Στην ποιητική συλλογή του Αντώνη Χαριστού, Φίλωνος & Νοταρά –τα στιχάκια τής Τρούμπας, 1950-1970, αναβιώνουν μνήμες και βιώματα από τις γειτονιές της Τρούμπας του Πειραιά την περίοδο 1950-1970. Τις πληροφορίες για την αναπαράσταση της εποχής και την απόδοση των κοινωνιολογικών συνθηκών άντλησε ο ποιητής από τα έργα του Βασίλη Πισιμίση, Βούρλα – Τρούμπα. Μια περιήγηση στον χώρο του περιθωρίου και της πορνείας του Πειραιά (1840–1968) και Τρούμπα, Βούρλα, Λιμάνι. Χώρος και μνήμη του Πειραϊκού περιθωρίου στον 20ό αιώνα. Επεξεργάστηκε επίσης αρχειακό υλικό τηλεοπτικών εκπομπών και συνεντεύξεων στον έντυπο Τύπο, αλλά και προσωπικές μαρτυρίες.
Πρόκειται για μια ποιητική συλλογή δεκαεπτά (17) ποιημάτων γραμμένων με την τεχνοτροπία του «δομημένου ρεαλισμού», τη νέα πρόταση που επεξεργάστηκε ο Φιλολογικός Όμιλος Θεσσαλονίκης και η οποία επιχειρήθηκε να θεμελιωθεί μέσα από το σύγγραμμα Μανιφέστο/Δυο σχολές τού ρεαλισμού, το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γράφημα το καλοκαίρι τού 2022 και συνιστά απόπειρα θεωρητικού επαναπροσδιορισμού του λογοτεχνικού όρου «ρεαλισμός», με πρόθεση να ανταποκριθεί στις σύγχρονες συγκυρίες.
Σύμφωνα με τους εισηγητές του, ο δομημένος ρεαλισμός συνιστά ακραία εκδοχή του ρεαλισμού. Αρνείται τη συναισθηματική εκφορά του λόγου και δίνει έμφαση στην εικονοποιία. Αναπαριστά σε χρόνο ενεστώτα την εποχή, προσπαθώντας να αναδείξει τις αιτιακές σχέσεις που διέπουν τα φαινόμενα, αλλά και να διαμορφώσει το θέμα που πραγματεύεται με τρόπο ώστε να μην επιδέχεται άλλη ερμηνεία πέραν της δημοσιευμένης.
Η τεχνική του δομημένου ρεαλισμού αποποιείται την αυτοαναφορικότητα και την αυθόρμητη έκφραση από πλευράς δημιουργού, όπως και την οποιαδήποτε υπερβατική ή μυστικιστική διάσταση. Προσπαθώντας να εντοπίσει τους κοινωνικούς και προσωπικούς παράγοντες που καθορίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά και να εξετάσει ολόπλευρα την κοινωνική πραγματικότητα και την ανθρώπινη υπόσταση, επικεντρώνεται όχι μόνο στο περιβάλλον το οποίο καθορίζει τις πράξεις των ανθρώπων, αλλά και στην ψυχολογική ιδιοτυπία των χαρακτήρων. Τα ευρήματα και τα συμπεράσματα παρουσιάζει μέσα στο λογοτεχνικό έργο.
Το modus operandi του δομημένου ρεαλισμού προϋποθέτει πρωτίστως την ενδελεχή επιστημονική ανάλυση η οποία θα οδηγήσει στην ουσία τού υπό διερεύνηση θέματος. Περιλαμβάνει στη συνέχεια την αυστηρώς ρεαλιστική λογοτεχνική του απόδοση η οποία ως εκ τούτου στηρίζεται στην ακριβόλογη χρήση των γλωσσικών σημείων και την κατασκευή ολοκάθαρων εικόνων, στην κατάργηση της όποιας συγκίνησης, αλλά και στην απουσία αυθαίρετων κρίσεων ή ιδεολογικών ερμηνειών. Το αφηγηματικό και το περιγραφικό μέρος στα έργα του δομημένου ρεαλισμού δεν συμφύρονται, αλλά παραμένουν πάντοτε διακριτά, εξυπηρετώντας την αποκάλυψη του ερευνητικού πορίσματος που κομίζει το εκάστοτε δημιούργημα.
Η ποιητική συλλογή του Αντώνη Χαριστού, Φίλωνος & Νοταρά –τα στιχάκια τής Τρούμπας, 1950-1970, χαρακτηρίζεται από τη μεθοδολογία και το πνεύμα του δομημένου ρεαλισμού. Ο ποιητής μελέτησε την περιοχή των «Κόκκινων Φαναριών» την εικοσαετία 1950-1970, το μεγάλο τετράγωνο δηλαδή, με πυρήνα τους δρόμους Φίλωνος & Νοταρά, στη διαβόητη γειτονιά «Τρούμπα» στο λιμάνι του Πειραιά και κατέγραψε τα πορίσματα της μελέτης του με τρόπο λογοτεχνικό και χωρίς υποκειμενικές ερμηνείες. Η περιοχή περιελάμβανε οίκους ανοχής, αλλά σπίτια ανθρώπων που ζούσαν εκεί και οι οποίοι αναγκάζονταν να κολλούν ταμπέλες στις πόρτες με την ένδειξη «εδώ μένουν οικογένειες».
Ο Αντώνης Χαριστός, χρησιμοποιώντας επιστημονικά εργαλεία, αλλά και μεθόδους λογοτεχνίας, αναπαριστά την περιοχή και τους ανθρώπους της. Εστιάζοντας στις ρεαλιστικές περιγραφές, μέσω της πρωτοπρόσωπης εξομολογητικής αφήγησης, αλλά και με τη χρήση διαλόγων, ανακατασκευάζει το ιστορικό πλαίσιο. (Υπάρχει επίσης ένα ποίημα σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, το πρόσωπο της καθολικότητας, όπως και ένα σε τριτοπρόσωπη αντικειμενική αφήγηση.) Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνει το απεικόνισμα του χωροχρόνου καθρεφτίζει τον πολιτισμό της εποχής, τις κοινωνικές συνθήκες, το νόμισμα, την πολιτική κατάσταση, τη γλώσσα, «το σβήσιμο των φαναριών». Ο ήρωας δρα εντός του περιβάλλοντος και σε παροντικό χρόνο.
Η τοιχογραφία που κατασκευάζει ο ποιητής εσωκλείει τα σπίτια και τα κουρεία, τα κακόφημα καμπαρέ και τα μπαρ, τους κινηματογράφους, αλλά και στιχομυθίες, επισκέπτες, κόστος (22 δραχμές η επίσκεψη, ποσό το οποίο διπλασιάστηκε, όταν στον Πειραιά κατέφθασε ο 6ος Αμερικανικός Στόλος). Αναπαρίσταται το ζωντανό και υλικό περιβάλλον, η παρανομία (αδήλωτες γυναίκες που εργάζονταν με τον φόβο των εφόδων της Αστυνομίας) και η κοινωνική παθογένεια, η διαφθορά. Πίσω από τους ήχους του μπουζουκιού και του μπαγλαμά, πίσω από το χασίς στον ναργιλέ ή το τσιγαριλίκι, κρυβόταν η εκμετάλλευση και η βία, η εσωτερική ερημιά και η δυστυχία, τα μαχαιρώματα, μια χαρακιά στο μάγουλο για τις γυναίκες που δεν συμμορφώνονταν στις απαιτήσεις των αδίστακτων εμπόρων της σάρκας.
Τα μαχαίρια
Ακτή Μιαούλη, ξημερώματα.
Ο δρόμος έχει κυκλωθεί από ανθρώπους σιωπηλούς
ανάμεσά τους κι εγώ.
Άλλοι, φουμάρουν σιγαρέτα στα χείλη
κι άλλοι, μ’ ένα ποτήρι,
μισοτελειωμένο ουίσκι, στα χέρια,
κοιτούν δυο άνδρες, να περιστρέφονται
ο ένας γύρω απ’ τον άλλον,
κρατώντας στις παλάμες τους σουγιά.
Ο φαλακρός, τυλίγει το σακάκι
στο αριστερό χέρι, για προστασία.
Ο νεότερος, ξεσφίγγει
τον κόμπο απ’ τη γραβάτα.
Τρεις κύκλους ακόμη,
μα κανείς δεν επιτίθεται.
Νιώθω ναυτία τον έμετο στον λάρυγγα. (σελ. 35)
Η περιοχή ήταν εστία καθημερινών συμπλοκών και δολοφονιών. Το μαχαίρι έβγαινε ακόμη και για έναν άστοχο λόγο ή για λίγα χρήματα. Εμφώλευε επίσης ιστορίες γυναικών απελπισμένων που πίστευαν ότι τελικά θα παντρεύονταν τον εκπορνευτή τους ή που έφταναν ακόμη και σε αποκλίνουσες συμπεριφορές και δολοφονίες, όταν διαψεύδονταν οι προσδοκίες τους, όπως η πρώην ιερόδουλη, ερωμένη του εμπόρου γυναικών και ιδιοκτήτη του Puerto Rico, η οποία τον περιέλουσε με βιτριόλι, γιατί, παρότι την έβγαλε από την πορνεία, την απατούσε ασύστολα. Ωστόσο στην περιοχή μεγαλούργησαν και γνωστοί ρεμπέτες, όπως ο Μάρκος Βαμβακάρης.
Puerto Rico
Πέντε τα χαράματα,
κι ο χώρος έχει αδειάσει.
Μόνο οι οργανοπαίκτες ακούγονται,
καθώς μοιράζουν τα χρήματα μεταξύ τους.
Εγώ, στο τραπεζάκι, δίπλα στο πιάνο,
πίνω απ’ το, ψηλόλιγνο, ποτήρι,
την τελευταία γουλιά βότκας.
Έπειτα, σηκώνω τα δάκτυλα,
του αριστερού χεριού,
κάνοντας νεύμα στο γκαρσόνι. […]
«Και τελικά, τι έγινε;», ρωτώ.
Στρέφει το κορμί, ενενήντα μοίρες,
προς το μέρος μου.
«Ξέχνα τη βιτριολίστρια
θα μείνει στη στενή μια πενταετία και βάλε» (σελ. 36)
Τα ποιήματα είναι μοντερνιστικής γραφής και αναπαράγουν τις καταστάσεις με τρόπο που δεν επιτρέπει ερμηνεία ή παρερμηνεία. Το χωρίς λυρισμό και χωρίς συναισθηματισμό ύφος, όπως και η απουσία οποιασδήποτε ηθικολογικής κρίσης, συμβάλλουν στην κριτική πρόσληψη και τον προσωπικό στοχασμό. Η γλώσσα διαυγής και ευκρινής, με λέξεις της αργκό.
Οι περιγραφές του ποιητή Αντώνη Χαριστού στη συλλογή Φίλωνος & Νοταρά –τα στιχάκια τής Τρούμπας, 1950-1970, δεν ωραιοποιούν ούτε αναθεματίζουν. Με τρόπο ωμό ξεδιπλώνουν το ήθος και τη νοοτροπία του περιθωρίου, επιτρέποντας από μέρους του αναγνώστη και της αναγνώστριας την αντικειμενική κατανόηση των χαρακτηριστικών του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Κωνσταντίνου Λίχνου, Παραδοσιακός ρεαλισμός και Δομημένος. Περιοδικό fractal, 18/04/2023 Ηλεκτρονική διεύθυνση: https://www.fractalart.gr/paradosiakos-realismos-kai-domimenos/ (τελευταία πρόσβαση, 14.5.2023)
Κωνσταντίνος Λίχνος: Επιδίωξα στα διηγήματα την ακρίβεια πραγματικών καταστάσεων, συνέντευξη στον Αντώνη Χαριστό. Περιοδικό tetragwno.gr, 23/10/2022
Ηλεκτρονική διεύθυνση: https://tetragwno.gr/life/themata/prosopa/konstantinos-lichnos-epidioxa-sta-diigimata-tin-akriveia-pragmatikon-katastaseon (τελευταία πρόσβαση, 14.5.2023)