MIΚΡΕΣ ΖΩΕΣ
Βαραίνει το βιβλίο της ζωής
αδύνατον
να το διαβάσω μονορούφι.
Ξορκίζοντας λοιπόν τις λεπτομέρειες
κατέβασα τον γενικό του χρόνου.
Μικρές ζωές επινοώ
αύριο δίχως αύριο
πεθαίνω κάθε βράδυ ανελλιπώς
γεννιέμαι απ’ την αρχή την άλλη μέρα.
Μεγάλο πράγμα οι μικρές ζωές.
Αλλάζουν το τριμμένο σκηνικό
σκαρώνουν κρουαζιέρες μονοήμερες
ένα τσιγάρο
στην κουβέρτα του μυαλού
ένα φιλί τηγανητό
με μπόλικο πιπέρι.
ΛΑΓΝΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
Η Ποίηση.
Αφαίρεση.
Αναίρεση.
Λυγμός.
Υπολανθάνων πυρετός.
Η κρίση ηλικίας.
Σκληρή.
Δεν συγχωρεί.
Αυτόν που βγάζει τον καθρέφτη του περίπατο
χωρίς λουρί
χωρίς χαρτί
για τις ακαθαρσίες.
ΥΠΕΡΤΑΣΗ
Φοβάμαι περισσότερο
Τη θάλασσα απ’ τον θάνατο
Το θέατρο απ’ τον θεό
Το θύμα απ’ τον θύτη
Το δόγμα απ’ το δόκανο
Το δήγμα απ’ τον δήμιο
Τα λύτρα απ’ τους λύκους
Την αντοχή από την αντιβίωση
Τις μνήμες απ’ τα μνήματα
Την πλήξη απ’ το πλήγμα
Τα σύνορα απ’ τα σύνδρομα
Το φλέγμα απ’ τη φλεγμονή
Τους άσους απ’ τους άσωτους
Τους γόνους απ’ τη Γώγου.
Μα το χειρότερο
Την ποίηση απ’ την πίεση
Ενόρκως περισσότερο φοβάμαι.
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΡΑΞΗ
Παρακαλώ
μη στέκεστε εμβρόντητοι
δεν πρόκειται για ρόλο.
Αδύνατον να θυμηθώ
γιατί αρνούνται να γυρίσουν τη σκηνή
όσα θυμάμαι.
Ενδεχομένως δεν μπορούν.
Μάλλον δεν θέλουν.
Ως πότε θα με κυνηγά
το εκκρεμές μιας νηστικής αμφιβολίας;
Μνημείο υποσχέσεων.
Μουσείο ενοχών.
Εξίσωση με άγνωστους αγνώστους.
Ματαίως σπεύδω στα δημόσια λουτρά
μόνον εμένα δεν γνωρίζω στον καθρέφτη.
Παρακαλώ
μην προσπαθείτε να προλάβετε.
Αφού το βλέπετε καλά
δεν πρόκειται για ρόλο.
ΟΙ ΔΙΔΥΜΕΣ
Υπάρχουν η αλήθεια κι η αλήθεια.
Ερίζουν μεταξύ τους από κούνια
αποσυνδέουν τις ραφές
στις ραπτομηχανές της Ιστορίας.
Ο κόσμος ερωτεύεται τη μια
βγαίνει μαζί της για ποτό
στη Συμφερούπολη
αργότερα τραβιέται με την άλλη.
Παράδειγμα η σύγχυση ενίων ποιητών:
Άλλα πρεσβεύουν
άλλα νιώθουν
άλλα γράφουν
χορεύοντας στα γόνατα
τις δίδυμες αλήθειες.
Φτάνει να μην τους απορρίπτουν
από άγνοια
κάτι αχάριστες στρατιές αναγνωστών
κυρίως λύκων κριτικών
διασωληνωμένων.
Κι εγώ σε μια ρουλέτα χειροποίητη
κλειδώνω κάθε βράδυ μια ζωή
ποντάροντας τα ρέστα μου
στα ψέματα.
ΘΑΛΑΣΣΙΟΣ ΕΛΕΦΑΣ
Αγκομαχώ
κρεμάμενος σε βράχια πυρετών.
Αρπάζομαι
χωρίς πληθυντικό
από τα βράγχια των ψαριών
απ’ των κυμάτων τους χρησμούς
τα φύκια των μαλλιών σου.
Διψάω
το τανγκό των δελφινιών
κρατώντας απ’ τη μέση ένα σύννεφο
από νερό κι αλάτι.
Φοβάμαι μη ραγίσει ο αφρός
και βυθιστώ αιχμάλωτος
στα μύχια του κενού σου
βάφοντας αίμα πέτρινο
το περσινό ναυάγιο.
ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΣ
Εφόσον
εξαντλήθηκαν οι έρωτες
κι η αγάπη παρασύρεται στο άγνωστο.
Εφόσον
πήρε αναρρωτική η επανάσταση
κι αράχνες ξεφυτρώνουν στις πλατείες.
Εφόσον
γέμισαν βροχή τα πληκτρολόγια
και στάζουν κολοφώνιο οι οθόνες.
Εφόσον
φόρεσε ο πόλεμος ειρήνη
κι ο λόγος περιφέρεται δωσίλογος.
Εφόσον
το λάμδα της ελπίδας παρεφρόνησε
και τράβηξε μπροστά να μαχαιρώνει…
…καιρός ν’ αποσυρθώ από την ποίηση.
Δεν σφάξανε!