Η συνάντηση μου με τον Jack Hirschman
Όταν γνώρισα τον Τζακ Χίρσμαν στο Σαν Φρανσίσκο, το 2003, ήταν άφραγκος και μες την τρελή χαρά. Έμενε σε ένα δωμάτιο 20 τ.μ. (κρεβάτι, βιβλία, πισί, κάδρα κ.λπ.) και για να πάει τουαλέτα (όπου του είχε δώσει τα κλειδιά ένας φίλος) έπρεπε να ανεβοκατεβαίνει δύο «φλατ». Υποδεχόταν τους φίλους του στο «καφέ Τριέστε» στο ισόγειο της πολυκατοικίας, που το είχε μετατρέψει σε «σαλόνι» του σπιτιού του, κι εκεί τον πρωτοσυνάντησα κι εγώ.
Εγώ ήμουν τότε πλούσιος, μεγαλογιατρός με πάρα πολλά λεφτά και απόλυτα δυστυχισμένος, μπλοκαρισμένος, σ’ έναν αποτυχημένο γάμο, όπως και στη γραφή μου ( οι «Προσευχές για φίλους» που είχα ξεκινήσει να γράφω το 1995 είχαν βαλτώσει).
Ο Τζακ πουλούσε από τραπέζι σε τραπέζι την εφημερίδα του Κουμουνιστικού Κόμματος των ΗΠΑ για ένα «μπακ», μετέφραζε ποιητές από διάφορες γλώσσες και μιλούσε για την ποίηση με μάτια που έβγαζαν σπίθες από τον ενθουσιασμό. Χάρη σ’ αυτή τη συνάντηση, που λειτούργησε ως ένα είδος Sartori για μένα, ξεμπλόκαρα σιγά σιγά στην προσωπική μου ζωή κι απελευθερώθηκα και στο γράψιμο: μέχρι τότε είχα βγάλει τέσσερις ποιητικές συλλογές όλες κι όλες, και τα επόμενα χρόνια, από το 2003 μέχρι σήμερα, τουλάχιστον άλλες δέκα.
Όλες οι συναντήσεις μας σε διάφορα μέρη του κόσμου, στα χρόνια που ακολούθησαν, ήταν μέσα στην απόλυτη χαρά κι ευτυχία με αγκαλιές και τραγούδια. Χαρά που αποταμιεύτηκε όταν τον φιλοξένησα στον δεύτερο όροφο στη Νέα Σμύρνη κατά την τελευταία του παραμονή στην Αθήνα, επειδή τον πέταξαν έξω αυτοί που είχαν την υποχρέωση να το φιλοξενήσουν.
Όταν γνώρισα τον Τζακ Χίρσμαν στο Σαν Φρανσίσκο, το 2003, ήταν άφραγκος και μες την τρελή χαρά. Έμενε σε ένα δωμάτιο 20 τ.μ. (κρεβάτι, βιβλία, πισί, κάδρα κ.λπ.) και για να πάει τουαλέτα (όπου του είχε δώσει τα κλειδιά ένας φίλος) έπρεπε να ανεβοκατεβαίνει δύο «φλατ». Υποδεχόταν τους φίλους του στο «καφέ Τριέστε» στο ισόγειο της πολυκατοικίας, που το είχε μετατρέψει σε «σαλόνι» του σπιτιού του, κι εκεί τον πρωτοσυνάντησα κι εγώ.
Εγώ ήμουν τότε πλούσιος, μεγαλογιατρός με πάρα πολλά λεφτά και απόλυτα δυστυχισμένος, μπλοκαρισμένος, σ’ έναν αποτυχημένο γάμο, όπως και στη γραφή μου ( οι «Προσευχές για φίλους» που είχα ξεκινήσει να γράφω το 1995 είχαν βαλτώσει).
Ο Τζακ πουλούσε από τραπέζι σε τραπέζι την εφημερίδα του Κουμουνιστικού Κόμματος των ΗΠΑ για ένα «μπακ», μετέφραζε ποιητές από διάφορες γλώσσες και μιλούσε για την ποίηση με μάτια που έβγαζαν σπίθες από τον ενθουσιασμό. Χάρη σ’ αυτή τη συνάντηση, που λειτούργησε ως ένα είδος Sartori για μένα, ξεμπλόκαρα σιγά σιγά στην προσωπική μου ζωή κι απελευθερώθηκα και στο γράψιμο: μέχρι τότε είχα βγάλει τέσσερις ποιητικές συλλογές όλες κι όλες, και τα επόμενα χρόνια, από το 2003 μέχρι σήμερα, τουλάχιστον άλλες δέκα.
Όλες οι συναντήσεις μας σε διάφορα μέρη του κόσμου, στα χρόνια που ακολούθησαν, ήταν μέσα στην απόλυτη χαρά κι ευτυχία με αγκαλιές και τραγούδια. Χαρά που αποταμιεύτηκε όταν τον φιλοξένησα στον δεύτερο όροφο στη Νέα Σμύρνη κατά την τελευταία του παραμονή στην Αθήνα, επειδή τον πέταξαν έξω αυτοί που είχαν την υποχρέωση να το φιλοξενήσουν.