Scroll Top

Βαδίζοντας σε ανέγγιχτα μονοπάτια, με το φίλτρο μιας ιδιαίτερης ματιάς | Περσεφόνη Τζίμα, Από ανέγγιχτα μονοπάτια – Κριτική από την Κούλα Αδαλόγλου

Κι αν σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές,/ είναι γιατί ακούγονται γλυκότερα («Τελευταίος σταθμός», Γ, Σεφέρης).
Μου ήρθαν στον νου οι στίχοι αυτοί του Γιώργου Σεφέρη, για τον τρόπο που λειτουργεί η ποίηση της Περσεφόνης Τζίμα.
Διαβάζεις τον τίτλο: Από ανέγγιχτα μονοπάτια. Και σκέφτεσαι ότι το ποιητικό υποκείμενο επιθυμεί να οδηγήσει τον αναγνώστη σε ήσυχα, ερημικά ίσως μέρη, μακριά από πολυσύχναστες περιοχές. Γρήγορα βέβαια αντιλαμβάνεσαι ότι τα ανέγγιχτα μονοπάτια αφορούν και διαδρομές της σκέψης αλλά και της ψυχής
Διαβάζεις το «Φόντο σκοτεινό», ας πούμε. Για ένα αγκάθι απειλητικό πάνω από τα κεφάλια των περιπατητών στο δάσος. Που έτεινε να γίνει γκιλοτίνα. Αποδεικνύεται πως ήταν εφιάλτης. Και έρχεται η κατακλείδα, με το ποιητικό υποκείμενο να αποφαίνεται στοχαστικά πως όχι άλλα αγκάθια φιλικά/ καλύτερα με λύκους να μιλάμε. Περιπατητές στο δάσος, απειλή από δήθεν φίλους, η φύση οδηγεί στο συσχετισμό ότι τουλάχιστον με τον εχθρό-λύκο ξέρεις τι περιμένεις.
Το ποίημα «Περιπατητές σε φόντο φωτεινό» ισοσταθμίζει την απειλή. Φθινόπωρο που οδεύει στη χειμερία νάρκη. Ο λυρισμός του ποιήματος πολύ αποτελεσματικός.
Κυρίαρχη στις ποιητικές αναφορές η θάλασσα. Το βουνό υπάρχει, φυσικά, και τονίζεται η ηρεμία και η ομορφιά της φύσης. Αλλά η θάλασσα είναι η καταβύθιση, ο εξαγνισμός. Το ποιητικό υποκείμενο ξεχνά, έστω και για λίγο, αυτά που το απασχολούν και το πληγώνουν. Σαν «άγια θάλασσα» την αναφέρει, που μπορεί να σου πει «όσα δεν άκουσες από φωνές ανθρώπων σε φλύαρες επαναλήψεις». Η πόλη ξεμακραίνει τέτοιες στιγμές, η οποία μπορεί να κρύβει κάποιες θετικές πλευρές και ενασχολήσεις, αλλά συχνά γίνεται τοξική («Ο ήχος της σιωπής»).
Εντούτοις, η υμνητική αναφορά στη φύση δεν χρειάζεται υποχρεωτικά την αντανάκλαση των διαδρομών της σκέψης. Μπορεί να είναι εικόνες γεμάτες ομορφιά και συναίσθημα. Εξαιρετικές περιγραφές μεγάλης καθαρότητας, που πραγματικά μεταφέρουν στον αναγνώστη ηρεμία και αίσθηση ευφορίας. Για παράδειγμα, τα ποιήματα «Ήχοι θερινοί» και «Ευφορία». Λυρική ποίηση, με την ομορφιά και τη γαλήνη των συναισθημάτων.
Μπορούμε να πούμε ότι στη συλλογή της Τζίμα διακρίνουμε μικρές ενότητες: διαδρομές στη φύση, θάλασσα και βουνό, Καύσωνας-Ψύχος, Ταξίδια, ματιές σε σύγχρονα γεγονότα. Οι μικρές ενότητες δεν είναι με αυστηρότητα χωρισμένες, απλώς τις διακρίνει ο αναγνώστης, και κάποιες φορές ποιήματα της ίδιας ενότητας βρίσκονται το ένα μετά το άλλο. Η φύση στις όμορφες στιγμές της αλλά και στις ακραίες δυσκολίες της να επηρεάζει τη σκέψη του ποιητικού υποκειμένου και τη ζωή όλων των ανθρώπων.
Ο στοχασμός αγγίζει, φυσικά, και την τραγικότητα του ιού και της πανδημίας. Χωρίς να είναι βασικός στόχος της συλλογής, περιγράφονται σε τρία ποιήματα τραγικές πτυχές των επιπτώσεων από μια άγνωστη ασθένεια. Με απόλυτη αυτοσυγκράτηση και εκφραστική ισορροπία, το ποιητικό υποκείμενο μιλά για τους φόβους, τον πανικό, τον θάνατο. Και ακόμη περισσότερο, με αισιοδοξία προσδοκάται «η ανακωχή του ιού», πάλι με τη θετική σκέψη που δημιουργεί η ομορφιά της φύσης («Συλλέκτης θαυμάτων»).
Σκέφτομαι ότι τα ποιήματα της Περσεφόνης Τζίμα είναι ένα ποιητικό ημερολόγιο. Ημερολόγιο από εκείνα που γράφονται, για να διαβαστούν και από άλλους. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο αγγίζει εμπειρίες, εντυπώσεις, τοπία, συμβάντα, και τα ντύνει με τον προσωπικό της στοχασμό, περνώντας τα από το φίλτρο μιας ιδιαίτερης ματιάς.
Και αίφνης, παρεισφρέουν τα ποιήματα που θα ονόμαζα μεταφορικά. Που περισσότερο από όλα τα άλλα υποστηρίζουν τους σεφερικούς στίχους που ανέφερα στην αρχή. Στα ποιήματα αυτά η έκφραση κινείται σε μεταφορικό-αλληγορικό επίπεδο, σαν μια αναλογία κάποτε. Και ο αναγνώστης θα πρέπει να κοιτάξει πίσω από τις αναφορές, να ξεφλουδίσει την αλληγορία, αν θέλει να «δει» τη δεύτερη πραγματικότητα μετά την πρώτη ανάγνωση. Αναφέρω τα ποιήματα «Αδύναμες Ερινύες», «Κυνήγι θησαυρού», «Ανώδυνα σαν τιμωρία», «Από έρωτα».
Εξερεύνησες την έκταση/ της ύπαρξής μου/ με λεπτομερή περιπλάνηση/ κι ασκήσεις φαντασίας/ κι ακόμα οργώνεις στα γήινα στρώματά μου («Κυνήγι θησαυρού», σ. 50).
Στάθηκα αρκετά στα μεταφορικά ποιήματα της Περσεφόνης Τζίμα, τα πιο κρυπτικά της συλλογής, γιατί θεωρώ πως έχουν βάθος και τεχνική, και εκφράζουν πολύ εντονότερα συναισθήματα από ό,τι μπορεί να εισπράξει ο αναγνώστης με πρώτη ανάγνωση.
Αν στα ποιήματα που προαναφέρθηκαν τα συναισθήματα του ποιητικού υποκειμένου για κάποια απώλεια, για βιωμένες στιγμές ευτυχίας που απομακρύνθηκαν, για συμβάντα που άφησαν πληγές δίνονται με πλάγιο τρόπο, υπάρχουν και τα πιο ξεκάθαρα ερωτικά ποιήματα, που συνδέονται με τα προηγούμενα. Το ποιητικό υποκείμενο ευθέως στοχάζεται για τον χρόνο που πέρασε, για τα χρόνια που αλλάζουν τους κοντινούς ανθρώπους και τους καθιστούν, μέσα από την απομάκρυνση, άλλους, ξένους. Με πολλή προσοχή επιλεγμένες οι λέξεις, ώστε να δώσουν, χωρίς περιττή αισθηματολογία, χωρίς κραυγές εντυπωσιασμού, το βάθος των συναισθημάτων, τον πόνο, την έλλειψη, την απουσία, αλλά και τον στοχασμό πάνω στα ανθρώπινα και στην πραγματικότητα της ζωής.
Θεωρώ εντέλει ότι ένας βασικός άξονας στην ποίηση της Τζίμα είναι ο έρωτας. Η απομάκρυνση, η απουσία, η νοσταλγία. Η παραμυθία της φύσης αποτελεί στήριγμα, ώστε τελικά τα ποιήματα να αποπνέουν αισιοδοξία. Και ο στοχασμός συμπληρώνει την ατμόσφαιρα, με την αύρα της ενσυναίσθησης και της ενδοσκόπησης.
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί η Τζίμα είναι από επιλογή λιτή και απλή, αποτελεσματική χωρίς εκζήτηση. Καταφέρνει να αποδώσει όλο το εύρος του λυρισμού, από τη γαλήνη, την ισορροπία, την ανάταση, ως τον προβληματισμό, τη μελαγχολία, την ελεγεία. Πάντα με στοχασμό και διάθεση φιλοσοφική, συχνά επικούρεια θα έλεγα.
Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθώ στην επιμελημένη έκδοση και στο πολύ όμορφο εξώφυλλο. Ο πίνακας του Rene Magritte ο χαμένος καβαλάρης (the lost jockey) καλύπτει το εξώφυλλο, απόλυτα ταιριαστό το χρώμα και η αισθητική με το περιεχόμενο του βιβλίου. Η όλη εικόνα παραπέμπει όντως σε ανέγγιχτα μονοπάτια που μπορεί να σε παρασύρουν στο βάθος τους.
Το ποιητικό υποκείμενο ακουμπά στη φύση και νιώθει ψυχική ευφορία, ενώ ταυτόχρονα βρίσκει αφορμή για στοχασμό για τα ανθρώπινα αλλά και σαρκασμό για πολλά που συμβαίνουν. Και για αυτοσαρκασμό ακόμη. Με λόγο ωστόσο που δεν είναι αιχμηρός, είναι γεμάτος έγνοια και κατανόηση.
Μια συλλογή, που αφήνει το αποτύπωμά της στην ψυχή του αναγνώστη, αφετηρία για τη δική του περιπλάνηση στα ανέγγιχτα μονοπάτια της σκέψης και των συναισθημάτων.

*  Περσεφόνη Τζίμα, Από ανέγγιχτα μονοπάτια, εκδ. Το Κεντρί, 2022