Διαβάζοντας την ποιητική συλλογή «Ο Φιλοθεάμων» του Σπύρου Αραβανή κατάλαβα από την αρχή πως θα πρέπει να ξαναδιαβαστεί πολλές φορές. Κι αυτό όχι γιατί τα βιβλία και ιδίως τα ποιητικά δεν ξαναδιαβάζονται. Απεναντίας. Κάθε ανάγνωση αποτελεί ουσιαστικά μια μοναδική εμπειρία απόλαυσης του κειμένου η οποία διαφέρει πάντα από κάθε προηγούμενη. Ωστόσο στην περίπτωση του Σπύρου Αραβανή ο ποιητικός λόγος είναι πυκνός και εξαιρετικά πολύσημος, γεγονός που εδράζεται στο γλωσσικό και διανοητικό φορτίο από το οποίο είναι φτιαγμένο το ποιητικό στερέωμα του εν λόγω δημιουργού. Η διαπίστωση αυτή από την αρχή άλλωστε σου δημιουργεί την αίσθηση αλλά και την ανάγκη μιας «διαρκούς επαναφοράς» στο βιβλίο αφού ο Σπύρος Αραβανής εκτός από ένας σημαντικός ποιητής ενεργοποιείται ως ένας εξαιρετικά δραστήριος και πολυγραφότατος διανοούμενος με ενδιαφέρουσες «κειμενικές καταθέσεις» άλλοτε ως δημοσιογράφος και άλλοτε ως στιχουργός, μελετητής, ερευνητής κ.α. Αναμφίβολα εντάσσεται σε αυτούς που αντιμετωπίζουν το γράψιμο με ολιστικό τρόπο, καλλιεργώντας το σε όλες του τις διαστάσεις και εκδοχές, στρατηγική που αναδεικνύεται εμφατικά και στην πρόσφατη ποιητική του συλλογή.
Ο «Φιλοθεάμων» του Σπύρου Αραβανή ακόμα και αν έλκει την καταγωγή του από την Πλατωνική Πολιτεία δεν περιορίζεται στην εικόνα ενός ανθρώπου που αναλίσκεται μονομερώς στην παρακολούθηση θεαμάτων χωρίς επί της ουσίας να είναι σε θέση να προσεγγίσει (όπως οι φιλόσοφοι) την απόλυτη ομορφιά – που η τέχνη κρύβει- στην καθευατότητά της. Πολύ περισσότερο, βουτάει σε βαθιά νερά πραγματοποιώντας μια αισθαντική κατάδυση στην ταυτότητα του σύγχρονου ανθρώπου επιχειρώντας διαισθητικά να κατανοήσει το υπαρξιακό του «Είναι και Γίγνεσθαι» μέσα σε ένα κυκεώνα πληροφοριών, μηνυμάτων, ερεθισμάτων, πολύσημων αντιφατικών και συγκρουσιακών διαμεσολαβήσεων εντός των οποίων ενδημεί η ασάφεια μιας «μετα-νεωτερικής» εποχής ρευστότητας, αβεβαιότητας και απροσδιοριστίας.
Τι είναι εν τέλει ο «Φιλοθεάμων» στην ποιητική προβληματική του Αραβανή; Η προσέγγισή του αφορά έναν «οριακό», «αλλοτριωμένο», «μονοδιάστατο», «παθητικό», «ψευδεπίγραφο» και εγκλωβισμένο στην «ψηφιακή συνθήκη» άνθρωπο ή ένα δυνάμει έλλογο κοινωνικό υποκείμενο που θα μπορούσε να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία, την οδύνη σε ηδονή, την αποξένωση σε αυτοπραγμάτωση και εν τέλει να καταστεί συγγραφέας της προσωπικής του μυθολογίας σε μια εποχή ηγεμονίας των εικόνων και των θεαμάτων;
Είναι σαφές πως ο ποιητής δεν δίνει απάντηση, αφού ουσιαστικά δεν ενδιαφέρεται ούτε για την ανάδειξη δογματικών μανιφέστων, ούτε για την προβολή κλειστών και απόλυτων παραδοχών, ερμηνειών και προσεγγίσεων μίας και μοναδικής αλήθειας. Απεναντίας επιμένει με διακριτικό τρόπο στην ευδοκίμηση μιας ανοικτής εσωτερικής διεργασίας με κριτικό και αναστοχαστικό περιεχόμενο. Η επιλογή του άλλωστε να θεμελιώσει μια «τρισδιάστατη» υφολογική και ειδολογική συνθήκη επικοινωνίας με τον αναγνώστη του, από μόνη της, αποτελεί μια εξαιρετικά περιεκτική στρατηγική αφού ο λόγος του κινείται με άνετο βηματισμό τόσο στον ομοιοκατάληκτο και ελεύθερο στίχο όσο και στον πεζό λόγο. Η ποίηση του Αραβανή κινείται επιδέξια ανάμεσα στο ατομικό/προσωπικό και το γενικό/καθολικό επιχειρώντας να μιλήσει ανοικτά σε όλες τις χωροχρονικές διακυμάνσεις για το δράμα και την περιπέτεια του ανθρώπινου είδους. Ο λόγος του είναι εσωτερικός, στοχαστικός, προτρεπτικός και σε αρκετές περιπτώσεις υπαινικτικός χαρτογραφώντας εύγλωττα μια περιήγηση στη σύγχρονη ανθρωπογεωγραφία αλλά και τη διαρκώς μεταβαλλόμενη κοινωνική μορφολογία της εποχής.
Κατά τη γνώμη μου στην περίπτωση του Αραβανή δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να αναζητηθούν συσχετίσεις και κοινοί τόποι της γραφής του με άλλους ομότεχνους, συγκλίσεις ή αποκλίσεις, ομόκεντροι ή εφαπτόμενοι διανοητικοί και αισθητικοί δεσμοί με σύγχρονους ή παλαιότερους ποιητές. Ο ποιητής αποδεικνύεται πραγματικά ελεύθερος από δεσμεύσεις και για το λόγο αυτό χρησιμοποιεί τις ποιητικές φόρμες με ελευθερία, δομική ανεξαρτησία και εσωτερική αυτοπεποίθηση χωρίς να διαφαίνεται ούτε το άγχος των επιρροών, ούτε η αγωνία της ένταξης σε ένα ποιητικό κλίμα, γενιά ή έστω κάποια συναφή λογοτεχνική συνομοταξία. Αφιερώνει απλόχερα σε δικούς του ανθρώπους, φίλους ποιητές, προσωπικούς του φίλους κ.α δυνατά κείμενα αποδεικνύοντας την ουσιαστική σχέση της ποίησης του με τα βιώματα, με τους δαίμονες και τους αγγέλους της καθημερινής του πραγματικότητας. Χωρίς αμφιβολία ο Σπύρος Αραβανής ανήκει στην ποίηση γιατί «Τα σπίτια ανήκουν στους νεκρούς τους/ όπως τα οστά των αλόγων στους καβαλάρηδές τους». Αναμφίβολα η περίπτωσή του είναι ιδιαίτερη και διακριτή αφού συνδυάζει το γνήσιο ποιητικό όραμα με τον έλλογο κριτικό στοχασμό αποπνέοντας την εικόνα ενός δεινού δύτη στα βαθιά υπαρξιακά νερά της ποιητικής τέχνης.