Scroll Top

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΥΗΣΕΩΣ ΤΟΥ «ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ» – ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΣΚΙΑΘΑ

 Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΥΗΣΕΩΣ ΤΟΥ «ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ» – ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΣΚΙΑΘΑ

Η διαδικασία που ακολουθείται για να παραχθεί ένα μυθιστόρημα μπορεί να διαφέρει, και σαφώς διαφέρει, από συγγραφέα σε συγγραφέα.

Ένα απ’ εκείνα που διαφέρουν και κυρίως εξατομικεύουν τη συγγραφή ενός τέτοιου λογοτεχνικού έργου είναι και ο χρόνος κυοφορίας του, ο χρόνος δηλαδή που απαιτείται για να στοιχειοθετηθεί σε κείμενο ο βίος των προσώπων που επέλεξε για να υπηρετήσουν την ιστορία του ο δημιουργός τους.

Ως χρόνος κυοφορίας πρέπει να προσδιορισθεί ο συνολικός χρόνος από την «επίσκεψη» της ιδέας έως την εκφορά της ιστορίας προς ανάγνωση.

Έτσι με την έκδοσή της αφ’ ενός πετυχαίνεται η κοινοποίηση των συγκεκριμένων κειμένων – γεγονότων στο αναγνωστικό κοινό επαναπροσδιορίζοντας ο κειμενογράφος την επικοινωνία μαζί του, αφ’ ετέρου όμως αναστέλλεται διά παντός σε πρώτο τουλάχιστον επίπεδο η δημιουργία κοινού βίου μεταξύ συγγραφέα και ηρώων καθώς η συνύπαρξη, η οικειότητα δηλαδή που έχει αναπτυχθεί μεταξύ τους, μετατρέπεται πλέον από καθημερινή σε μια απλή οικογενειακή επαφή, όπως όταν ένα παιδί δημιουργεί τη δική του οικογένεια και απομακρυνθεί από το γενέθλιο οίκο οι γονείς του μετατρέπουν πλέον την καθημερινή λατρευτική συνύπαρξη μαζί του σε βαθειά οικογενειακή σχέση.

Δεν βρίσκονται κάτω από την ίδια στέγη με ταυτόσημους χρόνους, δε συντρώγουν ούτε συμβιώνουν στο κοινό χώρο που ορίζει η καθημερινή τους επαφή. Είναι πλέον συγκάτοικοι σε μια κοινωνία αγνώστων.

Αυτό τον κοινό χρόνο των προσώπων του μυθιστορήματος με το γεννήτορά τους, τι τον προσδιορίζει, ποιες ενέργειες τον περιγράφουν; Και κυρίως ποια γεγονότα δίνουν την ικανότητα να δημιουργηθεί η ηρωική έξοδος προς τους αναγνώστες μέσω της αισθητικής που προσδιορίζει το τυπογραφείο;

Το τέλος της ιστορίας μπορεί να το δίνει ίσως και με «αντιδημοκρατικό» τρόπο ο συγγραφέας μια και αυτός χωρίς να ρωτάει κανένα αποφασίζει. Οφείλουμε όμως να τονίσουμε ότι εκείνοι που την επιβάλλουν είναι οι ίδιοι οι ήρωες του συγκεκριμένου κειμένου, καθώς με την ενηλικίωσή τους αποκτούν μέσα από τις αλλεπάλληλες γραφές με τις πολλαπλές προσπάθειες μπορούν να περιγράφουν ως ιδιαίτερες και αυτόνομες προσωπικότητες αποκτώντας το δικαίωμα της επιλογής του πότε θα παρουσιασθούν στο κοινό τους.

Αυτό το δράμα που βιώνει ο δημιουργός της ιστορίας με το πότε είναι έτοιμη προς κοινοποίηση και κυρίως ποια από τις πολλές εκδοχές της πρέπει να ξέρει και τον τίτλο του μυθιστορήματος που έχει επιλέξει, με λίγα λόγια ποια χειρόγραφα από τα πολλά που έχει δημιουργήσει μέσα σ’ αυτό το διάστημα θα δώσει στον εκδότη του, είναι από εκείνα που περιγράφουν το λογοτεχνικό του βίο.

Η ψύχωση που δημιουργεί η συνομιλία των εμπλεκόμενων προσώπων με το συγγραφέα, για να είναι παροδική και ιάσιμη και όχι μόνιμη και ανίατος, θα πρέπει αυτή η ομφάλια επικοινωνία να διαταραχθεί με τέτοιο τρόπο που το νεογνό – στην προκειμένη περίπτωση το κείμενο – να μπορεί να ζήσει αυτοδύναμα, με αυτάρκεια αισθητική αλλά και ο γεννήτορας – εν προκειμένω ο συγγραφέας – να μπορεί να αποτοξινωθεί από την παρουσία των ηρώων του χωρίς να επανέλθουν στα επόμενα κείμενά του.

« Ο μυθιστοριογράφος, η μοίρα των προσώπων του, ο αναγνώστης, ο κριτικός αποτελούν τον κύκλο του μυθιστορήματος».

Για τον Αντώνη Σαμαράκη αυτός ο κύκλος στο μυθιστόρημα Εν ονόματι, που κυκλοφόρησε το Νοέμβρη του 1998 χαράκτηκε για πενήντα ολόκληρα χρόνια παράλληλα με τους άλλους κύκλους των έργων του που ξεκίνησαν το 1954 με την έκδοση της συλλογής των διηγημάτων με τον τίτλο Ζητείται ελπίς και συνεχίστηκαν με άλλες τρεις συλλογές διηγημάτων ,τρία μυθιστορήματα και μια αυτοβιογραφία.

Ο ολιγογράφος λοιπόν Αντώνης Σαμαράκης μπορεί να έχει εκθέσει αριθμητικά λίγες φορές τα κείμενά του, συγκεκριμένα οκτώ φορές μέσα σε μια εξηκονταετία, αλλά τα έχει δημιουργήσει με τέτοιο τρόπο που το επίκαιρο της ιστορίας και το διαχρονικό του μηνύματος τα ανάγει σε δημοφιλή αναγνώσματα με πολλαπλές εκδόσεις σε δεκάδες γλώσσες.

Η ικανότητα του Αντώνη Σαμαράκη να οικοδομεί το συγγραφικό του έργο με μια γλωσσική συνέχεια, η οποία μας παραπέμπει στη ροή του προφορικού λόγου, του καθημερινού λόγου είναι αξεπέραστη.

Αυτή η ευχέρεια είναι ένα από εκείνα που κάνουν να έχει τόσους πολλούς αναγνώστες, τόσους πολλούς λογοτεχνικούς φίλους παγκοσμίως. Η δημιουργία αυτής της γεωγραφίας του λόγου του οφείλεται στη θέση του που είναι γνωστή σ’ όσους τον γνωρίζουν ότι το κείμενο γράφεται με τον τρόπο του Ντοστογιέφσκι, δηλαδή τόσες φορές όσες είναι ικανές για να το κάνουν μοναδικό.

Μελετώντας το αρχείο του συγγραφέα – για τις ανάγκες άλλης εργασίας μου για το έργο του – διαπίστωσα ότι το Εν ονόματι, αλλά και τα άλλα του έργα, έχουν γραφτεί αρκετές δεκάδες φορές και μάλιστα από την αρχή κάθε φορά.

Ο Αντώνης γράφει με το χέρι, δε χρησιμοποιεί υπολογιστή και σπάνια γράφει με γραφομηχανή και αυτό γιατί πιστεύει ότι ξεκινώντας το κάθε κεφάλαιο της ιστορίας του από την αρχή έχει καλύτερη εποπτεία του κειμένου και σαφώς μεγαλύτερη διεισδυτικότητα στην ιστορία του.

Δουλεύει ως καλός μάστορας που δίνει ψυχή στο άψυχο υλικό που σμιλεύει. Έτσι έχουμε για το μυθιστόρημα Εν ονόματι τα πρώτα γραπτά να ξεκινούν στις αρχές τις δεκαετίας του πενήντα με επαναλήψεις σε τακτά χρονικά διαστήματα μέχρι το Νοέμβριο του 1998 που εκδόθηκε με αυτή τη μορφή.

Και ενώ ο συγγραφέας ξεκίνησε το Εν ονόματι τριάντα περίπου χρονών το εξέδωσε κοντά στα ογδόντα του ο πρωταγωνιστής του Δημήτρης παρέμεινε για πέντε δεκαετίες έφηβος και μάλιστα μαθητής λυκείου. Και αυτό είναι το σημαντικό σ’ αυτή την ιστορία, διότι οι γραφές της δεν δημιουργούν στατικό χώρο αλλά δυναμικό,δηλαδή μπορεί να γράφεται και να ξαναγράφεται, αυτό το μυθιστόρημα γράφεται με τέτοιο τρόπο που σε κάθε εκφορά του κρατά επίκαιρο της εποχής του.

Ενώ ακολουθεί την κοινωνία του Λυκείου που μεταλλάσσεται, δε μεταλλάσσει την ιστορία του. Δηλαδή το πενήντα η προκήρυξη που ρίχνει ο μαθητής θα γραφόταν σε γραφομηχανή, τώρα γράφεται σε υπολογιστή. Το λεξιλόγιο των μαθητών άλλο ήταν στη δεκαετία του εβδομήντα άλλο είναι στο τέλος της χιλιετίας. Τα τραγούδια στα νεανικά στέκια άλλα ήταν την εποχή των παιδιών των λουλουδιών και άλλα τώρα που επικρατούν οι ηλεκτρονικοί ήχοι. Με λίγα λόγια το οικοδόμημα – η ιστορία – είναι το ίδιο αλλά κατασκευάζεται πλέον με άλλης τεχνολογίας δομικά υλικά με την ίδια όμως σημειολογική ανάλυση.

Ίσως μια εύκολη προσέγγιση αυτού του τρόπου επικοινωνίας του συγγραφέα με τους ήρωές του να είναι η ανασφάλεια που νοιώθει ο συγγραφέας για το έργο του.

Μια όμως διαφορετική και πιο σίγουρη άποψη ίσως να είναι και αυτό που λέει ότι η αγωνία για να δημιουργηθεί από το σύγγραμμα επίκαιρο και ταυτόχρονα με διαχρονικές αξίες έργο, να δημιουργεί εκείνες τις ευθύνες που αναγκάζουν το συγγραφέα να επανέρχεται ξανά και ξανά στο κείμενο. Εμμένοντας λοιπόν σ’ αυτή τη θέση ο Αντώνης Σαμαράκης μας κατέθεσε μέχρι σήμερα τα συγκεκριμένα έργα που από τη γενικότερη παραδοχή τους τόσο από τους μελετητές όσο και από τους αναγνώστες παγκοσμίως, τον δικαιώνουν και κυρίως επιβεβαιώνουν αυτό το λογοτεχνικό του δόγμα, που όμως εκφέρεται με τελείως αντιδογματικό-αντιεξουσιαστικό,βαθύτατο κοινωνικό και ανθρώπινο τρόπο από τον Αντώνη Σαμαράκη.

Ο Σαμαράκης λοιπόν υπηρετεί τις μεγάλες κοινωνικές αξίες με εύστοχο, λιτό και αποτελεσματικό επικοινωνιακό υλικό και αυτό το πετυχαίνει με το να σμιλεύει αρκετά καλά το τραχύ υλικό του.

Και το τρελό:

«Εκ της μελέτης των έργων ο περί ου, διηγημάτων και μυθιστορημάτων, αλλά και των συνεντεύξεών του, εξάγεται σαφώς ότι ούτος είναι… κατά του πολέμου και δη του πυρηνικού τοιούτου (μάλιστα τοιούτου)».

  Και μου ζήτησε να απολογηθώ, “ιδιοχείρως και εις διπλούν”, στις πιο πάνω κατηγορίες. Κάθε μέρα μου διάβαζε το ίδιο έγγραφο και μου έλεγε τα ίδια. Εγώ του είπα κοφτά ΟΧΙ, και η ιστορία παιζόταν πολύ καιρό.

Στην επιστολή διαμαρτυρίας που έστειλα τότε στο καθημερινό Βήμα και δημοσιεύτηκε, είπα μεταξύ άλλων:

«Ο ανακριτής μου, Μάρκου μου διαβάζει κάθε μέρα το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο».

Ο Μάρκου κατέληγε με την επωδό:

«Γράψε μωρέ δυο λόγια μόνο. Ότι η “Εθνική Κυβέρνηση” κάνει καλό στην Ελλάδα».

Αρνήθηκα βέβαια.

Πηγή: Περιοδικό Ελί-τροχος / Γενέθλιο αφιέρωμα στον Αντώνη Σαμαράκη / τεύχος 17-18 / 1999