Scroll Top

Η μνήμη ως διακύβευμα στην ποίηση της Ντάση – Κριτική από τον Δήμο Χλωπτσιούδη

Η δεύτερη ποιητική συλλογή της Δέσποινας Ντάση, «μνήμες μικρού μήκους» (Κέδρος, 2020), αφήνει μία ελπιδοφόρα αίσθηση για την παρουσία της νεότερης γενιάς στα ελληνικά γράμματα. Σε μία εποχή που η μνήμη (ιστορική, πολιτική και κοινωνική) υποβιβάζεται προς όφελος οπορτουνιστικών επιδιώξεων, η Ντάση στρέφει την προσοχή της στη φιλοσοφική προσέγγιση της έννοιας της μνήμης και στο ίδιο το άτομο. Γιατί τελικά οι μνήμες είναι εκείνες που ορίζουν τη διαδρομή του ανθρώπου.
Η ποιήτρια διαπραγματεύεται το θέμα της μνήμης μέσα από το τετράπτυχο γένεσις, έρωτας, θάνατος, λήθη (οι όροι είναι δικοί μας). Η ποιητική πρόταση της Ντάση αποτελεί έναν προβληματισμό για τη μνήμη και τον τρόπο που αυτή διαμορφώνει την ταυτότητα του ατόμου και τις σχέσεις του με τους άλλους, ζώντες και τεθνεώτες. Μέσα όμως στο πληθυντικό κείμενο, η ποιήτρια συνταιριάζει το ατομικό με το συλλογικό βίωμα, το ερωτικό στοιχείο με τον υπαρξιακό προβληματισμό, την ποιητική του πένθους με τη σύγχρονη κοινωνική αγωνία. Η παιδική αθωότητα και η αναφορά σε αγαπημένους που “έφυγαν” ενδύουν τα ποιήματα με μια στοργική διάθεση. Οι έρωτες τυλίγονται στην αβεβαιότητα και την άρνηση, την ώρα που η μνήμη προβάλλεται ως γενεσιουργός αιτία για την ποιητική δημιουργία και ως μέσο σύνδεσης του παρόντος με το παρελθόν. Η ποίηση είναι η απάντηση στη λήθη, αποτελεί το αντώνυμο της λησμονιάς που επαναφέρει τους νεκρούς. Η ανάμνηση ενός γεγονότος για τον Bergson επαναφέρει το γεγονός στο παρόν. Το ίδιο και η μνήμη φέρνει τους νεκρούς στη ζωή των ζωντανών.
Μα η Ντάση δεν καταθέτει κάποια φιλοσοφική μελέτη. Στοχάζεται με οδηγό τη γλώσσα πάνω σε θεμελιώδη ζητήματα για τον άνθρωπο. Σε όλο το βιβλίο ξεχωρίζει ο εκφραστικός πειραματισμός. Μολονότι δεν καταθέτει μία αισθητική πρόταση που να αναιρεί τις κυρίαρχες φόρμες, έχει ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο συνυπάρχουν οι διαφορετικοί εκφραστικοί τόνοι και τα παράλληλα θέματα, χωρίς να επαναλαμβάνονται λέξεις ή υφολογικά μοτίβα. Κάθε ενότητα μοιάζει να ενσωματώνει διαφορετικές τεχνικές, δίνοντας έτσι τον πληθυντικό τόνο στο έργο. Αν στην πρώτη ενότητα κυριαρχεί η θρησκευτική παρωδία, στη δεύτερη η ποιήτρια πειραματίζεται με αντιθέσεις και αρνήσεις, ενώ στην τρίτη και τέταρτη ενότητα δεσπόζει η συνειρμική δύναμη της γλώσσας, μέσα από την αδιόρατη -αλλά διαρκώς παρούσα- έμφυλη οπτική. Η δημιουργός υιοθετεί ένα προσωπικό ύφος που ερωτοτροπεί με τον μεταμοντέρνο υπερρεαλισμό. Η λιτή έκφραση εμπλουτίζεται με υπερρεαλίζουσες μεταφορές και συνειρμικές διατυπώσεις. Γλωσσοκεντρικοί πειραματισμοί (Νύχτες με λάμπα πετρελαίου, Αόριστος) και αναφορές στην ποιητική δημιουργία (Χωρίς αναπνοή) συναντούν ρομαντικές εικόνες (Saudade, Εσύ που δεν, Χειμώνας). Ο “κοφτός” αριθμός (Αναδρομή) απαντά το ασύνδετο σχήμα και τις αρνήσεις (Νύχτες με λάμπα πετρελαίου, Χωρίς αναπνοή, Μαρίας Ελένης) και η συνειρμικότητα (Ναφθαλίνη, Είπες, Συνειρμός, Ειρήνη υμίν, Σκόνη) μεταπλάθει το στοχαστικό περιεχόμενο (Είπες, Κρυφτό, Ειρήνη υμίν, Εκκρεμότητα, Άφες αυτοίς, Αναγέννηση). Η έντονη παρουσία του διαλογισμού στοιχείου θεμελιώνει τη σκηνική ζωντάνια των συνθέσεων. Το πρωτοενικό ποιητικό υποκείμενο και η συχνή χρήση του β’ ενικού γραμματικού προσώπου διαμορφώνουν μία θεατρική παραστατικότητα. Το ποιητικό εγώ όμως δεν ταυτίζεται με την ποιήτρια. Είναι ένας αφηγητής με προσωπείο εσωτερικής εστίασης που αφήνει πίσω του την αχλή μιας ψευδότιτλης εξομολόγησης και απευθύνεται σε έναν βουβό υποκριτή που μέσα στην αοριστολογική χροιά ταυτίζεται με τον αναγνώστη, αφού οι κλητικές προσφωνήσεις δεν αναφέρονται σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο.
Η πολικότητα της ποίησης μεταξύ μνήμης και λήθης στο έργο της Ντάση αποτελεί μία μορφή συστολής της μνήμης και διαστολής του ονείρου. Η ενέργεια της μνήμης, για τον Bergson, διαστέλλει και συστέλλει τον χρόνο και τον χώρο. Ο ίδιος ο χρόνος, ως κίνηση της μνήμης, ενυπάρχει στην αδιάσπαστη αλληλουχία του πρότερου και του ύστερου ως αδιαίρετων γεγονότων. Οι σύγχρονες έρευνες των νευροεπιστημών, της ψυχολογίας, της βιολογίας και των γνωσιακών επιστημών αρνούνται τις παλαιότερες μηχανιστικές αντιλήψεις για τη μνήμη. Αν όμως η μνήμη αναδύεται μέσα από συνειρμικές και τυχαίες σκέψεις, τότε η ποίηση –όπως υποστηρίζει η Ντάση– μπορεί να λειτουργήσει ως άμυνα απέναντι στη λήθη.