Scroll Top

Ο ποιητής Αμίρ Ορ – Παρουσίαση από την Λίλια Τσούβα

   Όταν ρώτησαν τον Αμίρ Ορ ποιον ποιητή αγαπά, ανέφερε τη Σαπφώ και από τα δικά του ποιήματα το Οι βάρβαροι, (μέρος δεύτερο), με διακείμενο την ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη.

Ο ποιητής Αμίρ Ορ (1956) γεννήθηκε στο Τελ Αβίβ. Σπούδασε Φιλοσοφία και Θρησκειολογία στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, αλλά και αρχαία ελληνικά, για να διαβάζει από το πρωτότυπο. Έδωσε διαλέξεις για την αρχαιοελληνική θρησκεία στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, όπου δίδαξε ποίηση και δημιουργική γραφή όπως και σε άλλα Πανεπιστήμια του κόσμου. Έχει εκδώσει 14 ποιητικές συλλογές, δύο μυθιστορήματα, δοκίμια και μεταφράσεις. Ανάμεσα στις μεταφράσεις ανήκει μία ανθολογία αρχαίας ερωτικής ποίησης και το Κατά Θωμάν Ευαγγέλιο από τα αρχαία ελληνικά.

Ο Αμίρ Ορ είναι από τους σημαντικότερους σύγχρονους Ισραηλινούς ποιητές. Το ποιητικό του έργο έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 50 γλώσσες. Έχει λάβει δεκάδες βραβεία στη χώρα του και το εξωτερικό. Το 2020 τιμήθηκε με το σημαντικό Golden Wreath ως αναγνωρισμένος λογοτέχνης σε διεθνή κλίμακα. Ο ίδιος δηλώνει πως μεγάλωσε με τον Όμηρο, τη Σαπφώ και τον Ηράκλειτο, ενώ έχει επισκεφτεί την Ελλάδα πολλές φορές.

Το Μουσείο του Χρόνου και άλλα ποιήματα (Βακχικόν 2020) είναι μία επιλογή ποιημάτων του λογοτέχνη Αναστάση Βιστωνίτη ο οποίος τα απέδωσε στην ελληνική γλώσσα. Είναι η πρώτη φορά που ποιήματα του Αμίρ Ορ μεταφράζονται στη χώρα μας και αυτό είναι σπουδαίο. Από τα τέσσερα μέρη του βιβλίου, τα δύο πρώτα, Δεκαέξι πίνακες από «το Μουσείο του Χρόνου», Και άλλα ποιήματα, περιλαμβάνουν τις ποιητικές συνθέσεις του ποιητή. Το τρίτο, Επίσκεψη στο λιμάνι του γείτονα, σημείωμα που έγραψε ο Αμίρ Ορ ειδικά για την έκδοση, ενώ το τέταρτο, Μυθική συνείδηση και ιστορική εποχή, κατατοπιστικό επίμετρο του μεταφραστή.

Από αυτό πληροφορούμαστε πως ο Ανάστασης Βιστωνίτης κάλεσε τον Αμίρ Ορ στην Αθήνα και εργάστηκαν μαζί, κάνοντας σύγκριση της αγγλικής μετάφρασης με το αρχικό έργο, ενώ ο ποιητής τού διάβαζε στα εβραϊκά, προκειμένου να ακουστεί ο ρυθμός του ποιήματος. Το υψηλό αποτέλεσμα δικαιώνει τον υπεύθυνο μεταφραστή. Η ποιότητα χαρακτηρίζει τόσο την επιλογή όσο και την απόδοση.

Η ποίηση του Αμίρ Ορ κομίζει κάτι το πραγματικά ιδιαίτερο. Υπαινικτική, θραυσματική και με έντονη συμβολική εικονοποιία, στρέφεται προς το εσωτερικό, αποτυπώνοντας συνειρμικά τις πολυχρωματικές ποιητικές αφηγήσεις. Θεματικός πυρήνας των ποιημάτων είναι η ύπαρξη, ο έρωτας, ο θάνατος. Οι Δεκαέξι πίνακες από «το Μουσείο του Χρόνου» συνιστούν μια αναμέτρηση του ποιητικού υποκειμένου με τον χρόνο και την αντανάκλαση του εαυτού στον καθρέφτη. Η προσπάθεια για αναζήτηση του εσωτερικού προσώπου οδηγεί σε ένα διαρκές κρυφτό με τα πρόσωπα και τις σκιές. Το παιχνίδι των σημαινόντων που αναπτύσσεται αποδιαρθρώνει συχνά τη γλωσσική δομή. Το εγώ θρυμματίζεται, καθώς συγκρούεται με την εικόνα του.

[…] Υπάρχουν αντανακλάσεις που έχουν παγώσει για πάντα.

Αυτό είναι το δωμάτιο με τους καθρέφτες της μνήμης:

Ένα παιδί στο σκοτάδι παίζει κρυφτό με τις σκιές

κρύβεται μέσα στα κρυφά μέρη στη σκάλας

                                                                 γίνεται σκιά.

Ένα παιδί στο σκοτάδι

χωρίζει από την εικόνα του, ονειρεύεται το εσωτερικό του πρόσωπο.

[…] (7ος πίνακας Αντανάκλαση, σελ. 16)

   «Η ποίηση είναι ένα τοπίο» έγραφε ο Γιώργος Θέμελης. «Έχει αντήχηση από τους δικούς της ανέμους, φωτισμό ανάλογα με το γεωγραφικό της μήκος και πλάτος». Η ποίηση του Αμίρ Ορ στις αρθρώσεις της κρύβει την ισχυρή βίωση του χρόνου με τις λέξεις να σηματοδοτούν την παράδοση του εβραϊκού λαού. Το αίσθημα της χρονικότητας δίνει έμφαση στο παρόν. Όμως οι λανθάνουσες και πρόδηλες εναλλαγές ανάμεσα στο τότε και το τώρα είναι διαρκώς παρούσες στο έργο. Χωρίς κανενός είδους στιλιζάρισμα, η ποίηση του Αμίρ Ορ κινείται με εφαλτήριο τη μνήμη και την αίσθηση, μέσα σε ένα συνειρμικό φλας μπακ.

[…] Οι βάρβαροι ήρθαν κατά πως τους πρόβλεψε η προφητεία

και πήραν τα κλειδιά της πόλης απ’ το χέρι του βασιλιά.

Όταν έφτασαν όμως φορούσαν ρούχα σαν και τα δικά μας

και τα έθιμά τους ήταν σαν τα έθιμα της χώρας μας.

Κι όταν άρχισαν να μας δίνουν διαταγές στη γλώσσα μας

δεν ξέραμε πια πότε οι βάρβαροι είχαν έρθει. (Οι βάρβαροι, Μέρος δεύτερο, σελ. 31)

   Χρησιμοποιώντας τη μυθική μέθοδο, πετυχαίνει τον αδιάκοπο παραλληλισμό ανάμεσα στη σύγχρονη εποχή και τον παρελθοντικό κόσμο. Με δομικό στοιχείο τον μύθο, επεξεργάζεται το παρόν, ανασηματοδοτώντας τα νοήματα. Παρόν και παρελθόν συνυπάρχουν, γίνονται ένα στα ποιήματα. Ο συγκρατημένα δραματικός τόνος περνάει μέσα από ποίηση ελλειπτική και κρυπτική, με ερωτήματα και στίχους στους οποίους το υποκειμενικό και το αντικειμενικό ισοζυγιάζονται θαυμαστά. Αναδεικνύουν το αγωνιώδες συναίσθημα της ανθρώπινης ύπαρξης που πηγάζει από το νομοτελειακό του θανάτου, την εφήμερη παρουσία μας πάνω στη γη. Η ποίηση του Αμίρ Ορ συνταράσσεται από μεταφυσικές αγωνίες.

[…] Πρόσωπα, πρόσωπα, κι άλλα πρόσωπα

από τη θάλασσα, τις πόλεις, τον φλεγόμενο αέρα –

Κόκαλα τρίζουν, ραγίζουν, ανοίγουν κάτω από το δέρμα

μυρμήγκια σέρνονται κάτω από τις τρύπες των ματιών.

Τοίχοι μεταλλάσσονται σε πιο μεταλλαγμένους τοίχους:

                                         μια κούνια, μια μπανιέρα, ένας δρόμος,

                                            ένας τάφος.

Κάτω χαμηλά

ένα κλάμα.

(5ος πίνακας Ταξίδι στον κόσμο, σελ. 14)

   «Ο κόσμος ένα υφάδι από οργανικούς λώρους, ο επίγειος, ο επουράνιος, ζώα, φυτά, στοιχεία, καρδιές ανθρώπων, καλό, κακό, θάνατος, ζωή» έγραφε ο Σεφέρης αναφερόμενος στην ποίηση του Ομήρου. Ο Αμίρ Ορ, ο άνθρωπος που βλέπει την ιστορία του σε συνδυασμό με τη μοίρα της φυλής του, πιστοποιεί με ευαισθησία τη δραματική ανθρώπινη ματαιότητα, το έντονο συναίσθημα του κενού, της απουσίας, αλλά και της συνεχούς ροής.

[…] Σκιές, κηλίδες, πρόσωπα,

μια μακρά

                   μακρά πομπή.

Τα πρόσωπα που έχουν υπάρξει

πάντοτε θα υπάρχουν

εδώ, εδώ μέσα, εδώ:

Πάνω στην όχθη ενός ματιού συναθροίζονται οι νεκροί

                                                                                  για να λουστούν

                                                                                  να εγερθούν

                                                                                  και να υπάρξουν.

Το πρόσωπό μου πάνω στο πρόσωπο μιας λίμνης,

ρυτιδώσεις πάνω στις ρυτιδώσεις του νερού,

Τροία, Αλεξάνδρεια, Ρώμη

εγείρονται και πέφτουν,

                           πέφτουν κι εγείρονται.

Ακόμα σηκώνεται καπνός απ’ τα τείχη της πόλης,

ακόμα γυαλίζουν σπαθιά στο ηλιοβασίλεμα,

εγείρομαι και πέφτω, πέφτω κι εγείρομαι.

[…] (Πρόσωπο, σελ 33)

   Νεκροί, σκιά, καθρέφτης, εαυτός, έρωτας, μοτίβα που επανέρχονται στην ποίηση του Αμίρ Ορ.

[…] Ό, τι ο καθρέφτης καθρεφτίζει

είναι μια δισδιάστατη ταυτότητα της ύπαρξης

που σχηματίζει την παρουσία του Αναζητούμενου. […](2ος πίνακας, Εδώ, σελ. 10)

   Στίχοι ιμπρεσιονιστικοί και βιωματικοί, για την ποίηση, τη γλώσσα, τον ανθρώπινο μετεωρισμό, τη ναζιστική θηριωδία, τη βαρβαρότητα.

Ο τέλειος φόνος δεν έχει αίτια, είπε,

ο τέλειος φόνος χρειάζεται μόνο έναν σκοπό,

όπως στο Άουσβιτς. […]

(Ένα ποτήρι μπίρα, σελ. 34)

   Πηδώντας με ένα βέλος στα δόντια, ο Αμίρ Ορ συνθέτει ποίηση πρωτότυπη, δυνατή, φτιαγμένη από την αγρύπνια και τα όνειρα ενός υπερευαίσθητου και αισθαντικού ανθρώπου. Ο ιδιότυπος εικονισμός, οι στιγμές λυρισμού, η θεατρικότητα, η διαρκής παρουσία της ιστορίας, του μύθου, οδηγούν σε μια τελετουργική δράση με χορό σαν της αρχαίας τραγωδίας. Η εσωτερική ταραχή του ποιητικού υποκειμένου με τους επάλληλους φορτισμούς αντανακλά την αίσθηση μιας διαρκούς αναζήτησης, ένα αγχώδες υπόστρωμα. «Η λογοτεχνία είναι η απόδειξη πως η ζωή δεν είναι αρκετή» είχε πει ο Πορτογάλος ποιητής και συγγραφέας Φερνάντο Πεσσόα. Η συλλογή Το Μουσείο του Χρόνου και άλλα ποιήματα του Αμίρ Ορ δικαιώνει τη ρήση του.