Scroll Top

Γεωργία Βεληβασάκη – Περί performance ποίησης (9)

Πρόκειται για μια σειρά σύντομων άρθρων που αφορούν την performance poetry / επιτελεστική ποίηση, ένα δια-πολύ-καλλιτεχνικό είδος ποίησης (inter-disciplinary poetry art), που προσβλέπει σε μια πολυεπίπεδη και πολυαισθητηριακή ποιητική εμπειρία. Ευχαριστώ θερμά τον ποιητή Αντώνη Σκιαθά και τον ποιητή / καθηγητή Τριαντάφυλλο Κωτόπουλο για την ευκαιρία που μου δίνουν να συστήσω στο αναγνωστικό κοινό του Culturebook το σχετικά καινούργιο αυτό ποιητικό είδος. Να σημειώσουμε ότι, ήδη από το καλοκαίρι 2020, η performance ποίηση έχει ενταχθεί, ως αντικείμενο σπουδών, στο Διιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Δημιουργική Γραφή» του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.

Η περιοδικότητα των δημοσιεύσεων είναι ανά δεκαπέντε ημέρες, με μια συνέχεια ως προς τα ζητήματα που θα διεξέρχονται κάθε φορά. Το κάθε κείμενο συνοδεύεται από ένα video με αναφορά στην εγχώρια ή τη διεθνή ποιητική «σκηνή». 

Βίωμα αντί για θεατρικότητα. Επιτέλεση αντί για δράμα

Η αδαμική όψη της πραγματικότητας –το
καθαρά πραγματικό – υπάρχει στο γυμνό
βίωμα, το αδέσμευτο, και  φανερώνοντας
συνάμα   τον   πιο  ανοιχτό  ορίζοντα  της
δημιουργικότητας  και   της  δημιουργίας,
τον ορίζοντα των πραγμάτων.

                                              Ν. Καρούζος

Η παρόρμηση προς τη συλλογικότητα και την
ταύτιση    με   τους    άλλους    οδηγεί     στην
επιτέλεση.      Η     παρόρμηση     προς     την
ατομικότητα και την προσωπική επιβεβαίωση
οδηγεί στο δράμα.

                                              R. Schechner

Όταν μιλάμε για επιτελεστική ή performance ποίηση αναφερόμαστε σε μια δημιουργική πράξη όπου η «αισθητική του λόγου» και η «αισθητική του σώματος» συνενώνονται και παράγουν ένα ποιητικό-καλλιτεχνικό έργο σε παρόντα χώρο και χρόνο. Τι σημαίνει αυτό; Πώς το σώμα επηρεάζει τον λόγο και πώς ο λόγος γίνεται σώμα; Ο Νικόλας Κάλας είχε εντοπίσει τον ενωτικό κρίκο μεταξύ της επιφανειακής (φωνητική εκφορά του λόγου) και της βαθιάς δομής (νοητική εποπτεία) της ποιητικής γλώσσας στον ίδιο τον ποιητή. Ανάλογα, στην επιτελεστική ποίηση το σώμα του ποιητή εμπλέκεται ως «φορέας σημαινόντων». Μιλάμε, δηλαδή, για ενσαρκωμένο ποιητικό λόγο ή αλλιώς για «ηχο-σωματική παράσταση» του ποιητικού λόγου.

Η Felman Shoshana διακρίνει, ωστόσο, μιαν ασυμμετρία στην αντιστοίχιση σώματος και λόγου, αφού το σώμα δεν «χωράει» ποτέ επακριβώς στον λόγο. Το ομιλούν σώμα δημιουργεί μια περίσσεια που τον αποσταθεροποιεί και τον υπονομεύει. Το νόημα αποδομείται για να επαναδομηθεί στο ενεργό παρόν ως αποτέλεσμα της αισθητικής σχέσης που αναπτύσσεται μεταξύ σώματος και λόγου, ποιητή και κοινού, επιτέλεσης και κοινού. Ο στόχος δεν είναι η προβολή μιας στιβαρής ερμηνείας του ποιητικού λόγου, αλλά, όπως μας λέει ο Mikel Dufrenne, «να βιωθεί και να δοθεί ζωή σε μια ένταση», που αν στη μοντέρνα ποίηση «μετριέται ακριβώς στην αδιαφάνεια του νοήματος» –με το νόημα, ενίοτε, να διαφεύγει τόσο από τον αποδέκτη όσο και από τον ίδιο τον ποιητή– στον επιτελεστικό ποιητικό λόγο «εξασφαλίζει την ιδιαιτερότητά του και μετράει την έντασή του», πάντοτε, σε «αυτό που ζητάει φωνή», στην «ενέργεια του ζώντος», αφού «όλο το σώμα συγκεντρώνεται και εκφράζεται μέσα από τη φωνή».

Ο τελεστικός ποιητικός λόγος, λοιπόν, επιδιώκει να «παραστεί» περισσότερο από το να γίνει κατανοητός από την κοινή αντίληψη. Προσβλέπει στην επίτευξη μιας μεταστροφής της προσοχής του αποδέκτη προς στην περιοχή του ανοίκειου, έτσι ώστε να προκληθεί μια «ιδιαίτερη» αντίληψη της αντικειμενικής πραγματικότητας. Αν ο κόσμος παραμένει απερινόητος από την τυπική λογική, αν ενέχει αμφισημίες που δεν επιτρέπουν την πλήρη νοηματοδότησή του, τότε μόνο μέσα από την ποιητική πράξη που συμπεριλαμβάνει το σώμα μπορεί να συλληφθεί ως τέτοιος. Σε μια παράσταση επιτελεστικής ποίησης ο ποιητής δεν προτίθεται τόσο να περιγράψει τα όσα βλέπει όσο να αποκαλύψει εκείνα που δεν φαίνονται, ζωντανεύοντας τη «βάσκανη» πτυχή της γλώσσας, τη χαμένη «μαγική αποτελεσματικότητα» της προφορικής και σωματικής της διάστασης, ταλαντευόμενος μεταξύ απουσίας και παρουσίας. Ο Ντεριντά θα αναγνώριζε αυτή την ταλάντευση ως «παιχνίδι διαφωράς» (différance) (σχέση με χώρο), όπου το νόημα αναβάλλεται (σχέση με χρόνο) με σκοπό μια μετατόπιση, μιαν αλλαγή στις «συναισθητικές σχέσεις» (synaesthetic releationships) μεταξύ των εμπλεκόμενων υποκειμένων (ποιητής/κοινό).

Έχει σημασία, ωστόσο, το σώμα και η φωνή να μην χρησιμοποιούνται με προβλέψιμους, δραματοποιημένους ή αναπαραστατικούς (θεατρικούς) τρόπους, όπως συμβαίνει μερικές φορές από μη μυημένους, στην τέχνη της επιτέλεσης, ποιητές. Το επιτελεστικό σώμα δεν αναπαριστά. Κινείται μεταξύ πραγματικού και συμβολικού. Δρα αποστασιοποιημένο, αποταυτισμένο από οτιδήποτε δεν ανήκει στο εδώ-και-τώρα.

Η συγκίνηση εκδηλώνεται περισσότερο με τον όγκο, τη μουσικότητα και το ρυθμό του εκφερόμενου λόγου και λιγότερο με τη θεατροποίησή του, κάτι που σημαίνει ότι ο συνεπαρμός, τελικά, ενυπάρχει στο έργο ως «επίτευγμα του ποιητή». Όπως αναφέρει ο John Wilkinson, ο ποιητής-επιτελεστής τότε μόνο είναι σε θέση να καταστήσει τον αποδέκτη συμμέτοχο στη δημιουργία του νοήματος και πραγματικό κοινωνό της ποιητικής του πράξης, όταν δεν δραματοποιεί ή υπερβάλλει συναισθηματικά, αλλά, αντίθετα, αποστασιοποιείται από το κείμενό του, αποδίδοντάς το χωρίς να το επεξηγεί ή να το ερμηνεύει, εστιάζοντας στο ίδιο το υλικό των λέξεων και στη φωνητική τους εκφορά. Αυτό, βεβαίως, δεν αίρει τη δυνατότητα χρήσης προσωπείων, τυμπάνων, μουσικής, χορού, εικόνας, ηχητικών τοπίων, ενδυμάτων, σκηνικών, θυμιαμάτων κ.λπ. –μέσω των οποίων γίνεται εφικτή η εμπλοκή του συνόλου των αισθήσεων στην επιτέλεση–, καθώς πρόκειται για υλικά που προέρχονται από αρχαίες τελετουργικές παραδόσεις, από όπου, εξάλλου, αντλεί και η ίδια η τέχνη του θεάτρου.

Συμβαίνει καμιά φορά η έννοια της «παράστασης» να συγχέεται με αυτήν της «αναπαράστασης». Στην πρώτη περίπτωση, σύμφωνα με τον Jean-François Lyotard, πρόκειται για ένα γεγονός που «παρίσταται», σε παρόντα χώρο και χρόνο, και τροφοδοτείται από τη ροή της λιβιδινικής ενέργειας μεταξύ τελεστή και κοινού. Στην δεύτερη περίπτωση, αυτό που συμβαίνει αναφέρεται σε άλλο χώρο και χρόνο (θεατροποίηση) και επομένως συνδέεται περισσότερο με τη διαπιστωτική παρά με την επιτελεστική λειτουργία της γλώσσας. Ο Thomas J. Csordas, λαμβάνοντας υπόψη την άποψη του Maurice Merleau-Ponty –που θεωρεί το «ενσαρκωμένο cogito» (ενσώματο και ταυτόχρονα σκεπτόμενο ον) ως «θεμελιώδες βίωμα»– εισήγαγε στον αντίποδα της αναπαράστασης (θέατρο) την έννοια της «βιωμένης εμπειρίας» (performance). Μίλησε για «ενσάρκωση» (embodiment), όπου το «φαινομενολογικό» σώμα (το υπαρκτό, εγκόσμιο σώμα) ελέγχει το κείμενο και όχι το αντίθετο, κάνοντας να αναδυθεί κάτι νέο ως αποτέλεσμα μιας διαδικασίας στην οποία το σώμα, ο χώρος, ο χρόνος και ο λόγος συμπλέκονται.

Ήδη από το 1936, ο Bejiamin Walter είχε αναφερθεί στην «κρίση της εμπειρίας» (crisis of experience), την απολεσθείσα ενσυναίσθηση των πραγμάτων, τη μνήμη που σταδιακά καταλήγει να αποξενώνεται από το βίωμα (erlebnis) και τη ζωντανή εμπειρία, βάζοντας τέλος στην τέχνη της ζωντανής αφήγησης. Σε αυτό το «βίωμα», λοιπόν, αφορά η επιτελεστική ποίηση, επιδιώκοντας να προσπελάσει το πραγματικό, να διαρρήξει τις ψευδαισθητικές βεβαιότητες και να αναδείξει αυτό που «είναι» τη δεδομένη στιγμή ως γεγονός.

Η αναγκαιότητα της «επιστροφής στο σώμα», όπως λέει ο Γιάννης Μήτρου, δεν είναι τυχαίο που αναδύεται σε μια εποχή σαν τη σημερινή, όπου το «βίωμα μετατρέπεται σε κυβερνο-βίωμα», αποκόπτοντας την ύπαρξη «από τη σωματικότητα και άρα από τη χωρικότητά της», από την αληθινή ζωή. Αν μπορεί να υπάρξει μιαν αντίσταση στην «κυρίαρχη βιο-εξουσία», αυτή μπορεί να προέλθει μόνο από «αληθινά σώματα και αληθινούς χώρους» και φυσικά από μια ποίηση που δεν θα αποφύγει να θέσει ζωτικά ερωτήματα.

Η επιτελεστική ποίηση, επομένως, ως ζωντανή τέχνη, «δεν είναι απλή συμβατική αναπαράσταση του αισθητού κόσμου, ούτε το έργο της το είδωλο ενός προτύπου, αλλά, ως πράξη, είναι παράσταση, παρουσίαση, ενσάρκωση του αληθούς λόγου της πραγματικότητας, […] αποκάλυψη και έκθεση της βαθύτατης αλήθειας των πραγμάτων» (Αριστοτέλης, 1995: 82-83), που συλλαμβάνεται, όχι μόνο διανοητικά, αλλά άμεσα, συγκινησιακά, ως εμπειρία και ως βίωμα.

Στο επόμενο: «Η αποκοπή από τη σωματικότητά μας παράγει μια κατάσταση αποξένωσης από την έννοια του βιώματος». Συνέντευξη με τον ερευνητή της performance art, Γιάννη Μήτρου»

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αγραφιώτης Δ. (2012), Πολιτιστική Ποιητική. Δεσμοί, τροπικότητες, Αθήνα: Ερατώ.

Άιχενμπάουμ Μπ. (1985), «Η θεωρία της “φορμαλιστικής μεθόδου”», στο Σκλόβσκι Β. & Άιχενμπάουμ Μπ., Για τον Φορμαλισμό. Η ανάσταση της λέξης. Η θεωρία της «φορμαλιστικής μεθόδου», μτφρ. Λαμπρόπουλος Β., Καλταμπάνος Ν., Αθήνα: εκδ. Έρασμος.

Αριστοτέλης (1995), Άπαντα, Τομ. 34, Περί ποιητικής, εισαγωγή/μτφρ. Δρ. Η. Π. Νικολούδης, Αθήνα: Κάκτος.

Carlson M. (2014), Performance – Μια κριτική εισαγωγή, μτφρ/εισαγωγή/επιμ. Ράπτου Ελευθερία, Αθήνα: Παπαζήση.

Csordas J. T. (27/1/1995), «Introduction: The Body as Representation and Being-in-th-World» στο T. J. Csordas (επιμ.), Embodiment and Experience: The Existential Ground of Culture and Self, UK: Cambridge University Press (σσ: 4-6).

Δεληγιώργη Α. (2018), Ο μοντερνιστής κριτικός Νικόλας Κάλας, Μια ποιητική εικόνων, ρημάτων, πραγμάτων, Αθήνα: Αρμός.

Dufrenne M. (1987), L‘œil et lOreille, Essai, Montreal:L’ Hexagone (σσ: 163-169) (μτφρ. αποσπάσματος Νικολούδη Στέλλα).

Felman Sh. (1993), The Literary Speech Act: Don Juan with Austin, or Seduction in Two Languages, ΝΥ: Ithaca, Cornell University Press.

Fischer-Lichte E. (2011), «Ενσάρκωση από το χαρτί στη σκηνή. Η θεατρική μορφή», μτφρ Λητώ Τριανταφυλλίδου/Ελ. Παπάζογλου, Σκηνή, Το περιοδικό του Τμήματος Θεάτρου ΑΠΘ, τχ. 3, Θεσσαλονίκη. URL: Ανακτήθηκε 8/5/2021, από την ιστοσελίδα http://ejournals.lib.auth.gr/skene/article/view/500/541

Kaprow A. (12/1983), «The Real Experiment», Artforum 22 (4), New York (σσ: 36-43).

Lyotard J.-F. (1973), Les dispositifs pulsionnels, Paris: Union Générale d’ Éditions.

Merleau-Ponty, M. (2016), Φαινομενολογία της Αντίληψης, μτφρ. Καψαμπέλη Κ. Αθήνα: Νήσος (α’ έκδοση: Callimard 1945).

Μερλώ-Ποντύ Μ. (2009/2005), Σημεία, μτφρ. Φαρακλάς Γ., επιμ. Μουρίκη Α., Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της «Εστίας».

Ντεριντά Ζ. (2003), Η γραφή και η διαφορά, μτφρ. Παπαγιώργης Κ., Αθήνα: Καστανιώτη.

Osborne P. (2000), Philosophy in Cultural Theory, London: Routlege (σσ: 78-85).

Ράμφος Στ. (2019), Μίμησις Εναντίον Μορφής, Εξήγησις εις το Περί ποιητικής του Αριστοτέλους, Αθήνα: Αρμός.

Schechner R. (2011), Θεωρία της Επιτέλεσης, μτφρ. Κουβαράκου Νάνσυ, επιμ. Ζωγράφου Μαγδαληνή, Φιλίππου Φίλιππος, Αθήνα: Τελέθριον.

Scheweppenhauser J. & mStougaard Pedersen B. (2017), “Performing poetry slam and listening closely to slam poetry”, SoundEffects, An Interdisciplinary Journal of Sound and Sound Experience, vol 7, no1, (pp 64-83). URL: Ανακτήθηκε 8/5/2021, από την ιστοσελίδα https://www.soundeffects.dk/article/view/103065/152122

Walter B. (1936/1968), «The Storyteller: Reflections on the Works of Nikolai Leskov’», στο Illuminations (NY: Harcourt Brace Jovanovich 1968). Ανακτήθηκε 8/5/2021, από την ιστοσελίδα http://www.ricorso.net/rx/library/criticism/guest/Benjamin_W/Benjamin_W2.htm

Wilkinson J. (2007), The Lyric Touch, Great Wilbraham: Salt Publishing

«Το αύριο (performance)». Από τη συλλογή Cantos Desperados του Χρήστου Ζυγομαλά. Διεθνές Φεστιβάλ Performance ΑΣΚΤ, Ιούνιος 2016

* Η Γεωργία Βεληβασάκη γράφει ποίηση, στίχους, έμμετρα παραμύθια, θεατρικά έργα και διηγήματα. Ασχολείται με το τραγούδι, το μουσικό θέατρο και την τέχνη της performance, ως ερμηνεύτρια και δημιουργός, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Σπούδασε μουσική και θέατρο (Θέατρο των Αλλαγών, Α4Μ Κέντρο Παραστατικών Τεχνών κ.ά.) Είναι αριστούχος του τμήματος Ευρωπαϊκού Πολιτισμού (Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο), όπως και του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Δημιουργική Γραφή» (Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας), ενώ ολοκλήρωσε τα Προγράμματα Επαγγελματικής Επιμόρφωσης & Κατάρτισης «Performance/Θεωρητικές Προσεγγίσεις, Πρακτικές Εφαρμογές» και «Εκπαίδευση Εκπαιδευτών Ενηλίκων» του ΕΚΠΑ. Συνεργάζεται, ως διδάσκουσα, με το Διιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Δημιουργική Γραφή» (Π.Δ.Μ.).

Στο εργοβιογραφικό της περιλαμβάνονται λογοτεχνικά έργα, που έχουν βραβευθεί, εκδοθεί και παρουσιαστεί επί σκηνής, καθώς, επίσης, εκτενής προσωπική δισκογραφία, αλλά και συμμετοχές σε έργα άλλων καλλιτεχνών.

Περισσότερα: http://www.velivasaki.gr/biography/

Προηγούμενο άρθρο: «Modus operandi. Πρόθεση και σχεδιασμός» https://www.culturebook.gr/texnes/performance-poihsis-8.html?fbclid=IwAR2aSV_E2fE5BetgaG6bfq6T-jSEzmfgU7fstqxujH1rwnNU7VVr36y__R4

Post cover: Η φωτογραφία είναι από τη μεταγραφή του ποιήματος «Σαράντα απ’ τ’ όνομά μου» του Ζαχαρία Κατσακού, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο διαμεσικό opus «Ποιητικές Μεταγραφές. 7 ποιητές, 14 ποιητεχνήματα» της Γεωργίας Βεληβασάκη, που υλοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (ΜΠΣ «Δημιουργική Γραφή»).