο σαλόνι» και «κουκούλας φύλου ή στολής / η βία είναι μία».
Κι αλλού βαθιά ερωτικός : «η εκπνοή σου / ως μάσκα οξυγόνου / στην εισπνοή μου» ή «χωρίς εσένα / πώς να φωτοσυνθέσω / ανάγκη «Ήλιος», δίνει το αληθινό στίγμα που νοηματοδοτεί τη ζωή – τον έρωτα – αφού τελικά: «κηδειόχαρτο / σε αοιδού αφίσα / επάνω στέκει».
Ο Γιώργος Ρούσκας παρόλο που αναρωτιέται «πόσο τιμάται / ο πόνος κάθε λέξης / μες στη σελίδα» την απάντηση την δίνει ήδη με την πολύτιμη αισθητοποίηση του κάλλους μέσω της λέξης. Και παρόλο που «πολλές φορές / ασήκωτο των λέξεων το βάρος» καταφέρνει ο ποιητής να τις σηκώσει στο ολύμπιο ύψος τους.

Γιώργος Ρούσκας, Χοϊκά Χάικου και Δεπέλλιχοι συν δύο δοκίμια/ Εκδόσεις ΚΟΡΑΛΛΙ 2021