Scroll Top

Συνέντευξη με τον Λάκη Λαζόπουλο – Του Δημητρίου Π. Νάσκου

Όταν αναφέρεσαι στο συγκεκριμένο πρόσωπο, οι πρόλογοι και οι συστάσεις είναι περιττοί. Όλη η Ελλάδα γνωρίζει το όνομά του, τη φυσιογνωμία του και κυρίως την ιδιαίτερη και καυστική σκέψη του, η οποία πάντα με χιούμορ σε κάνει και λύνεσαι από τα γέλια.

Ίσως κάποιοι αναρωτηθούν το εξής: «Γιατί η συνέντευξη με τον Λάκη Λαζόπουλο αναρτήθηκε σε μια θεματική ενότητα που έχει σχέση με τη στιχουργική και το τραγούδι;» Η απάντηση είναι απλή: «Γιατί ο Λάκης Λαζόπουλος έχει πολλές ιδιότητες. Είναι ηθοποιός, σεναριογράφος, συγγραφέας, παρουσιαστής αλλά και στιχουργός. Είμαι βέβαιος ότι όλοι γνωρίζουμε ή έχουμε σιγοψιθυρίσει μερικά από τα τραγούδια του. Έτσι δεν είναι;»

Θα ήθελα να τον ευχαριστήσω ιδιαιτέρως και να του πω ότι είναι μεγάλη τιμή για μένα που δέχτηκε αμέσως και χωρίς δεύτερη σκέψη, με θετικότητα και χαρά, να συνομιλήσουμε.

Δημήτριος Π. Νάσκος

Νοέμβριος 2021

Αγαπητέ κ. Λαζόπουλε, ας ξεκινήσουμε από τα φοιτητικά χρόνια της Κομοτηνής. Θα θέλατε να μας μεταφέρετε μια ωραία ανάμνηση από τότε; Κατά καιρούς, έχω ακούσει διάφορες ιστορίες. Για παράδειγμα, όταν συνέβαινε κάτι στο κυλικείο της νομικής σχολής, μια αναμπουμπούλα ή οτιδήποτε, εσείς μέσα σε πέντε λεπτά καταγράφατε το γεγονός και το κάνατε ξεκαρδιστικό σκετς. Είναι αλήθεια;

Είναι η απόλυτη αλήθεια. Στο κυλικείο της κυρίας Νόνης που μου είχε φτιάξει μια πολύ μικρή θέση για να κάθομαι και να γράφω, και την ευχαριστώ πάρα πολύ, γιατί της άρεσε που έγραφα, της άρεσε πολύ μετά να βλέπουν με τον άντρα της αυτά που ετοίμαζα. Η πρώτη μου διάθεση εκδηλώθηκε διακωμωδώντας τους καθηγητές για όσα συνέβαιναν στην σχολή, το Πανεπιστήμιο, την Κομοτηνή. Εκείνα τα χρόνια, που ήταν τα πρώτα που εγκατασταθήκαμε πολλοί φοιτητές στην Κομοτηνή, οι κάτοικοι είχαν μια κάποια δυσπιστία απέναντι μας. Αυτό άλλωστε συνέβαινε επειδή μία συντηρητική κατά βάση κοινωνία δεχόταν φοιτητές που εκείνη την περίοδο ακολουθούσαμε τα χνάρια, ήμασταν όλοι στον ιδεολογικό δρόμο των φοιτητών του “Πολυτεχνείου”. Μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν η πόλη αφομοίωσε τους κραδασμούς των ανήσυχων νέων, οι Κομοτηναίοι αγκάλιασαν τους φοιτητές και οι φοιτητές τους Κομοτηναίους και προέκυψε μια ιδιαίτερα ωραία σχέση. Άλλωστε τα πανεπιστήμια ακολουθούν πια τον συντηρητικό δρόμο και με έναν τρόπο προέκυψε μια ισορροπία. Θυμάμαι πάρα πολλά πράγματα, δεν ξέρω τι να πρωτοθυμηθώ. Θυμάμαι μια σκηνή που με είχε πιάσει ένας αστυνομικός. Είχαν έρθει με το περιπολικό να με συλλάβουνε, έπεφτε καταρρακτώδης βροχή, με είχε λοιπόν έξω από το παράθυρο, μέσα στην καταιγίδα, και έγραφε αργά-αργά τα στοιχεία μου σ’ ένα χαρτί. Δεν έχω ξαναβραχεί ποτέ στη ζωή μου τόσο πολύ. Μετά από χρόνια ο ίδιος αστυνομικός ήρθε σε παράσταση μου και μου είπε: «Σου χρωστάω μια συγγνώμη.»

Τι σημαίνει σάτιρα και ποια η σχέση της με την επιθεώρηση; Πρέπει να υπάρχουν ηθικοί φραγμοί ή ο καθένας έχει το δικαίωμα να βγαίνει στη σκηνή και να σχολιάζει όποιον θέλει, όπως θέλει και με οποιονδήποτε τρόπο;

Μια επιθεώρηση μπορεί να είναι και σατιρική χωρίς αυτό να είναι υποχρεωτικό. Η σατιρική επιθεώρηση, η σάτιρα είναι διεισδυτική, ανελέητη και δεν έχει κανένα συντηρητικό φραγμό. Δηλαδή δεν εμποδίζεται παρά μόνο από τους κανόνες της ηθικής που διέπουν όλους τους σπουδαίους καλλιτέχνες. Από τον Αριστοφάνη διδαχτήκαμε ότι μπορεί να λέγονται τα πάντα. Να χρησιμοποιούνται όλες οι λέξεις της ελληνικής γλώσσας και να λέγονται τα πράγματα με το όνομα τους, όπως τα μιλάει ο λαός. Η σάτιρα διατηρεί στο ακέραιο τη γλώσσα όλων των ανθρώπων, είναι θεματοφύλακας, πρώτα από όλα, της γλώσσας των πολλών ανθρώπων γιατί ουσιαστικά η άρχουσα τάξη, μέσω των δημοσιογράφων, προσπαθεί να επιβάλλει μία γλώσσα όπως αυτοί την θέλουν ενώ ένας λαός προσπαθεί να μιλήσει την κανονική του γλώσσα, αυτή στην οποία σκέφτεται. Θέλει να βάλει τον θυμό του στις δικές του λέξεις, όχι τις λέξεις των δημοσιογράφων. Με την έννοια αυτή δεν υπάρχει κανένας φραγμός για το τι θα πεις, υπάρχει μόνο, επαναλαμβάνω, η ηθική σχέση του γράφοντος με το γραφόμενο, το γραπτό του. Π.χ. ότι κι αν είχε να πει κανείς για τη Φώφη Γεννηματά αυτό δεν θα μπορούσε, δεν θα έπρεπε, είναι εκτός των κανόνων του σατιρικού συγγραφέα να το κάνει στον θάνατο κάποιου. Επίσης, ο σχολιασμός κρίνεται από τους ανθρώπους που ακούνε και όταν αυτό δεν είναι αρεστό η σάτιρα δεν μπορεί να συνεχίσει τον δρόμο της. Είναι όμως το πιο περήφανο λαϊκό είδος, το είδος που κυνηγήθηκε περισσότερο από την εξουσία.

Πολλοί λένε ότι είστε ένας σύγχρονος Αριστοφάνης. Μπορείτε να μας εξηγήσετε σε τι διαφέρει η αριστοφανική κωμική προσέγγιση και για ποιον λόγο παραμένει διαχρονική μέσα στους αιώνες;

Αφού σας ευχαριστήσω για τα καλά σας λόγια να σας πω ότι μακάρι να μπορούσα να είμαι ο Αριστοφάνης. Βρίσκομαι, ακολουθώ τον δρόμο του. Ο Αριστοφάνης παρέμεινε πρώτον γιατί ήταν ο πρωτοπόρος, αυτός εγκατέστησε το είδος αυτό της σατιρικής κωμωδίας όπου εξηγούσε στους ανθρώπους με πολύ απλά λόγια και έναν πολύ δυνατό μύθο καταρχήν, την σχέση του λαού με την εξουσία. Και παρότι ήταν αριστοκρατικής καταγωγής, συντηρητικός, εν τούτοις τα κείμενα του ήταν πολύ καθαρά και πολύ δυνατά σατιρικά. Η σχέση του με τον Κλέωνα ήταν πάρα πολύ γνωστή όπως και η σχέση του με τον Ευριπίδη, τον οποίο θεωρούσε τον “Φώσκολο” της εποχής. Ότι έγραφε πολύ πιο λαϊκά, ας το πούμε έτσι, τις μεγάλες τραγωδίες. Ο Αριστοφάνης είναι κυρίαρχος στους αιώνες γιατί διατήρησε την αμεσότητα της γλώσσας. Και επιπλέον σε μια συντηρητική κοινωνία όλοι θέλουν κάποιον λόγο για να ακούσουν μία λέξη, όποτε ο Αριστοφάνης τους νομιμοποιεί. Και μπορεί και η άρχουσα τάξη να γελάσει με αυτό, όπως στους Αχαρνής που ξεκινάει ο Δικαιόπολις λέγοντας “εδώ είμαι από το πρωί και περιμένω, περιμένω, περιμένω, περιμένω, σκέφτομαι, αράζω, κλάνω δεν το κρύβω”. Αυτές οι φράσεις που είναι εξορισμένες από την ελληνική γλώσσα και που το ΕΣΡ, η συνέχεια της λογοκρισίας της δικτατορίας, που αργότερα πήρε τον χαρακτήρα ενός ανεξάρτητου οργανισμού αλλά συνεχίζει να κάνει αυτήν την λογοκριτική και τιμωρητική δουλειά. Δεν μπορεί να σου απαγορεύσει το κείμενο αλλά με πολλά πρόστιμα σου το απαγορεύει. Είναι μία επιτροπή λογοκρισίας με διορισμένους από την κυβέρνηση ανθρώπους της. Ο Αριστοφάνης λοιπόν κατάφερε στους αιώνες, επειδή, επαναλαμβάνω είναι ο πρώτος που εγκατέστησε την σατιρική κωμωδία και την έκανε παγκόσμια γνωστή. Είναι ο πατέρας της σάτιρας και επειδή διατήρησε ακέραια την γλώσσα των Ελλήνων σε όλα τα επίπεδα, σε όλους τους χαρακτήρες, παραμένει πάντα ξεχωριστός.

Σύμφωνα με μια έρευνα που έκανε ο ΣΚΑΙ το 2009, βρίσκεστε στη λίστα με τους 100 σπουδαιότερους Μεγάλους Έλληνες όλων των εποχών. Αναφέρομαι σ’ έναν κατάλογο με ονόματα όπως Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Ελύτης, Καζαντζάκης, Μαρία Κάλλας αλλά και μυθικά ονόματα όπως Όμηρος, Μέγας Αλέξανδρος και Πυθαγόρας. Για την ακρίβεια το δικό σας όνομα βρίσκεται στην 83η θέση και αμέσως μετά ακολουθεί ο Ηρόδοτος. Θεωρείτε ότι είστε τόσο επιδραστικός κι ότι είναι σωστό να υπάρχετε σε μια τέτοια λίστα;

Καταρχήν δεν γνώριζα ότι θα ήμουν σε μία τέτοια λίστα και πολύ περισσότερο δεν το γνώριζαν και στον Σκάι, γιατί φαντάζομαι ότι αυτός θα ήταν ένας λόγος να μην παρουσιαστεί η εκπομπή. Αυτό έγινε από τους ανθρώπους, οι οποίοι μάλλον κάτι περισσότερο θα ξέρανε. Εγώ αυτό που μπορώ να κάνω είναι να αποδεχτώ αυτή την τεράστια τιμή που μου έγινε και όσον αφορά στην επιδραστικότητα αυτό θα το αποδείξει ο χρόνος. Εκείνο που εγώ θέλω να πω είναι ότι δεν είμαι, σαφέστατα, σπουδαιότερος από τον Ηρόδοτο ή από άλλους αλλά οι άνθρωποι αναγνωρίζουν το έργο μου σαν σημαντικό και δεν θα μπορούσα να μην δεχτώ την τιμή αυτή αλλά και να την αμφισβητήσω. Πάντως, πρέπει να σας πω ότι τουλάχιστον ο ΣΚΑΙ δεν χάρηκε καθόλου με το αποτέλεσμα αυτό.

Το αρχαίο ελληνικό θέατρο ήταν στενά συνδεδεμένο με τον έμμετρο ποιητικό λόγο, τη μουσική και τον χορό. Με τη βοήθεια της μουσικής, ο θεατής πάντα βίωνε καλύτερα την παράσταση. Εσείς, έχετε την ίδια άποψη; Πιστεύετε ότι η μουσική είναι σημαντική για το θέατρο;

Εγώ πίστευα και πιστεύω ότι η μουσική είναι πολύ σπουδαίος βοηθός στον θεατρικό λόγο. Τα πιο πολλά μου έργα έχουν μουσική και τα τραγούδια που έχουν βγει όπως το “όταν έχω εσένα”, το “βάλαμε φωτιά στα φρένα” και πολλά άλλα που βγήκαν μέσα από τους 10 Μικρούς Μήτσους, έγιναν γνωστά γιατί υπήρχε μία ιστορία από πίσω. Γενικά μου αρέσει η μουσική στο θέατρο, ακόμα και η μουσική υπόκρουση και ξέρω πάρα πολύ καλά ότι η μουσική δίνει μία ένταση στην σκηνή. Υπογραμμίζει το έργο του συγγραφέα και αυτό που σκέφτομαι ακόμα και τώρα να δημιουργήσω έχει μέσα μουσική γιατί η δύναμη της μαζί με τον στίχο απογειώνει ένα κείμενο. Ποιος δεν θυμάται στην Κυριακή των παπουτσιών το χορευτικό μέρος, όπου οι συντελεστές κάτω από μια πολύ δυνατή βροχή τραγουδούσαν όλοι μαζί το “βάλαμε φωτιά στα φρένα”.

Επίσης, έχω παρατηρήσει ότι σε πολλές τηλεοπτικές εκπομπές σας, το τραγούδι είναι παρόν. Σας αρέσει ιδιαίτερα να παίρνετε γνωστές μελωδίες, να αλλάζετε τα λόγια και να τα προσαρμόζετε στην επικαιρότητα. Θεωρείτε πως το τραγούδι φέρνει πιο κοντά τους ανθρώπους και τους ενώνει;

Η παράφραση των λόγων ενός πολύ γνωστού τραγουδιού φέρνει πάρα πολύ γέλιο γιατί ένα πολύ γνωστό σουξέ λίγο να το παραλλάξεις ή να πεις μια εντελώς διαφορετική ιστορία πάνω σε πολύ γνωστούς στίχους είναι από τα πιο συνηθισμένα μέσα που χρησιμοποιούσε πάντοτε η επιθεώρηση. Είναι ένα εργαλείο βασικό της επιθεώρησης και της κωμωδίας. το χρησιμοποιώ και μου αρέσει και το κάνω και στη ζωή μου αυτό, για να μην πω ότι θυμάμαι τα τραγούδια όπως τα έχω γράψει εγώ στο μυαλό μου παρά όπως είναι πραγματικά.

Είστε και στιχουργός. Αξίζει να θυμηθούμε την ερμηνεία του Δημήτρη Μητροπάνου στο τραγούδι Όταν έχω εσένα το οποίο μελοποίησε ο Σταμάτης Κραουνάκης, την ερμηνεία του Κώστα Μακεδόνα στο τραγούδι Ουσίες κι οινοπνεύματα σε μουσική Νίκου Δανίκα αλλά και την ερμηνεία της Ελευθερίας Αρβανιτάκη στο τραγούδι Βάλαμε φωτιά στα φρένα το οποίο μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος. Έχω δύο ερωτήσεις: Τι σας ωθεί να γράφετε έμμετρα και τι σημαίνει ο στίχος σας ”Το μηδέν θα κάνω κύκλο κι εκεί μέσα θα χορεύω. Τη ζωή μου μηδενίζω πίσω δεν ξαναγυρίζω”; Ασπάζεστε τον μηδενισμό ή απλώς σας αρέσουν οι καινούργιες αρχές στη ζωή;

Τη ζωή μου μηδενίζω σημαίνει πως ότι έφτιαξα είναι ένα μηδέν κι από αυτό το μηδέν ξεκινάω. Γιατί πάντοτε το μηδέν είναι κοντά στο ένα ενώ το ένα είναι κοντά στο δύο. Οπότε τη ζωή μου μηδενίζω πάει να πει πως ξαναρχίζω, επειδή στη ζωή μου έχω κάνει πολλές φορές restart, αυτό είναι που με εκφράζει. Δεν είναι το μηδέν και ο μηδενισμός, η απαξίωση των πραγμάτων, αλλά μηδέν είναι το σύνολο των πραγμάτων που κάνουμε καμιά φορά και που ο τελικός λογαριασμός είναι το μηδέν, που το μηδέν είναι η μήτρα που θα γεννήσει το ένα.

Θα ήθελα να θυμηθούμε εκείνη την εξαιρετική παράσταση που είχατε ανεβάσει πριν από σχεδόν 25 χρόνια, Η Κυριακή των παπουτσιών. Είχατε αναφέρει ότι αυτό το έργο κριτικάρει τη δικτατορία των ΜΜΕ κι ότι οι ήρωες της παράστασης είναι εγκλωβισμένοι στον αστερισμό μιας σάπιας τηλεόρασης που προβάλει την ανηθικότητα των καιρών. Σήμερα, τι έχει αλλάξει με την εισβολή του Facebook και του Instagram στην καθημερινότητα μας;

Το facebook θα ονομαστεί meta, όπως διάβασα, για να μπορεί να εκφράσει και την μετά εποχή του. Το instagram προσπαθεί να μας κάνει να φανούμε πιο όμορφοι, πιο ωραίοι, πιο χαρούμενοι κι έτσι βιώνουμε αυτό το πάρα πολύ αστείο πράγμα που πολλές φορές βλέπουμε στα μπαρ ανθρώπους ξαφνικά να γυρνούν προς μία μικρή οθόνη, να χαμογελούν, να φωνάζουν ουάου και μετά όλο αυτό να σβήνει απότομα και να παρακολουθούν με ιδιαίτερη κατάθλιψή το τι έκαναν ακριβώς πριν. Νομίζω ότι το instagram είναι ένας προσωρινός τρόπος εκτόνωσης της κατάθλιψης, τίποτα περισσότερο. Επίσης, με τον καιρό έγινε ακόμα ένα μέσον για διαφήμιση και άνθρωποι που έχουν ένα μεγάλο αριθμό ακολούθων γίνονται διαφημιστές σε ότι τους δώσουν. Δηλαδή το instagram ουσιαστικά έχει γίνει ένας διαφημιστικός τόπος, δεν είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Τώρα, όσον αφορά στην τηλεόραση, ζούμε στην εποχή της απόλυτης χειραγώγησης, δεν περνάει τίποτα ακόμα και στις ζωντανές εκπομπές δεν περνάει καμία αντίθετη άποψη. Θα έχετε προσέξει ότι σε πολλές εκπομπές υπάρχουν βίντεο με τους καλεσμένους και δεν υπάρχουν ζωντανές συζητήσεις γιατί φοβούνται το τι ακριβώς θα συμβεί. Πρόσφατο για μένα παράδειγμα ήταν ότι κόπηκα τρεις φορές από προτάσεις που είχαν συνάδελφοι για να κάνουμε το “σημείο συνάντησης” στην ΕΡΤ, γιατί ακριβώς φοβόντουσαν ότι αν μιλήσω εγώ με έναν άλλο συνάδελφο δεν θα μπορούν να μοντάρουν, δεν θα μπορούν να κόψουνε και θα γίνει θέμα. Έτσι προτιμήσανε αυτό, που είναι έτσι κι αλλιώς αρχή στην ΕΡΤ, κομμένος. Που διαχέεται σε όλες τις εκπομπές γιατί κανένας δεν θα τολμούσε να κάνει κάτι τέτοιο, γιατί ακριβώς δεν υπάρχει πουθενά ελεύθερη δημοσιογραφία παρά μόνο σε κάποια σημεία του έντυπου τύπου. Όλο το υπόλοιπο είναι απόλυτα χειραγωγημένο, απόλυτα κατευθυνόμενο, ακριβώς όπως τις παλιές κακές εποχές.

Αν είχατε να διαλέξετε ανάμεσα στους Δέκα Μικρούς Μήτσους και στο Αλ Τσαντίρι, τι θα επιλέγατε και γιατί;

Οι 10 ΜΜ ήτανε σάτιρα η οποία γινόταν από τα πρόσωπα ενώ στο Αλ Τσαντίρι η σύγκρουση ήταν μετωπική. Δηλαδή εγώ εισέπραττα τη συνέπεια των λόγων μου, δεν μοιραζόταν στους ρόλους. Κι άλλωστε όταν έγραφα τους 10 ΜΜ σπάνια πέρναγε η δική μου άποψη, πέρναγε η άποψη αυτουνού που υποδυόμουνα. Γιατί δεν θα μπορούσα ποτέ να κάνω τον αστυνομικό Φευγουλέα να λέει δικές μου απόψεις, θα ήταν γελοίος. Δεν έγραφα με την κριτική που ο ίδιος κάνω στα πρόσωπα αλλά με το πως είναι το πρόσωπο. Μεταμορφώνομαι και πολλές-πολλές φορές, θυμάμαι να λέω στους Μήτσους πράγματα με τα οποία δεν θα συμφωνούσα καθόλου αλλά τα έλεγε ο ήρωας και τον σεβόμουνα. Στο Αλ τσαντίρι ήρθα πιο κοντά στην ψυχοσύνθεση μου. Στο Αλ Τσαντίρι βίωσα και βιώσαμε όλοι την εποχή που πέρασε η Ελλάδα στην απόλυτη κρίση όπου εκεί ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να φανεί γελοίος και μικρότερος των καιρών. Θα συγκρουστεί, θα πει την άποψή του, θα τιμωρηθεί για αυτό αλλά θα έχει πει τη γνώμη του.

Έχετε πρωταγωνιστήσει και υπογράψει το σενάριο πολλών ταινιών: Φοβού τους Έλληνες, Ο καλύτερος μου φίλος, Ρ20 κτλ. Γενικά, είστε σινεφίλ; Πείτε μας μερικά φιλμ που σας σημάδεψαν.

Δεν μπορώ να πω ότι βλέπω πολύ κινηματογράφο. Έβλεπα πολύ ελληνικό κινηματογράφο στην νεότητά μου και τώρα βολεύομαι με το NETFLIX. Δεν πηγαίνω πολύ συχνά στο σινεμά. «Η ζωή είναι ωραία» του Μπενίνι ήταν μία ταινία που με σημάδεψε. Ο «Νονός», θυμάμαι επίσης τον Μάρλον Μπράντο στο «Αποκάλυψη τώρα» και θυμάμαι βέβαια και τον «Τιτανικό» γιατί ήταν εξαιρετικά και έξοχα γυρισμένο. Έχω δει πολλές ταινίες αν όχι στον κινηματογράφο στη μικρή οθόνη. Δεν μπορώ να πω ότι έχω κάνει μεγάλη πορεία στον κινηματογράφο αλλά γενικά στην Ελλάδα οι παραγωγές είναι πάντα πολύ μικρότερες λόγω κόστους και κανείς δεν μπήκε στην ιδέα να αναβιώσει την λογική του Φίνου.

Πρόσφατα κυκλοφορήσατε από τις Εκδόσεις Διόπτρα το βιβλίο: Άλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου. Μέσα από τον θάνατο της Τασούλας, της αγαπημένης σας συζύγου, αναδύεται μια συγκινητική κατάθεση ψυχής. Πως προέκυψε αυτός ο τίτλος;

Το «Άλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου» ήταν εμπνευσμένο από μια επιστολή που μου στάλθηκε από το κατάστημα γυναικείων φυλακών, μέσω του υπουργείου δικαιοσύνης, στην οποία με ευχαριστούσαν γιατί παρέλαβαν τα ρούχα της Τασούλας, όταν έφυγε από την ζωή. Εκείνη η στιγμή με καθόρισε γιατί σκέφτηκα αμέσως ότι θα μπορούσα να αναγνωρίσω τα ρούχα της στις γυναίκες αυτές και ο τίτλος με ακολούθησε και στην δομή του κειμένου ώστε να διηγηθώ την ιστορία μας όσον το δυνατόν καλύτερα.

Είναι αλήθεια ότι όλα τα γραπτά σας τα διάβαζε πρώτα η γυναίκα σας, και μόνο αν εκείνη τα ενέκρινε, τα δημοσιεύατε; Ήταν τόσο αντικειμενική και ειλικρινής απέναντι σας;

Ήταν απόλυτα αντικειμενική, απόλυτα ειλικρινής και πολλές φορές πολύ πιο σκληρή από οποιονδήποτε άλλο θα μπορούσε να με κριτικάρει. Όμως όταν όλα αυτά λέγονται με αγάπη τα ακούς και τα δέχεσαι πιο εύκολα.

Ποιοι ηθοποιοί σάς επηρέασαν περισσότερο;

Οι μεγάλοι έλληνες ηθοποιοί, όπως ήταν ο Χατζηχρήστος, όπως ήταν ο Λογοθετίδης, όπως ήταν ο Ορέστης Μακρής, όπως ήταν ο Αυλωνίτης, όπως ήταν η Βλαχοπούλου, όπως ήταν ο Ηλιόπουλος, όπως ήταν ο Θανάσης Βέγγος, όπως ήταν ο Βουτσάς, όπως ήταν ο Μουστάκας, όπως ήταν ο Ψάλτης, όπως, όπως, όπως, όπως όλοι αυτοί που ονομάζουμε σήμερα παλιός ελληνικός κινηματογράφος χωρίς όμως να μπορούμε να ισχυριστούμε ότι υπάρχει και νέος ελληνικός κινηματογράφος.

Τι σχεδιάζετε το επόμενο χρονικό διάστημα; Νομίζω γνωρίζετε ότι ο κόσμος χρειάζεται την παρουσία, τα σχόλια και το χιούμορ σας, ειδικά την περίοδο της καραντίνας.

Δεν ξέρω αν ο κόσμος χρειάζεται όλα αυτά από μένα, εκείνο που γνωρίζω είναι ότι είμαι απαγορευμένος από την τηλεόραση κατόπιν σχετικών εντολών που έχουν δοθεί. Κάθε επιδραστικός άνθρωπος εφόσον δεν αποσκοπεί στη διατήρηση της εξουσίας “εκτελείται” με συνοπτικές διαδικασίες.